«Θα πεις στην αστυνομία ότι ήσουν στο Κερατσίνι, είδες φασαρία και πήρες τον Ρουπακιά τηλέφωνο. Θα μας ανοίξουν τα τηλέφωνα και είσαι ο μόνος που μίλησες με τον Ρουπακιά πριν και μετά τη δολοφονία. Θα περάσεις δικαστήριο και θα σου βάλουν από το κόμμα δικηγόρους. Αυτά που σου λέω θα πεις, για να μην καταστραφεί ο Πυρήνας της Νίκαιας. Αλλιώς η Χρυσή Αυγή θα σου κάνει τη ζωή αβίωτη, εμείς τους προδότες τους σκοτώνουμε. Θα τα πεις, γιατί αλλιώς θα παρακαλάς να μην είχες γεννηθεί».

Ο Γιώργος Δήμου επαναλαμβάνει τις απειλές που δέχτηκε από τη ναζιστική οργάνωση μετά τη δολοφονία Φύσσα, τις οποίες είχε από την πρώτη στιγμή καταγγείλει στους ανακριτές, φοβούμενος για τη ζωή του.

———————-Δείτε και αυτό:

Πίσω από το εδώλιο βρίσκονται δεκατέσσερις συγκατηγορούμενοί του για τη δολοφονία του Παύλου, οι οποίοι τον διακόπτουν: «Μπορώ να έχω τον λόγο;», πετάγεται δύο φορές ο Πατέλης, «ψέματα, κυρία πρόεδρε», φωνάζει ο Κομιανός. Αλλά ο κατηγορούμενος συνεχίζει περιγράφοντας τη σχέση του με τη Χρυσή Αυγή και όσα γνωρίζει για τη δολοφονία.

Ο Δήμου αναφέρεται «στον κύριο Πατέλη και στον κύριο Ρουπακιά», που ήταν στο πενταμελές συμβούλιο της Τοπικής Οργάνωσης στη Νίκαια μαζί με τον Τσακανίκα, τον Καζαντζόγλου και τη Σκαρπέλη, τη σύζυγο του Πατέλη. «Αυτοί ήταν στελέχη, εγώ ήμουν ένα απλό μέλος», λέει και εξηγεί ότι «τα απλά μέλη, όπως εγώ, όποτε θέλαμε φεύγαμε από τη Χρυσή Αυγή, τα στελέχη όχι».

«Πάμε για μάχη»

Υποστηρίζει, επίσης, ότι το βράδυ της δολοφονίας έλαβε το μήνυμα του Πατέλη που καλούσε στα γραφεία.

«Δεύτερη φορά παίρναμε τόσο αργά μήνυμα και πήρα τον κ. Ρουπακιά να τον ρωτήσω τι συμβαίνει. Πήρα και τον κ. Πατέλη και μου είπε “αν μπορείς έλα”», λέει και προσθέτει ότι πήγε με τον Σκάλκο και είδε 7-8 μηχανάκια και πάνω άτομα που φορούσαν κράνη εκτός από τον Κομιανό.

«Ο Κομιανός μού είπε “πάμε για μάχη, έχουν πιάσει δύο δικούς μας και πάμε να τους απελευθερώσουμε” και εγώ είπα στον Σκάλκο “πάμε να φύγουμε, αυτοί είναι αλήτες, συμμορία, θα κάνουν φασαρία”».

Λίγο αργότερα, όπως περιγράφει ο Δήμου, άκουσαν περιπολικά, «καταλάβαμε ότι κάτι είχε γίνει και τηλεφωνήσαμε στον Ρουπακιά. “Πάρε τον κ. Πατέλη και πες του ότι με έχουν στο τμήμα”, μου είπε ο κ. Ρουπακιάς και τηλεφώνησα στον κ. Πατέλη, το σήκωσε η γυναίκα του, μου είπε ότι γνώριζαν για τον Ρουπακιά και να μη λέω πολλά από το τηλέφωνο».

Σύμφωνα με τον Δήμου, την επομένη τού τηλεφωνεί ο Τσακανίκας και του λέει ότι «στις 17.30 σε θέλει ο Λαγός στη Μεσογείων». Αλλά τελικά ο Τσακανίκας τού κλείνει ραντεβού στους Αγίους Αναργύρους, όπου εμφανίζεται ο ίδιος και του μεταφέρει τις απειλές της οργάνωσης, οι οποίες, σύμφωνα με τον κατηγορούμενο, συνεχίζονται και τις επόμενες μέρες μέσω τηλεφωνημάτων του Τσακανίκα.

Ο ίδιος υποστηρίζει ότι φοβήθηκε και αναγκάστηκε να φύγει από το σπίτι του, «για τέσσερις μέρες γυρνούσα στα νοσοκομεία και, όταν ξεθόλωσα, εμφανίστηκα στους ανακριτές».

Η έδρα ρωτάει τον κατηγορούμενο αν άκουσε για διανομή έντυπου υλικού το βράδυ της δολοφονίας, ισχυρισμό που επικαλούνται όσοι συγκατηγορούμενοί του έχουν απολογηθεί μέχρι στιγμής, αλλά ο Δήμου επιμένει ότι «ο Κομιανός μού είπε έχουν πιάσει δύο δικούς μας σε καφετέρια στο Κερατσίνι, είναι 10-15 αναρχικοί απ’ έξω, και πάμε να τους απελευθερώσουμε».

Κομιανός και Ρουπακιάς

Λίγα λεπτά αργότερα, κάθεται στο εδώλιο ο Ι. Κομιανός και κατηγορεί τον Δήμου ότι ψεύδεται «επειδή κάποια ανάμειξη έχει, είναι ο μόνος που έχει επικοινωνήσει με τον Ρουπακιά και πριν και μετά τη δολοφονία», ωστόσο τον Κομιανό εμπλέκει στην απολογία του και ο Σκάλκος, ενώ με τον Ρουπακιά μιλάει πριν από τη δολοφονία και ο Καζαντζόγλου και μετά ο Πατέλης.

Ο Κομιανός υποστηρίζει ότι το βράδυ της δολοφονίας ήταν στο σπίτι του, όταν έλαβε το μήνυμα του Πατέλη, και επιμένει στον ισχυρισμό του ότι αφορούσε διανομή εντύπων, στην οποία δεν συμμετείχε. Ωστόσο, δεν ξέρει αν τελικά μοιράστηκε το υλικό για το οποίο, υποτίθεται, γινόταν η κινητοποίηση, παρ’ όλο που είχε αλλεπάλληλες κλήσεις με χρυσαυγίτες εκείνο το βράδυ.

Πρόεδρος: Με ποιον επικοινωνήσατε μετά τις 12 τα μεσάνυχτα;

Κομιανός: Με τον Τσορβά, τον ρώτησα αν έχουν τελειώσει με τα τρικάκια και μου είπε ότι έμαθε ότι συνέλαβαν τον Ρουπακιά. (…) Μετά με τον Πατέλη, ήθελα να μάθω για τον Ρουπακιά.

Πρόεδρος: Με τον Πατέλη μιλήσατε ευρισκόμενος στο Αιγάλεω στο σπίτι σας;

Κομιανός: Πάντα, μα το γράφει στις κεραίες «Νταμαράκια Αιγάλεω».

Πρόεδρος: Αμα γράφει «Νεάπολη Νίκαιας»…

Πρόεδρος: Με τον Τσακανίκα φαίνεται να έχετε δύο επικοινωνίες.

Κομιανός: Ναι, τον ρώτησα και τις δύο φορές αν ήξερε για τον Ρουπακιά.

Πρόεδρος: Δεν μπορεί να έχει γίνει αυτό που λέτε, γιατί η πρώτη επικοινωνία σας με τον Τσακανίκα ήταν πριν μιλήσετε με τον Τσορβά, όταν δεν ξέρατε για τη σύλληψη Ρουπακιά.

«Πώς εξηγείτε την επίσημη θέση της Χρυσής Αυγής, ότι δεν έχει καμία σχέση με τον Ρουπακιά;», ρωτήθηκε ο Κομιανός και απάντησε: «Ισως ήταν δήλωση πάνω στον πανικό τους».

Πάνω στον πανικό του, βέβαια, ο Μιχαλολιάκος απέλυε τον Πατέλη και τον Καζαντζόγλου από τα κεντρικά της Μεσογείων και ο Λαγός έδινε εντολή να κλείσουν άρον άρον τα γραφεία της Νίκαιας. Μόνο που, όπως έχει αποδειχθεί από την άρση τηλεφωνικού απορρήτου του Τσακανίκα, μερικές μέρες μετά τη δολοφονία, ο Λαγός έδινε εντολή στον Τσακανίκα να πάρει τα πιο πιστά του παιδιά, μεταξύ των οποίων ο Πατέλης και ο Κομιανός, και να συναντηθούν στα γραφεία του Πειραιά. Τη συνάντηση επιβεβαίωσε ο Κομιανός λέγοντας: «Μετά τη δολοφονία δεν πήγα στη Νίκαια, είχαν κλείσει τα γραφεία, μου τηλεφώνησε ο Τσακανίκας και πήγα στα γραφεία του Πειραιά».

■ Η δίκη συνεχίζεται αύριο στο Εφετείο Αθηνών.

Πηγή: Γιώτα Τέσση – efsyn.gr

——————-Δείτε και αυτό:

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το