Αγαπητέ Αλεξέι Μαξίμοβιτς!

Ζητώ χίλιες φορές συγγνώμη και παρακαλώ να μη με μαλώσετε για την αργοπορημένη (πολύ αργοπορημένη!) απάντηση. Είμαι παραφορτωμένος ως εκεί που δεν παίρνει. Εκτός απ’ αετό, ήμουν λιγάκι άρρωστος. Αετό βέβαια δεν μπορεί να με δικαιολογήσει. Όμως μπορεί κά­τι να εξηγήσει.

1) Δεν μπορούμε να κάνουμε χωρίς αυτοκριτική. Δεν μπορούμε με κανένα τρόπο, Αλεξέι Μαξίμοβιτς. Χωρίς αυτοκριτική είναι αναπόφευκτη η στασιμότητα, το σάπι­σμα του μηχανισμού, η ανάπτυξη της γραφειοκρατίας, η υπονόμευση της δημιουργικής πρωτοβουλίας της εργατικής τάξης. Βέβαια η αυτοκριτική δίνει υλικό στους εχθρούς. Σ’ αυτό έχετε απόλυτα δίκιο. Μα η ίδια δίνει υλικό (και ώθηση) για την κίνησή μας προς τα μπρος, για την απο­δέσμευση της ανοικοδομητικής δραστηριότητας των εργαζομένων, για την ανάπτυξη της άμιλλας, για τις ουντάρνικες μπριγκάντες κτλ. Η αρνητική πλευρά καλύπτεται και υπερκαλύπτεται απ’ τη θετική.

Ίσως ο τύπος μας να υπογραμμίζει πάρα πολύ τις ελλείψεις μας και κάποτε (άθελα του) ακόμα και να τις διατυμπανίζει. Αυτό είναι δυνατό, και μάλιστα πιθανό.

Κι αυτό βέβαια είναι κακό. Γι’ αυτό ζητάτε να ισοφα­ρίσουμε (εγώ θα λεγα να υπερκαλύψουμε) τις ελλείψεις μας με τις επιτεύξεις μας. Και σ’ αυτό βέβαια έχετε δίκιο. Αυτό το κενό θα το συμπληρώσουμε οπωσδήποτε και χωρίς καθυστέρηση. Μπορείτε να μην αμφιβάλλετε γι’ αυτό.

2) Η νεολαία μας είναι λογής-λογής. Υπάρχουν γκρινιάρηδες, κουρασμένοι, απογοητευμένοι (σαν το Ζένιν). Υπάρχουν νέοι γεμάτοι σφρίγος, χαρούμενοι, δυνα­τοί σε θέληση και σε ασυγκράτητη ορμή να πετύχουν τη νίκη. Δεν μπορεί, τώρα που σπάζουμε τις παλιές σχέσεις της ζωής και δημιουργούμε καινούργιες, τώρα που χαλάμε τους συνηθισμένους δρόμους και δρομάκους και ανοίγουμε καινούργιους, ασυνήθιστους, τώρα που ολόκλη­ρες ομάδες του πληθυσμού που ζούσαν εύπορα εκτοπί­ζονται απ’ την τροχιά τους και μπαίνουν στο περιθώριο, κάνοντας τόπο για τα εκατομμύρια τους άλλοτε καταβασανισμένους και κατατυραγνισμένους—δεν μπορεί η νεολαία ν’ αποτελεί μια ομοιογενή μάζα ανθρώπων που μας συμπαθούν, δεν μπορεί να μην υπάρχει σ’ αυτήν διαφορο­ποίηση, διαιρέσεις. Πρώτο, μέσα στη νεολαία υπάρχουν γιοι παραλήδων. Δεύτερο, αν πάρουμε ακόμα και τη δι­κή μας (απ’ την κοινωνική της θέση) νεολαία, όλοι τους δεν έχουν αρκετά νεύρα, δύναμη, χαρακτήρα, κατανόηση για ν’ αντιληφθούν την εικόνα της μεγαλειώδικης συντρι­βής του παλιού και της πυρετώδικης ανοικοδόμησης του καινούργιου σαν εικόνα του επιβαλλόμενου και κα­τά συνέπεια του επιθυμητού, εικόνα που εξάλλου μοιάζει πολύ λίγο με το παραδεισιακό ειδύλλιο της «γενι­κής ευδαιμονίας» που θα μας έδινε τη δυνατότητα «ν’ αναπαυτούμε», «ν’ απολαύσουμε την ευτυχία». Εννοείται πως σε μια τέτια «ιλιγγιώδη αναμπουμπούλα» δεν μπο­ρούμε να μην έχουμε κουρασμένους, σπασμένους, ξεφτισμένους, απελπισμένους ανθρώπους που μας εγκαταλεί­πουν, και, τέλος, ανθρώπους που αυτομολούν στο στρα­τόπεδο του εχθρού. Είναι τα αναπόφευκτα «έξοδα» της επανάστασης.

Σήμερα το βασικό είναι ότι τον τόνο στη νεολαία μας δεν τον δίνουν οι γκρινιάρηδες, μα οι μαχητικοί μας κομσομόλοι, ο πυρήνας της νέας, της πολυάριθμης γενιάς των μπολσεβίκων-γκρεμιστών του καπιταλισμού, των μπολ­σεβίκων-οικοδόμων του σοσιαλισμού, των μπολσεβίκων- απελευθερωτών όλων των καταπιεζομένων και των υπο­δουλωμένων. Αυτού βρίσκεται η δύναμή μας. Αυτού και η εγγύηση της νίκης μας.

3) Αυτό βέβαια δε σημαίνει πώς δεν πρέπει να προ­σπαθούμε να περιορίσουμε τον αριθμό των κλαψιάρηδων, εκείνων που γκρινιάζουν, που αμφιβάλλουν κτλ., με την οργανωμένη ιδεολογική (και κάθε λογής άλλη) επίδραση μας πάνω τους. Απεναντίας, ένα από τα κυριότερα κα­θήκοντα του κόμματός μας, των πολιτιστικών οργανώσεών μας, του τύπου μας, των Σοβιέτ μας είναι να ορ­γανώσουν αυτή την επίδραση και να πετύχουν σοβαρά αποτελέσματα. Γι’ αυτό δεχόμαστε (οι φίλοι μας) εξολοκλήρου τις προτάσεις Σας:

α) να ιδρύσουμε το περιοδικό «Ζα Ρουμπεζόμ», β) να εκδόσουμε μια σειρά εκλαϊκευτικές συλλογές για τον «Εμφύλιο πόλεμο», χρησιμοποιώντας σ’ αυτή τη δουλιά τον Α. Τολστόι και άλλους τεχνίτες της πένας.

Χρειάζεται μόνο να προσθέσουμε ότι καμιά απ’ αυ­τές τις δουλιές δεν μπορούμε να την εμπιστευθούμε στην καθοδήγηση του Ράντεκ ή οποιουδήποτε απ’ τους φίλους του. Δεν πρόκειται για τις καλές ή όχι προθέσεις του Ράντεκ ή για την ευσυνειδησία του. Πρόκειται για τη λο­γική της φραξιονιστικής πάλης που δεν την απαρνήθηκαν ολότελα (δηλ. την πάλη) αυτός και οι φίλοι του (έμειναν μερικές σοβαρές διαφωνίες που θα τους σπρώ­χνουν στην πάλη). Η ιστορία του κόμματός μας (και όχι μόνο του δικού μας κόμματος) μας διδάσκει ότι η λογική των πραγμάτων είναι ισχυρότερη απ’ τη λογική των ανθρώπινων προθέσεων. Θαναι πιο σωστό την κα­θοδήγηση όλης αυτής της δουλιάς να την αναθέσουμε σε σταθερούς πολιτικά συντρόφους, και το Ράντεκ και τους φίλους του να τους χρησιμοποιήσουμε σα συνεργάτες. Αυτό θαναι το πιο σωστό.

4) Αφού εξετάσαμε με όλη τη σοβαρότητα το ζή­τημα της ίδρυσης ειδικού περιοδικού «Για τον πόλεμο», καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχουν σήμερα λόγοι για την έκδοση ενός τέτιου περιοδικού. Έχουμε τη γνώμη πως θαναι σκοπιμότερο να πραγματευόμαστε τα ζητήματα του πολέμου (εννοώ του ιμπεριαλιστικού πολέμου) στα πολιτικά περιοδικά που υπάρχουν. Πολύ περισσότερο που τα ζητήματα του πολέμου δεν μπορούμε να τα αποσπάσουμε απ’ τα ζητήματα της πολιτικής που έκφρασή τους είναι ο πόλεμος.

Όσο για τα πολεμικά διηγήματα, θα χρειαστεί να τα εκδόσουμε υστέρα από ενα καλό ξεδιάλεγμα. Στα βι­βλιοπωλεία φιγουράρουν πλήθος λογοτεχνικά διηγήματα που περιγράφουν τις «φρικαλεότητες» του πολέμου και εμπνέουν τον αποτροπιασμό για κάθε πόλεμο (όχι μόνο τον ιμπεριαλιστικό, μα και κάθε άλλον). Είναι αστικο-πασιφιστικά διηγήματα που η αξία τους δεν είναι μεγάλη. Εμάς μας χρειάζονται διηγήματα που να οδη­γούν τους αναγνώστες απ’ τις φρικαλεότητες του ιμπε­ριαλιστικού πολέμου στην ανάγκη να απομακρυνθούν oι ιμπεριαλιστικές κυβερνήσεις που οργανώνουν τέτιους πολέμους. Αλλωστε δεν είμαστε ενάντια σε κάθε πόλεμο. Είμαστε ενάντια στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο σαν πόλεμο αντεπαναστατικό. ΄Ομως είμαστε υπέρ του απελευθερωτικού, του αντιιμπεριαλιστικού, του επαναστα­τικού πολέμου, παρά το γεγονός ότι ένας τέτιος πόλεμος, όπως είναι γνωστό, όχι μόνο δεν είναι απαλλαγμένος απ’ τις «φρικαλεότητες της αιματοχυσίας», μα και είναι γεμάτος απ’ αυτές.

Μου φαίνεται πως η θέση του Βορόνσκι, που ετοιμάζε­ται να εκστρατεύσει ενάντια στις «φρικαλεότητες» του πολέ­μου, πολύ λίγο διαφέρει απ’ τη θέση των αστών πασιφιστών.

5) Έχετε απόλυτα δίκιο, όταν λέτε ότι στον τύπο μας βασιλεύει μεγάλη σύγχυση σ’ ό,τι αφορά τα ζητήμα­τα της αντιθρησκευτικής προπαγάνδας. Κάποτε γίνονται πολύ μεγάλες ανοησίες, που χύνουν νερό στο μύλο των εχθρών. Στον τομέα αυτόν έχουμε να κάνουμε τεράστια δουλιά. Όμως δεν πρόλαβα ακόμα να μιλήσω για τις προτάσεις Σας με τους συντρόφους της αντιθρησκευτικής προπαγάνδας. Θα Σας γράψω γι’ αυτό το ζήτημα μια άλλη φορά.

6) Δεν μπορώ να ικανοποιήσω την αίτηση του Καμεγκούλοφ. Δεν εχω καιρό! Κι έπειτα, από που ως που εγώ είμαι κριτικός, που να πάρει ο διάβολος!

Τέλειωσα.

Σας σφίγγω θερμά το χέρι και Σας εύχομαι υγεία.

Ευχαριστώ για τα χαιρετίσματα.

Ι. Στάλιν

Λένε πως Σας χρειάζεται γιατρός απ’ τη Ρωσία. Εί­ναι αλήθεια; Ποιον ακριβώς χρειάζεστε; Γράψτε να τον στείλουμε.

Ι. Στ.

17 του Γενάρη 1930

από το 12ο τόμο των απάντων του Στάλιν

στη φωτογραφία του “εξωφύλλου”: Ο Στάλιν με τον Γκόρκι (1931)

πηγή: erodotos.gr

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το