Η τελευταία συνέντευξη του Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα: “Ο καλλιτέχνης πρέπει να πενθεί και να γελά μαζί με το λαό του” (10/06/1936)

Ο μεγαλύτερος άνθρωπος της Τέχνης στην Ισπανία του 20ού αιώνα, ο Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα, δολοφονήθηκε 19 Αυγούστου το 1936 από τους φασίστες που στασίασαν ενάντια στην Ισπανική Δημοκρατία. Όντας αγωνιστής από το χώρο του, ιδρυτικό μέλος των “Φίλων της Σοβιετικής Ένωσης” και έχοντας υπογράψει και συνυπογράψει πολλά κείμενα (π.χ. επί δικτατορίας Πρίμο ντε Ριβέρα, για το δικαίωμα χρήσης της καταλανικής γλώσσας, αργότερα, για την καταγγελία της δικτατορίας του Σαλαζάρ στην Πορτογαλία), αποτελούσε στόχο των φασιστών. Ο τάφος του ακόμα να βρεθεί.

Από αριστερά προς δεξιά και από πάνω προς τα κάτω: ο ποιητής Ραφαέλ Αλμπέρτι, ο σκηνοθέτης Λουίς Μπουνιουέλ, ο Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα, ο σεναριογράφος-σκηνοθέτης Εντουάρδο Ουγάρτε, ο γ.γ. της ΚΕ του ΚΚ Ισπανίας Χοσέ Ντίαθ, η συγγραφέας Μαρία Τερέσα Λεόν και ο αρχισυντάκτης της εφημερίδας του ΚΚΙ “Εργατικός Κόσμος” Μιγέλ Γκονθάλεθ το Φλεβάρη του 1936. (φωτό)

Στην παρακάτω πολύ ενδιαφέρουσα (και για την τροπή που παίρνει με την αλλαγή ρόλων) συνέντευξη-διάλογο με τον εξίσου κυνηγημένο από τους φασίστες διάσημο καταλανό σκιτσογράφο Λουίς Μπαγαρία, η οποία θεωρείται η τελευταία του συνέντευξη, ο Λόρκα κάνει λόγο για φληνάφημα περί “τέχνης για την τέχνη” και μιλά για την τέχνη για το λαό, αλλά και για τη “μετά θάνατο ζωή”, τον εθνικισμό και την αραβική κληρονομιά της γενέτειράς του, τις ταυρομαχίες και τη μουσική.

Εκ των προτέρων αναφέρεται η μη εξοικείωση του μεταφραστή με τα αναφερόμενα στο διάλογο θέματα Τέχνης, οπότε, κάθε διόρθωση θα ήταν ευπρόσδεκτη.

***

Εσύ που έχεις δώσει λυρική έκφραση στην κολοκύθα του Χιλ Ρόμπλες (σ.parapoda: όπως πάντοτε απεικόνιζε αυτόν τον πολιτικό ο Μπαγαρία) και που έχεις δει την κουκουβάγια του Ουναμούνο (σ.parapoda: συχνά αποκαλούσαν έτσι τον ίδιο τον Ουναμούνο και ο ίδιος είχε ζωγραφίσει κατά την εξορία του στο Παρίσι το 1925 μια κουκουβάγια, στα φτερά της οποίας είχε γράψει ένα ποίημα αφιερωμένο στο συγγραφέα Φρανσίς ντε Μιομάντρ) και το σκυλί χωρίς ιδιοκτήτη του Μπαρόχα (σ.parapoda: “ήρωας” στο έργο του “O αγώνας για τη ζωή – τόμος 1: “Η αναζήτηση””, όπου το αδέσποτο και χωρίς μοίρα σκυλί υπερασπίζεται την ατομική ιδιοκτησία), θέλεις να μου πεις ποιο νόημα έχει το σαλιγκάρι στο αγνό τοπίο του έργου σου;

Με ρωτάς γιατί αυτή η προτίμηση για τα σαλιγκάρια στις εικόνες μου. Λοιπόν, πολύ απλά: για εμένα, το σαλιγκάρι έχει μια συναισθηματική φόρτιση στη ζωή μου. Μια φορά, ενώ ζωγράφιζα, πλησίασε η μητέρα μου και, παρατηρώντας τις μουτζούρες μου, μου είπε: “Γιε μου, εγώ θα πεθάνω κάποια μέρα χωρίς να έχω καταλάβει πώς εσύ θα μπορέσεις να κερδίσεις τα προς το ζην από τα σαλιγκάρια”. Από τότε, έχω βαφτίσει έτσι τα σχέδιά μου. Νομίζω τώρα κόρεσες την περιέργειά σου.

Ποιητή Γκαρθία Λόρκα, με τη λεπτότητα και το βαθυστόχαστο, τον απαλό και όμορφο στίχο σου, στίχο με φτερό από ατσάλι καλά δεμένο, που διαπερνά τα έγκατα της γης: πιστεύεις, ποιητή, στην τέχνη για την τέχνη ή, αντίθετα, η τέχνη πρέπει να τίθεται στην υπηρεσία ενός λαού για να πενθεί μαζί του όταν αυτός πενθεί και να γελάει όταν ο λαός γελάει;

Στην ερώτησή σου, μεγάλε και τρυφερέ Μπαγαρία, πρέπει να απαντήσω ότι αυτή η έννοια της τέχνης είναι κάτι που θα ήταν σκληρό, αν δεν ήταν, ευτυχώς, φανταστικό. Κανένας πραγματικός άνθρωπος δεν πιστεύει σε αυτό το φληνάφημα περί “καθαρής τέχνης”, στην τέχνη για την τέχνη. Σε αυτή τη δραματική στιγμή στον κόσμο, ο καλλιτέχνης πρέπει να πενθεί και να γελά μαζί με το λαό του. Πρέπει να αφήνει στην άκρη το μπουκέτο με τους κρίνους και να μπαίνει στη λάσπη μέχρι τη μέση για να βοηθά αυτούς που αναζητούν τους κρίνους. Συγκεκριμένα, εγώ έχω μια πραγματική επιθυμία να επικοινωνώ με τους άλλους. Για αυτό χτύπησα τις πόρτες του θεάτρου και στο θέατρο βγάζω όλη μου την ευαισθησία.

Πιστεύεις ότι όταν παράγεται ποίηση προσεγγίζεται ένα μελλοντικό υπερπέραν ή, αντίθετα, απομακρύνονται τα όνειρα για μια άλλη ζωή;

Αυτή είναι μια ασυνήθιστη και δύσκολη ερώτηση που φανερώνει οξυμένη μεταφυσική ανησυχία που γεμίζει τη ζωή σου και που μόνο όσοι σε γνωρίζουν καταλαβαίνουν. Η ποιητική δημιουργία είναι ένα μυστήριο που δεν αποκωδικοποιείται, όπως το μυστήριο της γέννησης του ανθρώπου. Ακούγονται φωνές, χωρίς να γνωρίζεις από πού, αλλά και δεν ωφελεί σε κάτι να νοιάζεσαι και από πού προέρχονται. Όπως δεν είχα έγνοια για να γεννηθώ, έτσι δεν έχω έγνοια και για να πεθάνω. Ακούω τη Φύση και τον άνθρωπο με θαυμασμό και αντιγράφω αυτό που με διδάσκουν χωρίς σχολαστικότητα και χωρίς να δίνω στα πράγματα ένα νόημα που δεν γνωρίζω αν το έχουν. Ούτε ο ποιητής ούτε κανείς δεν κατέχει το κλειδί και το μυστικό του κόσμου. Θέλω να είμαι καλός, γνωρίζω ότι η ποίηση εξυψώνει, και όντας καλός και με τον γάιδαρο και με το φιλόσοφο (σ. parapoda: βλ. το παράδοξο του φιλόσοφου Μπουριντάν), είμαι πλήρως πεπεισμένος ότι αν υπάρχει υπερπέραν θα είχα την ευχάριστη έκπληξη να με συναντήσω σε αυτό. Όμως ο πόνος του ανθρώπου και η σταθερή αδικία που πηγάζει από τον κόσμο, καθώς και το ίδιο μου το σώμα και η ίδια μου η σκέψη, με αποτρέπουν να μετακομίσω στα αστέρια.

Δεν πιστεύεις, ποιητή, ότι μόνο η ευτυχία βρίσκεται στην ομίχλη της μέθης, στη μέθη των χειλιών της γυναίκας, του κρασιού, του όμορφου τοπίου, και ότι με το να συλλέγει κανείς έντονες στιγμές δημιουργούνται στιγμές αιωνιότητας, ακόμα κι αν η αιωνιότητα δεν υπήρχε και χρειαζόταν να μαθαίνει από εμάς;

Δεν γνωρίζω, Μπαγαρία, σε τι έγκειται η ευτυχία. Αν πίστευα στο κείμενο που μελετούσα στο Ινστιτούτο, του απερίγραπτου καθηγητή Ορτί ι Λάρα, την ευτυχία δεν την βρίσκεις παρά μόνο στους ουρανούς· όμως αν ο άνθρωπος έχει επινοήσει την αιωνιότητα, πιστεύω ότι υπάρχουν στον κόσμο πολλά γεγονότα και πράγματα που την αξίζουν, τόσο για την ομορφιά τους, όσο και για την καταλυτικότητά τους, που αποτελούν απόλυτα πρότυπα για να είναι μόνιμα. Γιατί με ρωτάς τέτοια πράγματα; Αυτό που θες είναι να βρεθούμε στον άλλο κόσμο και να συνεχίσουμε τη συζήτησή μας υπό τη σκέπη ενός φανταστικού μουσικού καφέ με φτερά, γέλια και απερίγραπτη αιώνια μπύρα. Μπαγαρία, μη φοβάσαι… Να είσαι βέβαιος ότι θα συναντηθούμε.

Θα σε παραξενεύουν, ποιητή, οι ερωτήσεις αυτού του άγριου σκιτσογράφου. Είμαι, όπως γνωρίζεις, ένα ον με πολλά φτερά και λίγες πεποιθήσεις, άγριος αλλά από ύλη που πονάει. Και σκέψου, ποιητή, ότι όλες αυτές οι τραγικές αποσκευές της ζωής μου άνθησαν σε έναν στίχο που ψέλλισαν τα χείλη των γονιών μου. Δεν πιστεύεις ότι είχε περισσότερο δίκιο ο Καλντερόν ντε λα Μπάρκα (σ. parapoda: δραματουργός, ποιητής και συγγραφέας του 17ου αιώνα) όταν έλεγε ότι “ε, λοιπόν, το μεγαλύτερο έγκλημα του ανθρώπου είναι ότι έχει γεννηθεί”, από ό,τι ο Μουνιόθ Σέκα (σ. parapoda: κωμικογράφος, βασιλόφρων και επικριτής της Δεύτερης Ισπανικής Δημοκρατίας, συμμετείχε στην ένοπλη φασιστική εξέγερση του 1936, συνελήφθη και εκτελέστηκε στο “Μελιγαλά” της Ισπανίας, Παρακουέγιος) και η αισιοδοξία του;

Οι ερωτήσεις σου δεν με παραξενεύουν καθόλου. Είσαι ένας πραγματικός ποιητής που πάντοτε βάζει το δάχτυλο στην πληγή. Σου απαντώ με απόλυτη ειλικρίνεια, με απλότητα, και αν δεν είμαι εύστοχος και φλυαρώ, αυτό είναι μόνο από άγνοια. Τα φτερά της αγριάδας σου είναι φτερά αγγέλου, και πίσω από το ταμπούρλο που κρατά το ρυθμό του μακάβριου χορού σου υπάρχει μια ρόδινη λύρα, από αυτές που ζωγράφιζαν οι ιταλοί πρωτόγονοι. Η αισιοδοξία είναι ίδιον των ψυχών που έχουν μία και μόνη διάσταση: αυτών που δεν βλέπουν το κύμα των δακρύων που μας περιβάλλει, το οποίο προκαλείται από πράγματα που μπορούν να επιλυθούν.

Ευαίσθητε και ανθρώπινε ποιητή Λόρκα, ας συνεχίσουμε να μιλάμε για πράγματα που ανήκουν στο υπερπέραν. Επανέρχομαι σε αυτό το θέμα, γιατί το ίδιο είναι που επανέρχεται από μόνο του. Τους πιστούς, που πιστεύουν σε μια μελλοντική ζωή, μπορεί να τους χαροποιεί το να βρεθούν σε μια χώρα ψυχών που δεν έχουν σαρκώδη χείλη προς φίλημα; Δεν είναι καλύτερη η σιωπή του τίποτα;

Κάλλιστε και βασανισμένε Μπαγαρία, δεν γνωρίζεις ότι η Εκκλησία κάνει λόγο για ανάσταση της σάρκας ως τη μεγάλη επιβράβευση των πιστών της; Ο προφήτης Ησαΐας το λέει σε μια τρομακτική αποστροφή του: “[Στον Κύριο θα] ευφρανθούν τα κόκαλα που έσπασε[ς].” Και εγώ είδα στο κοιμητήριο του Σαν Μαρτίν μια ταφόπλακα σε έναν άδειο τάφο, μια ταφόπλακα που κρεμόταν σαν ένα παλιό δόντι σε έναν κατεστραμμένο τοίχο, όπου γραφόταν πάνω της: “Εδώ αναμένει την ανάσταση το σώμα της κας. Μικαέλα Γκόμεθ”. Μια ιδέα εκφράζεται και είναι εφικτή επειδή έχουμε κεφάλι και χέρια. Τα δημιουργήματα δεν επιθυμούν να είναι φαντάσματα.

Πιστεύεις ότι ήταν καλή η στιγμή να επιστραφούν τα κλειδιά της γραναδίνικης γης; (σ. parapoda: είχε προξενήσει αρνητική εντύπωση στους καθεστωτικούς κύκλους η αναφορά του Λόρκα στη λύπη του για την απώλεια του αραβικού πολιτισμού στη Γρανάδα, με τη νίκη των Καθολικών Μοναρχών – Φερδινάνδου και Ισαβέλλας – το 1492. Συγκεκριμένα, ο Λόρκα είχε πει: “όντας από την Γρανάδα, με συμπάθεια βλέπω όσους διώκονται. Τους τσιγγάνους, τους μαύρους, τους Εβραίους (…) τους βορειοαφρικανούς Άραβες, που όλοι οι γραναδίνοι φέρουμε μέσα μας”).

Ήταν μια στιγμή πολύ κακή, παρότι στα σχολεία λένε το αντίθετο. Χάθηκε ένας αξιοθαύμαστος πολιτισμός, μια ποίηση, μια αστρονομία, μια αρχιτεκτονική και μια φινέτσα, όλες τους μοναδικές στον κόσμο, για να ανοίξει ο δρόμος σε μια πόλη φτωχή, δειλή: σε μια “γη του τσάβικο” (σ. parapoda: έτσι ονομαζόταν στη Γρανάδα το “οτσάβο”, υποδιαίρεση της πεσέτας, βάρους 1/8 ουγγιάς χαλκού. Μάλλον ο όρος “γη του τσάβικο” προήλθε από το ότι “καθιερώθηκε” το 19ο αιώνα πάρα πολλοί να ζητούν μανιωδώς από τους πιστούς κατά την “Ημέρα του Σταυρού” ένα τσάβικο “για τον Σταυρό”), όπου αναπτύσσεται τώρα η χειρότερη αστική τάξη της Ισπανίας.

Δεν πιστεύεις, Φεδερίκο, ότι η πατρίδα δεν είναι τίποτα, ότι τα σύνορα κάποια μέρα θα εξαφανιστούν; Γιατί ένας κακός Ισπανός πρέπει να θεωρείται πιο πολύ αδερφός μας από όσο ένας καλός Κινέζος;

Εγώ είμαι εντελώς Ισπανός και θα μου ήταν αδύνατο να ζήσω εκτός των γεωγραφικών μου ορίων. Ωστόσο, περισσότερο από κάθε τι άλλο, μισώ αυτόν που είναι Ισπανός επειδή είναι Ισπανός. Είμαι αδερφός με όλους και απεχθάνομαι τον άνθρωπο που θυσιάζεται για μια αφηρημένη εθνικιστική ιδέα μόνο και μόνο γιατί αγαπά την πατρίδα του επειδή φορά παρωπίδες. Ο καλός Κινέζος μού είναι πιο κοντά από έναν κακό Ισπανό. Τραγουδώ για την Ισπανία και τη νιώθω μέχρι το μεδούλι: όμως, πριν από αυτό, είμαι ένας άνθρωπος στον κόσμο και αδερφός με όλους. Από καιρού, δεν πιστεύω στα πολιτικά σύνορα. Φίλε Μπαγαρία, δεν πρέπει πάντοτε οι συνεντευξιάζοντες να ρωτούν. Πιστεύω πως έχουν τέτοιο δικαίωμα και οι συνεντευξιαζόμενοι. Προς τι τέτοια έγνοια, γιατί σε διακατέχει τέτοια δίψα για το υπερπέραν; Έχεις πράγματι επιθυμία να επιβιώσεις; Δεν πιστεύεις ότι όλα αυτά έχουν ήδη επιλυθεί και ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί να κάνει τίποτα, είτε πιστεύει είτε όχι;

Συμφωνώ, δυστυχώς, συμφωνώ. Βασικά, είμαι ένας άπιστος που διψά να πιστέψει. Είναι τόσο τραγικά επίπονο το να εξαφανίζεσαι για πάντα. Αντίο, χείλη της μητέρας, ποτήρι καλού κρασιού που ξέρει να σε κάνει να ξεχνάς την τραγική πραγματικότητα: τοπίο, φως που σε έκανε να ξεχνάς τη σκιά! Κατά το τραγικό τέλος θα επιθυμούσα μόνο μια συνέχεια: το σώμα μου να θαφτεί σε ένα περιβόλι: ώστε τουλάχιστον, το υπερπέραν μου να ήταν ένα λίπασμα.

Θα ήθελες να μου πεις γιατί έχουν σώμα βατράχου όλοι οι πολιτικοί για τους οποίους φτιάχνεις καρικατούρες;

Γιατί η πλειοψηφία τους ζει σε λίμνες.

Σε ποιο λιβάδι κόβει ο Ρομανόνες (σ. parapoda: παλαιός πολιτικός του Φιλελεύθερου κόμματος, Πρόεδρος της Γερουσίας, 17 φορές υπουργός και 3 φορές πρόεδρος του υπουργικού συμβουλίου επί βασιλείας Αλφόνσου 13ου. Ακολούθησε τους φασίστες) τις απερίγραπτες μαργαρίτες της μύτης του;

Αγαπητέ ποιητή, κάνεις νύξη σε ένα από τα πράγματα που φτάνουν στο μεγαλύτερο βάθος της ψυχής μου. Η μύτη του Ρομανόνες, εξαιρετική μύτη. Αυτή του Συρανό (σ. parapoda: ντε Μπερζεράκ) ήταν μια μύτη που εξαφανιζόταν μπροστά στη μύτη της αγάπης μου. Ο Ροστάν (σ. parapoda: ο δημιουργός του Συρανό ντε Μπερζεράκ) την απολάμβανε λιγότερο από όσο εγώ τη δική μου. Τι καμβάς για τα διακοσμητικά μου οράματα! Οι μαργαρίτες μου έφυγαν όταν τις παράδωσαν σε ένα μοναχικό σταθμό στο δρόμο για το Φονταινμπλό. Ποτέ δεν θα σε έχουν ρωτήσει, γιατί δεν είναι πια της μόδας. Ποιο είναι το αγαπημένο σου λουλούδι. Όμως, καθώς εγώ έχω τώρα μελετήσει τη γλώσσα των λουλουδιών, σε ρωτώ: Ποιο είναι το λουλούδι που προτιμάς; Το έχεις βάλει ποτέ στο πέτο;

Αγαπητέ φίλε, για να κάνεις τέτοιες ερωτήσεις, σκέφτεσαι μήπως να δώσεις διαλέξεις όπως ο Γκαρθία Σαντσίθ (σ. parapoda: δημοσιολόγος, διάσημος για τις διαλέξεις του, στήριξε το φασιστικό πραξικόπημα και έγινε προπαγανδιστής του);

Θεός φυλάξοι! Δεν φιλοδοξώ να “παίζω άσχημα το βιολοντσέλο”.

Προς τι, αγαπητέ Μπαγαρία, το ανθρώπινο αίσθημα που αποτυπώνεις στα ζώα που ζωγραφίζεις;

Αγαπητέ Λόρκα, σύμφωνα με τους καθολικούς, τα ζώα δεν έχουν ψυχή: μόνο κάποια ζώα συμφεροντολόγα, όπως ο σκύλος του Άγιου Ρόκκου, το γουρούνι του Αγίου Αντωνίου, ο κόκορας του Αγίου Πέτρου και το περιστέρι της θείας ξυλογλυπτικής· εγώ είχα στόχο να δώσω ανθρώπινη διάσταση στα ζώα χωρίς νονούς, να τους δώσω αξιοπρέπεια με το μολύβι μου, ώστε να αντιπαραβάλλονται με τους ανθρώπους που είναι καθαρά κτήνη. Αγαπητέ Λόρκα, θα σε ρωτήσω για τα δύο πράγματα που θεωρώ ότι έχουν τη μεγαλύτερη αξία στην Ισπανία: το τσιγγάνικο τραγούδι και την ταυρομαχία. Στο τσιγγάνικο τραγούδι, το μόνο ελάττωμα που βρίσκω είναι ότι στους στίχους του αναφέρεται μόνο στη μητέρα. Όσο για τον πατέρα, ας πάει στο διάολο. Αυτό μου φαίνεται μια αδικία. Πέραν της πλάκας, πιστεύω ότι αυτό το τραγούδι αποτελεί τη μεγάλη αξία της γης μας.

Πολύ λίγοι άνθρωποι γνωρίζουν το τσιγγάνικο τραγούδι, γιατί αυτό που τραγουδιέται στη σκηνή είναι το λεγόμενο φλαμένκο, που αποτελεί έναν εκφυλισμό του. Δεν είναι δυνατό να πούμε σε αυτό το διάλογο τίποτα, γιατί θα ήταν υπερβολικά εκτεταμένο και λίγο δημοσιογραφικό. Όσον αφορά αυτό που λες, για τη συμπάθεια με την οποία αναφέρονται οι τσιγγάνοι μόνο στη μητέρα τους, έχεις κάποιο δίκιο, καθώς αυτοί ζουν υπό καθεστώς μητριαρχίας, και οι πατεράδες, δεν είναι τόσο πατεράδες, καθώς είναι πάντα και ζουν ως γιοί των μητέρων τους. Σε κάθε περίπτωση, υπάρχουν στην τσιγγάνικη λαϊκή ποίηση αξιοθαύμαστα ποιήματα αφιερωμένο στο πατρικό συναίσθημα, ωστόσο είναι λιγότερα.

Το άλλο μεγάλο θέμα για το οποίο με ρωτάς, η ταυρομαχία, είναι ίσως ο πιο ποιητικός και ζωτικής σημασίας πλούτος της Ισπανίας, απίστευτα απορριπτέος από τους συγγραφείς και τους καλλιτέχνες, κάτι που οφείλεται σε μια ψεύτικη διαπαιδαγώγηση από τους δασκάλους μας και που ήμασταν οι άνθρωποι της γενιάς μου οι πρώτοι που απορρίπτουν. Πιστεύω ότι οι ταυρομαχίες είναι η μεγαλύτερη πιο καλλιεργημένη τελετουργία στον κόσμο σήμερα. Είναι το απόλυτο δράμα, στο οποίο ο Ισπανός χύνει τα καλύτερα δάκρυά του και την καλύτερη χολή του. Είναι το μοναδικό μέρος από όπου φεύγει με τη βεβαιότητα ότι έχει δει το θάνατο να περιβάλλεται από την πιο εκθαμβωτική ομορφιά. Τι θα ήταν η ισπανική άνοιξη, το αίμα και η γλώσσα μας, αν έπαυαν να ακούγονται οι δραματικές σάλπιγγες της ταυρομαχίας; Λόγω ιδιοσυγκρασίας και ποιητικού γούστου είμαι βαθύτατα θαυμαστής του Μπελμόντε (σ. parapoda: διάσημος ταυρομάχος).

Ποιοι ποιητές στη σημερινή Ισπανία σου αρέσουν περισσότερο;

Υπάρχουν δυο δεξιοτέχνες: ο Αντόνιο Ματσάδο και ο Χουάν Ραμόν Χιμένεθ. Ο πρώτος, από μια άποψη καθαρά νηφαλιότητας και ποιητικής αρτιότητας, ποιητής ανθρώπινος και ουράνιος, που έχει αποφύγει κάθε αγώνα και είναι ο απόλυτος κύριος του φανταστικού εσωτερικού του κόσμου. Ο δεύτερος, είναι ένας μεγάλος ποιητής που έχει χτυπηθεί από μια φοβερή εκθείαση του εγώ του, έχει διαλυθεί από την πραγματικότητα που τον περιβάλλει και έχει τσιμπήσει απίστευτα από πράγματα ασήμαντα, με τα αυτιά ανοιχτά στον κόσμο, πραγματικός εχθρός της υπέροχης και μοναδικής ποιητικής ψυχής του.

Αντίο, Μπαγαρία. Όταν επιστρέψεις στις καλύβες σου με τα λουλούδια, τα θηρία και τους χείμαρρους, πες στους άγριους συντρόφους σου να μην εμπιστεύονται τα μικρά ταξίδια μετ’ επιστροφής στις πόλεις μας: στα θηρία που έχεις απεικονίσει με φραγκισκανή τρυφερότητα, να μην έχουν μια στιγμή τρέλας και γίνουν κατοικίδια ζώα, και στα λουλούδια, να μην κορδώνονται πολύ για την ομορφιά τους, γιατί θα τους βάλουν χειροπέδες και θα τα κάνουν να ζουν πάνω από τις αποσυντιθέμενες κοιλιές των νεκρών.

Έχεις δίκιο, ποιητή. Επιστρέφω στη ζούγκλα μου, να ‘μαι με τους βρυχηθμούς μου, που είναι πιο αγαπητοί από τα ωραία λόγια των φίλων, που ενίοτε είναι χαμηλόφωνες βρισιές.

Μετάφραση από τα ισπανικά. Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “El Sol”, στις 10/06/1936, σ.5.

Πηγή: parapoda.wordpress.com

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το