Το σχέδιο συμφωνίας Πολιτείας-Εκκλησίας, που δόθηκε χτες στην εντεταλμένη από την Ιερά Σύνοδο επιτροπή από το υπουργείο Παιδείας, αποκαλύπτει ότι όταν ο ΣΥΡΙΖΑ μιλούσε για “ιστορική συμφωνία” κράτους – εκκλησίας εννοούσε έναν τέτοιου χαρακτήρα “ιστορικό συμβιβασμό” που κάνει ακόμη μια φορά τη ΝΔ  να παραπονιέται ότι ο ΣΥΡΙΖΑ αντιγράφει τις δικές της θέσεις για το ζήτημα.

Ουδέποτε έως σήμερα είχαν αναληφθεί τέτοιες και τόσες υποχρεώσεις, αναγνωρίζοντας μάλιστα ότι συνιστούν ανταπόδοση έναντι μιας υποτιθέμενης οφειλής του Κράτους προς την Εκκλησία.

Η πρώτη έκπληξη έρχεται με τη νομοθέτηση ‘‘αδιάπτωτου’’ αριθμού θέσεων ιερέων και μάλιστα επαναφέροντάς τους στην Ενιαία Αρχή.

Η μεγαλύτερη όμως έκπληξη προκαλείται από την ανάγνωση του αποσπάσματος -με bold γραμματοσειρά- όπου αναφέρεται ότι τα συμφωνηθέντα και κυρωθέντα με νόμο δεν θα είναι πλέον δυνατόν να τροποποιηθούν στο μέλλον μονομερώς από το κράτος παρά μόνο αν συμφωνήσει και η Εκκλησία!

Δηλαδή όποιος στο μέλλον θελήσει να τροποποιήσει την εν λόγω συμφωνία θα πρέπει να ζητήσει την άδεια της Εκκλησίας.

Με το σχέδιο συμφωνίας  παραμένει το status quo της περιουσίας της ελληνικής εκκλησίας, ενώ φτιάχνεται ειδικό ταμείο αξιοποίησής της με τον έλεγχο να διατηρεί η εκκλησιαστική ιεραρχία. Η περίφημη απαλλοτρίωση της αμύθητης εκκλησιαστικής περιουσίας -σε σπίτια, γη, δασικές εκτάσεις– παραπέμπεται στις καλένδες. Το κράτος αναλαμβάνει να χρηματοδοτεί εσαεί από τον κρατικό προϋπολογισμό τη μισθοδοσία των παπάδων, οι οποίοι παύουν να εμφανίζονται ως δημόσιοι υπάλληλοι και περνούν στην δικαιοδοσία των μητροπολιτών. Είναι φανερό πως μ’ αυτήν τη λύση η εκκλησιαστική ιεραρχία διατηρεί και επαυξάνει τον έλεγχο στον κατώτερο κλήρο (πρόσληψη, προαγωγή, τοποθέτηση), ενώ ο ελληνικός λαός συνεχίζει να χρηματοδοτεί τα εκκλησιαστικά παγκάρια.

ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ

Το σχέδιο ικανοποιεί όλα τα αιτήματα της Εκκλησίας, με πρώτο και καλύτερο το μισθολογικό, αφού η Πολιτεία αναλαμβάνει… μέχρι Δευτέρας Παρουσίας την… Αγία Μισθοδοσία αναγνωρίζοντας ότι χρωστά στην Εκκλησία για περιουσία που απαλλοτρίωσε στο παρελθόν (και μάλιστα χωρίς να διευκρινίζει πόσα χρήματα οφείλει και πότε, επιτέλους, εκτιμά ότι θα τα αποπληρώσει).

Το Κράτος και η Εκκλησία ως συνεταίροι θα ιδρύσουν Ταμείο Αξιοποίησης της Εκκλησιαστικής Περιουσίας, αλλά τα έσοδα «με κανένα τρόπο δεν συναρτώνται με τις ετήσιες καταβολές της Πολιτείας για τη μισθοδοσία», όπως αναγράφεται στο σχέδιο.

Οπως αναφέρεται στην ανάλυση της πρότασης της κυβέρνησης, «το προτεινόμενο σχέδιο νομοθετικής ρύθμισης αποσκοπεί αφ’ ενός στη διασφάλιση του μισθολογικού καθεστώτος των κληρικών, το οποίο σήμερα είναι επισφαλές, καθότι δεν κατοχυρώνεται από μελλοντικές ανατροπές, και αφ’ ετέρου στην από κοινού αξιοποίηση, με αμοιβαίο όφελος, διαμφισβητούμενων περιουσιών που σήμερα λιμνάζουν αναξιοποίητες».

Η κυβέρνηση αναγνωρίζει ότι η Πολιτεία ανέλαβε από το 1945 τη μισθοδοσία του κλήρου «ως ανταπόδοση για πλημμελώς αποζημιωθείσες απαλλοτριώσεις εκκλησιαστικής περιουσίας κατά το παρελθόν».

Η μισθοδοσία

Η Πολιτεία δεσμεύεται ότι αναλαμβάνει τη μισθοδοσία «με πόρους που η Εκκλησία θα λαμβάνει κατ’ έτος από την Πολιτεία ως αφηρημένη αποζημίωση για τις πλημμελώς αποζημιωθείσες απαλλοτριώσεις του παρελθόντος (μέχρι το 1939)».

Η κυβέρνηση προτείνει κάτι πρωτοφανές στην Εκκλησία – για να τη διασφαλίσει ακόμα περισσότερο: να μη νομοθετήσει απλώς μονομερώς, αλλά να φέρει στη Βουλή προς κύρωση με νόμο την ίδια τη συμφωνία. Αυτό σημαίνει πως ό,τι συμφωνηθεί και κυρωθεί τώρα, στο μέλλον δεν θα μπορεί να τροποποιηθεί με άλλο νόμο του κράτους, αλλά θα απαιτηθεί καινούργια συμφωνία.

Η Πολιτεία παύει να μισθοδοτεί απευθείας η ίδια τον κλήρο της Εκκλησίας της Ελλάδος, αλλά… θα εξακολουθεί να τον χρηματοδοτεί πλήρως. Ιδρύεται Ταμείο Μισθοδοσίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, στο οποίο θα καταβάλλεται ετησίως από το κράτος η δαπάνη μισθοδοσίας των κληρικών. Τα σχετικά ποσά δεσμεύονται από την Πολιτεία, υπό τον έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Οι κληρικοί και οι λαϊκοί υπάλληλοι της εκκλησίας θα πληρώνονται από την Ενιαία Αρχή Πληρωμών.

● Νομοθετείται για πρώτη φορά αριθμός οργανικών θέσεων ίσος με τον αριθμό των σήμερα υπηρετούντων έμμισθων κληρικών και όχι βάσει του αναγκαστικού νόμου 536/1945 που προέβλεπε 6.000 θέσεις.

● Ετσι, η Εκκλησία δεν θα αντιμετωπίζει κρατικούς περιορισμούς, όπως για παράδειγμα οι περιορισμοί προσλήψεων με τον κανόνα 1:5 (μία πρόσληψη ανά πέντε αποχωρήσεις) που εφαρμόστηκαν τα προηγούμενα χρόνια, κάτι που οδήγησε στη χειροτονία πολλών άμισθων κληρικών.

● Οι ιερείς διατηρούν την ιδιότητα των «λειτουργών νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου».

● Διασφαλίζεται η μονιμότητά τους.

● Η μισθοδοσία τους θα γίνεται βάσει του ενιαίου μισθολογίου για τους υπαλλήλους του δημόσιου τομέα.

Πηγή: Λαϊκός Δρόμος – Efsyn.gr

 

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το