Εισαγωγή

Ο μαρξισμός είναι μια ολοκληρωμένη θεωρία. «Ανωτεροποίησε» επιστημονικά όλες τις πλευρές του πρώιμου υλισμού και γείωσε τη μέθοδό του, τη διαλεκτική, στο έδαφος της φυσικής και κοινωνικής πραγματικότητας, δηλαδή μίλησε με τον αναγκαίο ρεαλισμό. Ωστόσο, μέσα στους κόλπους του μαρξισμού, δεν αποφεύχθηκαν οι παρεκκλίσεις, απόρροια των αστικών και μικροαστικών επιρροών. Δύο τέτοιες ήσαν ο δογματισμός και ο εμπειρισμός, για τις οποίες έχουμε αναφερθεί πολλές φορές. Ο δογματισμός είναι αποστεωμένος μαρξισμός, δεν βλέπει τον μαρξισμό σαν οδηγό για δράση παρά σαν κοκαλωμένο κι αμετάβλητο σχήμα. Απέναντί του στέκει σαν άλλη όψη του ο εμπειρισμός, δηλαδή η αποφυγή της θεωρίας, η ενασχόληση με το προσωπικό βίωμα που δεν γενικεύεται ή αλλιώτικα αυτό που ονομάζουμε σήμερα τυφλό κινηματισμό ή όπως επικράτησε, ακτιβισμό.

Ο υλισμός πριν την εποχή Μαρξ-Ένγκελς εξέτασε τα προβλήματα της φύσης και της κοινωνίας ξεκομμένα μεταξύ τους και κυρίως μελετούσε το σύνολο των γνώσεων σε απόσπαση από την παραγωγική δραστηριότητα των ανθρώπων, δηλαδή την υλική παραγωγή που συνήθως ονομάζουμε οικονομία. Ήταν οι Μαρξ-Ένγκελς που φώτισαν με επιστημονική πληρότητα την ανάγκη να αναζητιέται η ανθρώπινη γνώση μέσα στα υλικά πράγματα και μεταφέροντας δραστικά και αποφασιστικά το γνωστικό επίκεντρο από τον ουρανό στη γη κι από το αφηρημένο πνεύμα στη συγκεκριμένη ύλη. Αναμφίβολα το δρόμο είχαν ανοίξει οι υλιστές φιλόσοφοι της Αρχαίας Ελλάδας, η Αναγέννηση και κυρίως τα φωτεινά μυαλά των επιστημόνων του ανερχόμενου αστικού κόσμου. Όμως οι προσπάθειες των προμαρξιστών υλιστών έμεναν μετέωρες γιατί δεν είχαν  το σύνολο των εργαλείων να βαθύνουν τη σκέψη τους και να δώσουν συνολική μορφή στη «θεωρία της γνώσης».

Ο κοινωνικός άνθρωπος, αυτός δηλαδή που συμμετέχει στα κοινά και είναι «ιστορικά καθορισμένος», δεν παίρνει μέρος μόνο στην παραγωγική δραστηριότητα, δεν είναι μονοδιάστατα homo economicus (οικονομικός άνθρωπος). Άμεσα ή έμμεσα παίρνει μέρος στην πολιτική, σε όλες τις μορφές της ταξικής πάλης, στον πολιτισμό. Μέσα στις ταξικές κι εκμεταλλευτικές κοινωνίες ο άνθρωπος δρα και συμπεριφέρεται φέρνοντας τη σφραγίδα της τάξης του και δεν υπάρχει σκέψη η οποία να μην έχει το αποτύπωμα αυτής ή της άλλης ταξικής συμπεριφοράς. Ακόμα και όταν βλέπουμε ανθρώπους να «προδίδουν» την τάξη τους και να συμπεριφέρονται ακατανόητα, οφείλουμε να το βλέπουμε μέσα σε μια σύμπλεξη ή συμπλοκή ιδεών και αντιλήψεων που περιλαμβάνουν αρκετούς παράγοντες αλλά έχοντας, σε τελική ανάλυση, το βασικό θεμέλιο που είναι η ταξική συμπεριφορά. Επιμένουμε στον όρο «σε τελική ανάλυση», γιατί πολλές φορές αντί να τα αναλύουμε τα πράγματα με τη συνολική διαδρομή τους, ξεπέφτουμε στην ευκολία του αυτοματισμού (το Α είναι πάντα Α) που οδηγεί από τη διαλεκτική σκέψη στο μηχανικισμό, δηλαδή στην απλούστευση και την ισοπέδωση. Λέμε, λοιπόν, πως η παραγωγική δραστηριότητα και η πορεία της σκέψης, αναπτύσσεται από τις χαμηλότερες βαθμίδες προς τις ανώτερες.

Το ίδιο ισχύει για όλους τους τομείς της κοινωνίας. Οδηγούμαστε από το απλό στο σύνθετο, από το μονόπλευρο στο πολύπλευρο, από το κατώτερο στο ανώτερο. Χρειάστηκαν χιλιάδες χρόνια αγροτικής παραγωγής και σωρεία «χαμένων σοδειών» για να φτάσουμε στην επιστήμη της γεωπονίας, όπως χρειάστηκαν χιλιάδες αποτυχημένες εξεγέρσεις για να φτάσουμε στη νικηφόρα Οκτωβριανή Επανάσταση. Η περιορισμένη παραγωγή των ανθρώπων στένευε τον ορίζοντά τους. Όταν όμως εμφανίστηκε η μεγάλη βιομηχανία, η συσσώρευση πλούτου, το εμπόριο, οι αστοί και ο νεκροθάφτης τους, δηλαδή η εργατική τάξη, μπόρεσαν να κατανοήσουν βαθύτερα την ιστορική εξέλιξή τους και τους νόμους που διέπουν την κοινωνία. Έτσι οι ασυστηματοποίητες γνώσεις μεταβλήθηκαν σε επιστήμη του μαρξισμού. Στο πεδίο της κοινωνίας, ο επιστημονικός μαρξισμός θεωρεί ότι η πράξη μπορεί ν’ αποτελέσει το κριτήριο της αλήθειας, στο πεδίο της φύσης ο (επιστημονικός) πειραματισμός μπορεί να γενικεύει αλλά πρέπει, επίσης, με την πράξη ν’ αποδείξει «του λόγου το αληθές». Οι άνθρωποι στο τριπλό πεδίο (παραγωγή, ταξική πάλη, επιστήμη) μπορούν να επιβεβαιώνουν ή ν’ απορρίπτουν τα αποτελέσματα των γνώσεών τους, αν θέλουν να εναρμονίσουν τις υποκειμενικές ιδέες τους με τους νόμους του αντικειμενικού εξωτερικού νόμου. Σ’ αυτό το προτσές (διαδικασία), η αποτυχία είναι η μητέρα της επιτυχίας και το «πάθημα γίνεται μάθημα», όπως λέει ο λαός μας.

Ο Λένιν έλεγε: «Η πράξη είναι ανώτερη από τη θεωρητική γνώση γιατί έχει το πλεονέκτημα όχι μόνο του γενικού αλλά και της άμεσης πραγματικότητας.» (Κριτική της Επιστήμης της Λογικής του Χέγκελ) Το παραπάνω διόλου δεν αφαιρεί τον ρόλο της γνώσης στην πορεία: Πράξη, γνώση, νέα πράξη, κοκ. Στο πρώτο στάδιο οι άνθρωποι λειτουργούν με βάση την αισθητηριακή γνώση, δηλαδή τη γνώση που βασίζεται στις αισθήσεις τους. Βλέπουν, ακούν, γεύονται, κλπ. Η εξακολούθηση και επανάληψη της κοινωνικής πράξης, οδηγεί τον ανθρώπινο εγκέφαλο σε παραστάσεις, εικόνες και αισθήματα. Τότε εμφανίζονται οι έννοιες. Πχ μετά τη βροχή ή την ξηρασία έρχονται οι έννοιες της βροχής και της ξηρασίας. Τότε, η γενικευμένη έννοια δεν αντανακλά μόνο το φαινόμενο και την εξωτερική όψη του πράγματος, αλλά συλλαμβάνεται η ουσία, η πολυπλοκότητα και οι εσωτερικοί δεσμοί των πραγμάτων.

Η διαφορά ανάμεσα στο αίσθημα και την έννοια, είναι όχι μόνο ποσοτική αλλά και ποιοτική. Η αισθητηριακή αντίληψη μεταβάλλεται σε γνώση, η βαθμίδα αλλάζει, ο άνθρωπος «ψηλώνει» τον νου του. Η αισθητηριακή γνώση διαφέρει από τη λογική γνώση ακριβώς γιατί η πρώτη αντιλαμβάνεται μεμονωμένες πλευρές των πραγμάτων, τον εξωτερικό φλοιό των φαινομένων, ενώ η λογική γνώση συλλαμβάνει το όλον, τους δεσμούς των πραγμάτων, την εξέλιξη και την αλληλουχία, μπορεί ν’ αποκαλύψει τις αντιθέσεις και ν’ ανανεώσει την πράξη στο επίπεδο της θεωρίας. Ο Λένιν (Κριτική στην Επιστήμη της Λογικής του Χέγκελ) έλεγε: «Οι αφαιρέσεις της ύλης, των νόμων της φύσης, η αφαίρεση της αξίας κλπ, με μια λέξη όλες οι επιστημονικές αφαιρέσεις (οι σωστές, οι σοβαρές και όχι οι αυθαίρετες) αντανακλούν τη φύση πιο βαθειά, πιο πιστά, πιο ολοκληρωμένα».

Κανένα χάσμα όμως δε χωρίζει την αισθητηριακή γνώση από το ανώτερο επίπεδό της που είναι η διαλεκτική γνώση, όπως κανένα τείχος δε χωρίζει την πρωτόλεια πράξη από το γενικευμένο συμπέρασμα. Ας πάρουμε ένα παράδειγμα. Ο εργάτης-υπάλληλος ζει τον αυταρχισμό του εργοδότη. Αυτό αντιστοιχεί στη βιωμένη αισθητηριακή γνώση. Το επόμενο βήμα είναι το γενικευμένο συμπέρασμα για την εργοδοσία, ακολουθεί η ανάλυση-σύλληψη του καπιταλισμού στο σύνολό του, έπεται ο μαρξισμός για να βγάλει θεωρητικά συμπεράσματα και να φωτίσει τον δρόμο για ένα ανώτερο σύστημα· τον σοσιαλισμό. Αν ο εργάτης-υπάλληλος παραμείνει στο αισθητηριακό γνωστικό επίπεδο θα βαρυγκωμά, θα αγωνιά και θα οργίζεται, αλλά δε θα περάσει στο επόμενο στάδιο. Σ’ αυτό της διαλεκτικής γνώσης και πάντως θα ’ναι μακρυά από τον μαρξισμό. Στην αρχή του 19ου αιώνα οι Λουδήτες (Άγγλοι εργάτες) έσπαζαν τις μηχανές γιατί τις θεωρούσαν πηγή δυστυχίας. Έπρεπε να ’ρθει ο Μαρξισμός για να μετασχηματίσει την οργή σε επιστημονική θεωρία και να δώσει ολοκληρωμένη απάντηση στον καπιταλισμό. Αλλιώτικα, έπρεπε ο καπιταλισμός να ολοκληρώσει τη νίκη του πάνω στη φεουδαρχία για να γεννηθούν οι όροι κριτικής και αναίρεσής του. Για να δημιουργηθούν οι συνθήκες ανατροπής του.

Από τη γνώση στην πράξη

Αναφέραμε προηγούμενα ότι τόσο ο εμπειρισμός (τυφλή πράξη) όσο και ο δογματισμός (θεωρία χωρίς πράξη) είναι αποκλίσεις από τον μαρξισμό που επιδιώκει όχι μόνο να αναλύσει το υπάρχον κοινωνικό-οικονομικό σύστημα, αλλά να το μετασχηματίσει επαναστατικά. Όποιος θέλει να γνωρίσει τις μεθόδους και τη θεωρία της επανάστασης, πρέπει να πάρει μέρος στην πορεία ανάπτυξής της. Στην πορεία της ταξικής πάλης και των επαναστατικών ιδεών, υπήρξαν τίμιοι επιστήμονες που γοητεύτηκαν από την εικόνα μιας ριζικά διαφορετικής κοινωνίας ή διαμαρτυρήθηκαν έντονα και με το δικό τους τρόπο για τα δεινά του καπιταλισμού, του πολέμου, του ιμπεριαλισμού. Αυτοί οι άνθρωποι (διανοούμενοι, καλλιτέχνες, ακτιβιστές) επεξεργάστηκαν την άμεση ή έμμεση πείρα των ανθρώπων που έζησαν πριν απ’ αυτούς ή δίπλα τους. Ωστόσο, επειδή η γνώση που αποκόβεται από την πράξη είναι πάντα κολοβή, οι προσπάθειές τους έμειναν μετέωρες και αναποτελεσματικές. Ακόμα και αν στα μάτια των ανθρώπων του λαού φαντάζουν τεράστιοι, απέχουν πολύ από την πραγματική και ουσιαστική συνεισφορά στην επαναστατική πράξη. Δε θέλουμε να μηδενίσουμε το μερτικό του διανοούμενου που γράφει για την απεργία.

Αλλά η ίδια η απεργία, η αναγγελία της, η προετοιμασία, η ταξική μάχη, η σύγκρουση με την εργοδοσία και τους κρατικούς μηχανισμούς, αν δεν μετασχηματιστούν στο τρίπολο πράξη-γνώση-νέα πράξη παγώνουν και ξαναγυρίζουν στο ίδιο σημείο εκκίνησης. Ο Μαρξ το διατύπωνε έτσι: «Όσο αξίζει ένα βήμα πραγματικού κινήματος, δεν αξίζουν μια ντουζίνα προγράμματα». Αν και η παραπάνω φράση έχει δόσεις υπερβολής, διατηρεί την πολιτική υπεραξία της. Συμβαίνει συχνά ν’ ακούμε συζητήσεις και ερωτήματα για το σχέδιο του κινήματος, την αναγκαία θεωρία, τη χαμηλή απήχηση των ιδεών του μ-λ κινήματος στην κοινωνία. Όλα τα παραπάνω έχουν δόσεις αλήθειας, αλλά δεν είναι όλη η αλήθεια, περιέχουν όψεις του προβλήματος, αλλά προφανώς δεν είναι η συνολική εκτίμηση των πραγμάτων. Διότι η απόδειξη της εξήγησης, του σχεδίου, κλπ, είναι η ίδια η ταξική πάλη και η αλήθεια βρίσκεται στην αναίρεση των σημερινών δυσμενών όρων. Ας πάρουμε για παράδειγμα την πρόταση του Μ-Λ ΚΚΕ για την ανάγκη δημιουργίας ενιαίου, μαζικού, επαναστατικού κομμουνιστικού κόμματος. Δεν πρόκειται για μία πολιτική παραξενιά, για μια ιδιοτυπία μας.

Είναι το καταστάλαγμα της ιστορικής πείρας δεκάδων κινημάτων, χωρών, κομμάτων. Αυτή η διακηρυγμένη αρχή πρέπει να ωριμάσει στα μυαλά των αγωνιστών της αριστεράς, να προπαγανδιστεί κατάλληλα, να περάσει από το πεδίο της θεωρίας στην πράξη και την ταξική πάλη. Αν η συγκέντρωση δυνάμεων σ’ ένα κόμμα θα επιτευχθεί, δηλαδή αν η θεωρία για το κόμμα περάσει στην πράξη, αυτή θα είναι η απόδειξη της αλήθειας και αυτό το γεγονός θα δείξει πόσο η βούληση και η θέλησή μας εναρμονίστηκαν με τις γενικότερες ανάγκες. Η εμπειρική γνώση μας για το κόμμα υπάρχει στις απεργίες, στο ατελέσφορο των αγώνων, στο ότι η τάξη  δεν είναι «τάξη για τον εαυτό της». Αλλά η εμπειρική γνώση δεν φτάνει και δεν αρκεί. Οφείλουμε να βαθύνουμε τη γνώση και να περάσουμε από τη βαθμίδα της αισθητηριακής γνώσης στην επόμενη βαθμίδα που είναι η διαλεκτική και συμπυκνώνει την πείρα για να μην επαναλάβουμε τα σφάλματα του παρελθόντος. Ο πρόεδρος Μάο έλεγε για το θέμα: «Για να αντικατοπτριστεί με ολοκληρωμένο τρόπο, ένα ορισμένο πράγμα στο σύνολό του, για να αντικατοπτριστούν η ουσία του και οι εσωτερικοί του νόμοι πρέπει να δημιουργηθεί ένα σύστημα εννοιών και θεωριών, αφού προηγούμενα υποβληθούν σε διανοητική επεξεργασία τα πλούσια δεδομένα της αισθητηριακής αντίληψης. Η επεξεργασία αυτή συνίσταται στο να απορρίψουμε το επουσιώδες και να κρατήσουμε το ουσιώδες, να απομακρύνουμε το ψεύτικο και να κρατήσουμε το αληθινό, να περάσουμε από τη μία όψη των φαινομένων στην άλλη, από το εξωτερικό στο εσωτερικό, πρέπει να πραγματοποιήσουμε ένα άλμα από την αισθητηριακή γνώση στην ορθολογική γνώση» (Μάο, Για την πράξη, Ιστορικές Εκδόσεις, 1975).

Συμπεράσματα

Τελικά πώς πρέπει να στέκονται οι κομμουνιστές στο δίπολο θεωρία και πράξη ώστε να μην ξεπέφτουν είτε στον δογματισμό είτε στον εμπειρισμό; Πώς πρέπει να αντιμετωπίζουν τη θεωρία και το μαζικό κίνημα ώστε να ανεβάζουν συνεχώς το επίπεδο ανάλυσης και δράσης τους; Ώστε να χρησιμοποιούν το όπλο της κριτικής και αυτοκριτικής, ώστε να βελτιώνουν το στυλ δουλειάς τους, για να γίνονται χρήσιμα για το λαό και αποτελεσματικά για το κομμουνιστικό και αριστερό κίνημα. Η μαρξιστική φιλοσοφία, που όπως προείπαμε είναι η ανώτερη έκφραση όλων των υλιστικών ιδεών, επιμένει και θεωρεί πως το κυριότερο δεν είναι να κατανοήσουμε τους νόμους του υπάρχοντος κόσμου και να τους εξηγούμε, αλλά να χρησιμοποιούμε τη γνώση των νόμων για να μετασχηματίσουμε (να αλλάξουμε τον κόσμο), (Μαρξ, Θέσεις για τον Φόυερμπαχ). Ο Μαρξισμός αναγνωρίζει τη σπουδαιότητα της θεωρίας, θέση που συμπυκνώθηκε εύστοχα στην παρατήρηση του Λένιν «Χωρίς επαναστατική θεωρία, δεν υπάρχει επαναστατικό κίνημα». Αλλά η παραπάνω θέση στρεβλώθηκε κι απολυτοποιήθηκε από τους κάθε λογής ακαδημαϊκούς, διανοούμενους, κυρίως στην Ευρώπη και στο ρεβιζιονιστικό ευρωκομμουνιστικό κίνημα που θεώρησαν τον εαυτό τους σαν το Μαντείο των Δελφών. Πως όλα γυρίζουν γύρω τους, όπως έλεγαν οι μοναχοί του μεσαίωνα για τη γη. Η θεωρία είναι αναγκαία αλλά καταντάει «ασώματος κεφαλή» όταν δε συνδεθεί με την επαναστατική πρακτική και το επαναστατικό κίνημα.

Η θεωρία για την ταξική εργατική πάλη, θα καταντήσει λήμμα των λεξικών όταν δε γίνει… απεργία. Ο Στάλιν έλεγε: «Η θεωρία γίνεται χωρίς αντικείμενο αν δεν συνδέεται με την επαναστατική πράξη· το ίδιο ακριβώς και η πράξη γίνεται τυφλή, αν η πορεία της δε φωτίζεται από την επαναστατική θεωρία» (Στάλιν, Ζητήματα Λενινισμού). Άρα χρειαζόμαστε και τους δυο παράγοντες ανάπτυξης της διαλεκτικής σκέψης, θεωρία και πράξη χωρίς υποτίμηση καμίας πλευράς. Αρκετές φορές οι άνθρωποι, και οι άνθρωποι του επαναστατικού κινήματος, αδυνατούν να δουν τις στροφές, τα «γυρίσματα» του ιστορικού προτσές. Καθυστερούν τα πολιτικά αντανακλαστικά τους και ξεπέφτουν στο δεξιό οπορτουνισμό, στην αδράνεια και την προσκόλληση στο παλιό.

Οι «φαφλατάδες της αριστεράς» αντίθετα σαλτάρουν πάνω από τα στάδια ανάπτυξης της γνώσης και της ταξικής πάλης, εκλαμβάνοντας τη θέλησή τους ως πραγματικότητα. Οι βολονταριστές (θεληματιστές) εύκολα πέφτουν στην παγίδα του αριστερισμού και των πολιτικών ψευδαισθήσεων, αποσπώντας τις ιδέες από την πράξη, περιμένοντας την επανάσταση την… επόμενη βδομάδα (Τέτοιο ρεύμα είναι ο τροτσκισμός, η αναρχία, το ΝΑΡ-ΑΝΤΑΡΣΥΑ, κλπ).

Η μαρξιστική-λενινιστική θεωρία για την ανάπτυξη της γνώσης, αναγνωρίζει πρωταρχικά την αντικειμενικότητα των πραγμάτων. Όχι για να υποταχτεί σ’ αυτήν, αλλά για να τη γνωρίσει και να την αλλάξει. (Να ο Μαρξ και η 11η θέση για τον Φόυερμπαχ).

Αλλά οπωσδήποτε για να αναπτυχθεί το επαναστατικό κίνημα πρέπει να καταπολεμηθούν αποφασιστικά, τόσο ο δογματισμός της δεξιάς απόκλισης, όσο και ο εμπειρισμός του αριστερισμού. Ο μαρξισμός-λενινισμός δεν θέτει κανένα απολύτως όριο στην αναζήτηση της αλήθειας, ούτε φοβάται από την έκθεσή της μπροστά στις μάζες.

Στο συγκεκριμένο θέμα, είμαστε υπέρ της ιστορικής ενότητας του αντικειμενικού (νόμοι) με το υποκειμενικό (βούληση), της ενότητας θεωρίας και πράξης, της ενότητας γνώσης και δράσης και της απόλυτης σύγκρουσης με όλες τις σφαλερές αντιλήψεις της αριστεράς και της δεξιάς παρέκκλισης. Πράξη, γνώση και ύστερα νέα πράξη και νέα γνώση, αυτό είναι το προτσές της διαλεκτικής σκέψης.

Αυτή είναι στο σύνολό της η υλιστική διαλεκτική για τη θεωρία της γνώσης και αυτή πρέπει να είναι η διαλεκτική ενότητα γνώσης και δράσης.

πηγή: Λαϊκός Δρόμος

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το