ΚΙ ΕΙΜΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ ΖΩΝΤΑΝΟΙ…

Σήμερα, στο κέντρο της Αθήνας, μπορεί να μην έγινε της Γαλλίας, όμως είχε πολύ κόσμο με δυνατή φωνή και γερά πόδια.
Οι δρόμοι έκλεισαν από νωρίς και, περπατώντας από ψηλά στη Βασιλίσσης Σοφίας μέχρι το κέντρο, έβλεπα τους άδειους από τροχοφόρα δρόμους και σκεφτόμουν πως σήμερα ανήκουν στα πόδια των απεργών.
Δρόμοι παλιοί, που αγάπησα.
Και σκεφτόμουν ακόμη, τι είναι αυτό που μεταλλάσσει την προσδοκία και την κάνει υποταγή;
Πώς μπορεί ένας άνθρωπος να ζει, χωρίς να επενδύει στ’ όνειρο;
Είμαι σίγουρη πως σήμερα ήθελαν όλοι να απεργήσουν.
Πάνω απ’ όλους, τα παιδιά που δουλεύουν ως νοικιαζόμενοι σκλάβοι κι έχουν την απειλή της απόλυσης καθημερινά στ’ αυτιά τους.
Και αυτοί που δουλεύουν μισή δουλειά, μισή ζωή κι έχουν μόνο ολόκληρα τα γραμμάτια και την άδεια τσέπη.
Ακόμα και οι καθ’ έξιν απεργοσπάστες θα ‘θελαν να περπατήσουν μαζί με πολλούς ανθρώπους δίπλα τους, κάτω από το Φλεβαριάτικο ήλιο. Όμως, άμα σκύψεις τη μέση δέκα φορές, μένεις για πάντα σκυφτός.
Ξεχασμένος κι ατίθασος να περπατώ,
κρατώντας μια σπίθα τρεμόσβηστη.
Σ’ όλες τις γωνιές στημένες κλούβες και κλούβια κράνη κρεμασμένα στα κάγκελα του πεζοδρομίου. Οι πλαστικές ασπίδες, παραταγμένες σε ανάπαυση πίσω απ’ τις κλούβες, μου φάνηκαν γελοίες.
Ποιος είναι ο εχθρός, ρε;
Στο ύψος της Κλαυθμώνος με υποδέχτηκε απ’ τα μεγάφωνα το “είμαστε ακόμα ζωντανοί” κι αναρωτήθηκα, πώς ήξεραν τι ήθελα ν’ ακούσω;
…Κάτι θα κοπεί στην καρδιά, στο μυαλό.
Και μου φάνηκε πως σήμερα τα μπλόκα όλων των απεργών είχαν διαγράψει κάπως τις μεταξύ τους αποστάσεις και ήταν πιο κοντά από κάθε άλλη φορά
Μετά την πορεία, δεν ήθελα ν’ αφήσω το Φλεβαριάτικο ήλιο και τους δρόμους.
Κατέβηκα μέχρι το παλιομοδίτικο Κοσμικό και πήρα την τυρόπιττα που με ξετρέλαινε από φοιτήτρια.
Κι αν μας αντέξει το σχοινί.
Για να αναθαρρήσεις, τα θες όλα. Δρόμους παλιούς, περπάτημα πάνω στα βήματα πολλών, ζεστό χειμωνιάτικο ήλιο. λίγη κουβέντα για τη ζωή και τ’ όνειρο και …γεύση.

Νίνα Γεωργιάδου

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το