Στους δρόμους, στα απανωτά συλλαλητήρια που ξεσπούν με εκατοντάδες χιλιάδες διαδηλωτές σε ολόκληρη τη Γαλλία, συντρίβεται η αποδοχή της πολιτικής Μακρόν, τσακίζεται το αλαζονικό προφίλ του εκλεκτού του γαλλικού ιμπεριαλισμού. Εξαπολύοντας ένα όργιο κυβερνητικής καταστολής και τρομοκρατίας, επιστρατεύοντας 90.000 αστυνομικούς, ρίχνοντας στο ψαχνό με πλαστικές σφαίρες, προχωρώντας σε 2000 προσαγωγές και 1700 συλλήψεις, με δεκάδες τραυματίες, η κυβέρνηση Μακρόν “όμορφα και δημοκρατικά” αντιμετώπισε τις κινητοποιήσεις του Σαββάτου. Μέσα σ’ αυτό το πνεύμα ισοπέδωσης των δημοκρατικών δικαιωμάτων και κατάπνιξης του εσωτερικού εχθρού, ο πρωθυπουργός Φιλίπ δηλώνει έτοιμος για διάλογο.

Πριν ενάμιση σχεδόν χρόνο ο Μακρόν αναλάμβανε την Προεδρία με τυμπανοκρουσίες περί «νίκης της Δημοκρατίας», εμφανιζόταν ως ο εκπρόσωπος ενός κινήματος πολιτών, που αφουγκραζόταν την κοινωνία και δεν προερχόταν υποτίθεται από κομματικούς σωλήνες. Η φούσκα γρήγορα έσκασε. Πριν ακόμα κλείσουν οι κάλπες οι προεκλογικές δεσμεύσεις και οι  υποσχέσεις κατέρρευσαν. Ο Μακρόν προωθούσε μια βαριά ατζέντα κατεδάφισης των κοινωνικών κατακτήσεων, ξεπατώματος των λαϊκών στρωμάτων, που αναπόφευκτα όξυνε και διεύρυνε τις ταξικές ανισότητες και που εφάρμοσε από την επομένη της εκλογικής του επικράτησης. Με σαφή στόχο την επανάκαμψη της γαλλικής οικονομίας, την αναβάθμιση του ρόλου της Γαλλίας στην ΕΕ μέσα από σκληρές διαπραγματεύσεις με τη Γερμανία, την πιο επιθετική προώθηση των συμφερόντων του γαλλικού ιμπεριαλισμού σε διεθνές επίπεδο. Η ισχυροποίηση της Γαλλίας περνούσε πάνω από τα κοινωνικά ερείπια που γεννούσε αυτή η πολιτική.

Το κίνημα των κίτρινων γιλέκων, που επεκτάθηκε σε όλη τη χώρα, κινητοποίησε ευρύτερες λαϊκές μάζες, αναδεικνύοντας την αγωνιστική τους διάθεση. Στάθηκε η αφορμή για να βγουν στο προσκήνιο καταπιεσμένα κοινωνικά στρώματα, να βρει διέξοδο η συσσωρευμένη λαϊκή οργή, να εκφραστεί η αποδοκιμασία απέναντι στην κυβερνητική πολιτική. Η ένταση και η έκταση της κοινωνικής έκρηξης, που αιφνιδίασε την κυβέρνηση και την υποχρέωσε σε άτακτη υποχώρηση, παίρνοντας πίσω τις αυξήσεις στα καύσιμα -λίγο διάστημα πριν, ο Μακρόν, με τη γνωστή αλαζονεία διατράνωνε ότι δεν τον πτοούν οι κινητοποιήσεις-, είναι το αποτέλεσμα της έντονης λαϊκής δυσαρέσκειας, της απόγνωσης και της αγανάκτησης για τις χρόνιες πολιτικές λιτότητας, για την ταφόπλακα που βάζουν στη ζωή εκατομμυρίων ανθρώπων. Ωστόσο, το ζητούμενο είναι ποιος θα αξιοποιήσει πολιτικά και θα καρπωθεί αυτή την έκρυθμη εσωτερική κατάσταση που έχει διαμορφωθεί και δοκιμάζει σοβαρά την κυβέρνηση Μακρόν, ειδικά ενόψει των ευρωεκλογών. Η Λεπέν καραδοκεί, ο Μελανσόν στηρίζει τα «κίτρινα γιλέκα», ζητά την παραίτηση της κυβέρνησης και καταθέτει πρόταση μομφής, το Σοσιαλιστικό κόμμα προετοιμάζει την επάνοδό του. Η ίδια η κυβέρνηση αναζητά διεξόδους για να εκτονώσει την κατάσταση μέσα από συναντήσεις με τις συνδικαλιστικές οργανώσεις και τα πολιτικά κόμματα, με εκκλήσεις για «κοινωνική ειρήνη». Επιχειρώντας ταυτόχρονα να χειραγωγήσει αυτό το κίνημα, καλλιεργώντας προσδοκίες ότι το διάγγελμα Μακρόν τις επόμενες μέρες θα οδηγήσει σε συμβιβασμό με τα κίτρινα γιλέκα. Από τις συνδικαλιστικές οργανώσεις μέχρι στιγμής η CGT καλεί σε κινητοποίηση στις 14 Δεκέμβρη με βασικό αίτημα τις αυξήσεις στους μισθούς, την υπεράσπιση του κράτους πρόνοιας και της κοινωνικής ασφάλισης.

Το κίνημα των κίτρινων γιλέκων που εμφανίζεται ως αυθόρμητο, σημείωσε μια νίκη σε ό,τι αφορά τα καύσιμα, κινητοποιεί χιλιάδες ανθρώπους και αυτό είναι σημαντικό, αποτυπώνει την έλλειψη εμπιστοσύνης και την αμφισβήτηση απέναντι στο πολιτικό σύστημα, αλλά είναι εξαιρετικά ανομοιογενές με πολλές αντιφάσεις στους κόλπους του, χωρίς συνοχή και οργανωτική δομή, χωρίς ένα σαφή προοδευτικό πολιτικό προσανατολισμό και αιτήματα. Όσο παραμένει ασύνδετο από σωματεία και συνδικάτα, δεν αντέχει ούτε να οργανώσει ούτε να σηκώσει παλλαϊκούς αγώνες που θα αναχαιτίσουν την επιβολή των αντιδραστικών κυβερνητικών μεταρρυθμίσεων, δίνοντας μια άλλη πιο ελπιδοφόρα προοπτική.

 

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το