«Η κακή φήμη είναι βαρύ φορτίο και είναι δύσκολο να απαλλαγείς από αυτήν», έγραφε ο Ησίοδος στα «Έργα και Ημέρες» και δεν είχε άδικο. Όταν, άλλωστε, δεν μπορείς να απαγορεύσεις κάτι, συκοφάντησέ το σε τέτοιο βαθμό, που να φτάσει στο σημείο να απαξιωθεί από μόνο του στη συνείδηση του κόσμου. Αυτό γίνεται τα τελευταία χρόνια στη δημόσια παιδεία, προκειμένου να καλλιεργηθεί το έδαφος για να εισχωρήσει ακόμα περισσότερο η ιδιωτική – από τα σχολεία μέχρι και τα πανεπιστήμια.

«Μια παιδεία βασισμένη στον υγιή ανταγωνισμό μεταξύ πολλαπλών επιλογών, με γνώμονα πάντα την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών, σκεπτόμενοι πρώτα από όλα τους μαθητές, τους πραγματικούς πελάτες της παιδείας», ανέφερε ο πρόεδρος της ΝΔ, Κυριάκος Μητσοτάκης, στο 10ο συνέδριο του κόμματός του το 2016, δίνοντας το στίγμα του για το πώς φαντάζεται την παιδεία.

Σαν εμπόρευμα, σαν μία σχέση που ο μαθητής – φοιτητής μετατρέπεται σε «πελάτη» που αγοράζει, όχι απαραίτητα γνώσεις και εφόδια για το μέλλον, αλλά απλώς ένα πτυχίο, που δεν θα είναι απαραίτητα της αρέσκειάς του, αλλά θα είναι αυτό που θα καλύπτει τις ανάγκες της αγοράς τη δεδομένη στιγμή.

Σε αυτή την κατεύθυνση κινούνται ήδη και πολλά μεταπτυχιακά προγράμματα, που αποτελούν ουσιαστικά έναν ανηλεή αγώνα δρόμου προκειμένου να βγουν οι νέοι «νικητές» στον ανταγωνισμό για μία θέση εργασίας.

Φυσικά, δεν πρέπει να πέφτουμε από τα σύννεφα, νομίζοντας πως όλα αυτά είναι πράγματα που θα αρχίσουν να υλοποιούνται σε κάποιο μακρινό και δυστοπικό μέλλον, άλλωστε τα υποστηρίζει με θέρμη και ο ΣΕΒ και οι ξένοι «εταίροι» μας.

Αρκεί μόνο να φέρουμε στο νου μας, πως το 2017, η βρετανική πολυεθνική εταιρεία τραπεζικών και χρηματοοικονομικών υπηρεσιών HSBC χορήγησε και πραγματοποίησε για ένατη συνεχή ακαδημαϊκή χρονιά, το εκπαιδευτικό πρόγραμμα «Junior Achievement More than Money» το οποίο διδάσκει, μέσα από τη διαδικασία του παιχνιδιού, σε παιδιά της Ε΄ και ΣΤ΄ Δημοτικού βασικές οικονομικές και επιχειρηματικές δεξιότητες.

Κι αν αναρωτιέται κάποιος τι κακό υπάρχει σε όλο αυτό, έχουμε να πούμε πως δεν θα ήταν απαραίτητα κακό, αν δεν αποτελούσε τον δούρειο ίππο για να εισχωρήσουν οι μεγάλες επιχειρήσεις στην παιδεία. Άλλωστε, τη στιγμή που ακούμε πως «μαθήτρια λιποθύμησε από την πείνα στην Πάτρα» (15/03/2017) ή πως από το 2008 «περισσότερα από ένα στα επτά δημοτικά σχολεία και γυμνάσια έκλεισαν την εξαετία της ύφεσης, περίπου το 36% των καθηγητών γυμνασίου απομακρύνθηκαν από τις αίθουσες διδασκαλίας, ενώ αν πάμε λίγο πιο πάνω, στα ΤΕΙ, βλέπουμε ότι το διδακτικά προσωπικό μειώθηκε κατά 50%» (15/11/2014 – Ημεροδρόμος), καταλαβαίνουμε πως το βασικό πρόβλημα στην εκπαίδευση και γενικότερα στην κοινωνία είναι άλλο…

Αλλά είπαμε… θαυμαστέ καινούργιε κόσμε της παιδείας, εσύ!

Ένας άλλος τρόπος με τον οποίο επιχειρείται η περαιτέρω είσοδος των επιχειρήσεων στα πανεπιστήμια είναι η – τάχα μου – ευαισθησία που δείχνει η άρχουσα τάξη και οι εκάστοτε κυβερνήσεις στην ανομία. Ο πρόεδρος τη ΝΔ, Κυριάκος Μητσοτάκης, ανέφερε πρόσφατα μάλιστα για πολλές σχολές πως αποτελούν «γιάφκες της βίας και στέκια του εγκλήματος. Με κουκουλοφόρους, μολότοφ, εμπόρους ναρκωτικών να απειλούν καθημερινά φοιτητές» (24/11/2018).

Κι αν νομίζετε πως όλα αυτά κρύβουν μία υπερβολή ή δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα, αξίζει να αναφερθεί πως η Βουλή της γειτονικής Βουλγαρίας ενέκρινε τον Σεπτέμβριο του 2018 νομοθετικές τροπολογίες που επιτρέπουν στους εργοδότες και στις επιχειρηματικές οργανώσεις να συμμετέχουν στην κατάρτιση των προγραμμάτων σπουδών των πανεπιστημίων.

Και να είστε σίγουροι πως ο αυτός ο θαυμαστός καινούργιος κόσμος της παιδείας δεν απέχει πολύ από τη χώρα μας…

Πηγή: Παναγιώτης Κολέλης – katiousa.gr

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το