Υπήρξε ένας από τους πιο σκληρούς, συγκλονιστικούς και επιτυχημένους αγώνες, που έδωσε ο ηρωϊκός ΕΛΑΣ κατά των κατακτητών, στα μαύρα χρόνια της Ναζιστικής Κατοχής της πατρίδας μας. Ήταν στις αρχές Αυγούστου 1944 η περίφημη μάχη στα στενά του Μουχαρέμ Χάνι, βόρεια της Έδεσσας, ανάμεσα στα βουνά Καϊμακτσαλάν και Βέρμιο, που είχε ως αποτέλεσμα την  εξουδετέρωση 640 γερμανο-ιταλών φασιστών εισβολέων και ελληνόφωνων συνεργατών τους, ενώ εκατοντάδες ήταν οι τραυματίες και πάνω από 270 οι αιχμάλωτοι και πλούσιο το πολεμικό υλικό που πέρασε στα χέρια των ανταρτών.Στο σημείο που σμίγουν δυο βουνά της Μακεδονίας, το Καϊμάκτσαλάν και το Βέρμιο, είναι η τοποθεσία που ονομάζεται Μουχαρέμ Χάνι. Το στενό αυτό οδικό και σιδηροδρομικό πέρασμα, 14 χιλιόμετρα δυτικά της Έδεσσας, πλάϊ στη λίμνη του Οστρόβου, επέλεξε ο ΕΛΑΣ για να επιτεθεί ανατινάζοντας γερμανική αμαξοστοιχία που μετέφερε πολεμικό υλικό και συνοδευόταν από ισχυρό στρατιωτικό τμήμα το οποίο εξολοθρεύτηκε στη μάχη που ακολούθησε.

Σκίτσο που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα του ΕΑΜ Ελευθερία, ένα χρόνο μετά την ιστορική μάχη του Μουχαρέμ Χάνι

H ονομασία της περιοχής

Η περιοχή, σύμφωνα με μία εκδοχή, ονομάσθηκε Μουχαρέμ-χάνι, γιατί εκεί σκοτώθηκε ο Τούρκος στρατηγός Μουχαρέμ και χάνι διότι όλη η τοποθεσία είναι κλειστή και μοιάζει σαν ένα μεγάλο υπαίθριο χάνι. Μια στενωπός ανάμεσα σε δυο βουνά γύρω στα τριακόσια με τετρακόσια μέτρα το ένα απ’ το άλλο, που τα διαχωρίζει μια μικρή  πεδιάδα. Όμως, κατά τον γνωστό Εδεσσαίο λογοτέχνη Μάρκο Μέσκο, στην περιοχή, που την περιγράφει ως «ένα παρατεταμένο λαιμό», λειτουργούσε όντως Χάνι. Και όπως έγραψε: «Πολλά τα χάνια στα χώματά μας. Το χάνι όμως του Τουρκαλβανού Μουχαρέμ κανείς δεν το ‘φθανε. Ήταν βλέπεις, κι ο τόπος, η θέση σταυρός, τέσσερις δρόμοι. Καϊμακτσαλάν, Καρακάμεν, Καϊλάρια, Βοδενά. Αν συνεχίσεις τον σταυρό θα βρεθείς στην Πόλη, στα Γιάννινα, στα Μπιτόλια, στη Σαλονίκη. Μέρα και νύχτα κάποιος με το ζωντανό του θα πέσει στο δίχτυ, θα τον φιλέψει ο Μουχαρέμ, θα βάλει στο ζώο του να φάει και να ξεκουραστεί».1  
Τις πρώτες μέρες του Αυγούστου 1944, η ηγεσία του αντιστασιακού κινήματος είχε την πληροφορία ότι σοβαρές γερμανικές δυνάμεις θα κινούνταν από το Μοναστήρι της τότε Γιουγκοσλαβίας και σήμερα ΠΓΔΜ προς τη Θεσσαλονίκη. Οι παρτιζάνοι του Τίτο, είχαν φράξει το δρόμο υποχώρησης των Γερμανών από την Ελλάδα, μέσω Γιουγκοσλαβίας και οι Ναζί, που είχαν αρχίσει σιγά-σιγά να τα μαζεύουν από τη χώρα μας, καθώς έβλεπαν να πλησιάζει η συντριβή τους, στράφηκαν προς τη Θεσσαλονίκη για να αναζητήσουν άλλη διέξοδο.

Στόχος του ΕΛΑΣ οι φάλαγγες των Γερμανών

«Οι μετακινούμενες φάλαγγες των Γερμανών, ήταν για μας ένας καλός στόχος», έγραψε αργότερα ένα από τα κορυφαία στελέχη του 30ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ, ο Θανάσης Μητσόπουλος. 2  Έτσι, τη νύχτα της 31ης Ιουλίου προς 1η Αυγούστου 1944, τμήμα σαμποτέρ αυτού του Συντάγματος, ενισχυμένο και με τμήμα του εφεδρικού ΕΛΑΣ της περιοχής, ανατίναξε τη σιδηροδρομική γραμμή ανάμεσα στα χωριά Ριζά και Πετριά, κοντά στην Έδεσσα, τη στιγμή που περνούσε μία εχθρική αμαξοστοιχία, με συνέπεια να καταστραφεί τμήμα της γραμμής, η ατμομηχανή και 3 βαγόνια του τρένου.Αυτή ήταν ίσως η πρόβα, για τα μεγάλα χτυπήματα κατά των Ναζί που επρόκειτο να ακολουθήσουν από τους αντάρτες του Ελληνικού Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού (ΕΛΑΣ).Τρεις μέρες αργότερα, τα τμήματα του 30ου Συντάγματος, ενισχυμένα και με αντάρτες του 1ου Τάγματος του 16ουΣυντάγματος του ΕΛΑΣ, στήνουν ενέδρα και ναρκοθετούν τη σιδηροδρομική γραμμή στα στενά του Μουχαρέμ Χάνι, για να χτυπήσουν μία γερμανική αμαξοστοιχία που είχαν πληροφορία ότι επρόκειτο να περάσει κατάφορτη με στρατιωτικά αυτοκίνητα και πολεμικό υλικό.      

Μία περιγραφή της μάχης στην εφημερίδα Ελευθερία

                                     

Στην πρώτη επέτειο από τις μάχες του ΕΛΑΣ στο Μουχαρέμ Χάνι, είχε δημοσιευθεί στην εκδιδόμενη τότε στη Θεσσαλονίκη, ημερήσια εφημερίδα Ελευθερία, που ήταν δημοσιογραφικό όργανο της Επιτροπής Περιοχής Μακεδονίας-Θράκης του ΕΑΜ, η εξιστόρηση κάποιου ανώνυμου αναγνώστη, ο οποίος σύμφωνα με την περιγραφή που έκανε και τα στοιχεία που έδινε, θα πρέπει να ήταν παρών στις επιθέσεις των ανταρτών του ΕΛΑΣ κατά των κατακτητών. Όπως έγραφε:Τη νύχτα στις 2-3 Αυγούστου 1944 υπονομεύεται η γραμμή και στήνεται η ενέδρα στο Μουχαρέμ Χάνι. Στις 3 Αυγούστου τα ξημερώματα, φαίνεται από το βάθος να κατεβαίνει μία αμαξοστοιχία από τη Φλώρινα. Σε λίγο, ένας τρομερός κρότος συντάραξε τον αέρα, η αμαξοστοιχία σαν πούπουλο τινάχτηκε ψηλά και κόβεται στη μέση. Μόνο 2-3 βαγόνια με τη μηχανή κατορθώνουν να ξεφύγουν, μα τα υπόλοιπα μένουν ακίνητα. Οι Γερμανοί που ήταν μέσα κατορθώνουν και κατεβαίνουν, πιάνουν θέσεις στα υψώματα και μας χτυπούν σαν δαιμονισμένοι.Αρχίζει μία σκληρή και άγρια μάχη. Οι αντάρτες μας με την αφάνταστη ορμή τους, εκτοπίζουν τους Γερμανούς, σκαρφαλώνουν στα βαγόνια και βάζουν φωτιά. Εκείνη τη στιγμή όμως φθάνουν στον εχθρό για ενίσχυση, θωρακισμένα αυτοκίνητα, κι έτσι αναγκάζονται να συμπτυχθούν, αφού ξάπλωσαν νεκρούς 30 Γερμανούς, έκαψαν την αμαξοστοιχία και πήραν λάφυρα 5 οπλοπολυβόλα, 30 όπλα και άλλα πυρομαχικά. Δικές μας απώλειες, 2 νεκροί αντάρτες και 6 τραυματίες.3

Η αφήγηση του αντάρτη Νίκου Κουγιουμτζή

Ένας από τους ΕΛΑΣίτες αντάρτες που έλαβαν μέρος σ’ εκείνη την επιχείρηση, ήταν ο Νίκος Κουγιουµτζής από την Κορμίστα Σερρών, ο οποίος ύστερα από την καταστροφή του χωριού του και τις ομαδικές εκτελέσεις από τους Βούλγαρους κατακτητές, μετά την εξέγερση της Δράμας, στις 28 Σεπτεμβρίου 1941, αφού περιπλανήθηκε στον κάμπο της Θεσσαλονίκης, κατέφυγε στο όρος Πάϊκο, όπου κατατάχθηκε αντάρτης στο 30ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ, που είχε φτάσει να έχει δύναμη 2.500 μαχητών.Όπως αφηγήθηκε για την ανατίναξη του τρένου στο Μουχαρέµ Χάνι:  «…Το σχέδιο της επιχείρησης για την ανατίναξη του τρένου στο Μουχαρέµ Χάνι, καταστρώθηκε από τους επιτελείς καπεταναίους, όπως ο Συνταγµατάρχης Καπετάν Στάθης, του 30ου Συντάγµατος. ∆όθηκε διαταγή και κινήσαµε από το Πάϊκο. Περάσαµε στην Καρατζόβα και βγήκαµε στην Κερασιά κι από ‘κει στην Παναγίτσα. Η δικιά µας διµοιρία, που αριθµούσε 28 άνδρες, πήρε διαταγή να πάει στο Γραµµατίκοβο (σημερινό Γραµµατικό). Ανεβήκαµε το Βέρµιο και στρατοπεδεύσαµε εκεί. Ήταν Αύγουστος µήνας του 1944, αν θυµάµαι καλά. Παραµονή της επιχείρησης, µας καθοδήγησαν µε ποιο τρόπο θα φτάσουµε στην τοποθεσία, όπου θα γινόταν η ανατίναξη του τρένου. Για τον ίδιο σκοπό, ακόµη µια διµοιρία από άλλο Σύνταγµα, που είχε έδρα την Παναγίτσα, συµµετείχε κι αυτή.Ξεκινήσαµε νύχτα και αξηµέρωτα φτάσαµε στον προορισµό µας. Ακροβολιστήκαµε, θυµάµαι, σ’ ένα σηµείο, όχι πολύ µακριά από τις ράγες του τρένου που διασχίζουν τη µικρή κοιλάδα του Μουχαρέµ Χάνι. Εκεί βρήκαµε προστασία σ’ ένα στρογγυλό, τσιµεντένιο, µικρό οχυρό. Έµοιαζε κάτι σαν ασβεσταριά. Μάλιστα έγραψα και τ’ όνοµά µου, εκείνες τις ατέλειωτες ώρες της ενέδρας. Θα χτυπούσαµε, µας είπαν, ένα εµπορικό τρένο φορτωµένο µε γερµανικό στρατιωτικό υλικό και πολεµοφόδια.Τα χαράµατα, ακούσαµε το σφύριγµα του τρένου. Είπαµε, αυτό είναι, τώρα θα γίνει το µεγάλο µπαµ. Τα «λουκούµια», δηλαδή τα µπαρούτια και οι δυναµίτες, ήταν τοποθετηµένα από πολλή ώρα πριν κάτω από τις ράγες και η άκρη από το σύρµα που ένωνε τα εκρηκτικά χάνονταν στο βαθύ ρουµάνι. Η μηχανή του  τρένου πέρασε χωρίς να γίνει το παραµικρό. Πέρασε και το πρώτο βαγόνι, κι ύστερα κι άλλο, τίποτα. Αυτό που έγινε κοµµάτια, πρέπει να ήταν το τέταρτο κατά σειρά βαγόνι. Η µηχανή µε δυο βαγόνια αποκόπηκε από το συρµό και συνέχισε το δρόµο της. Τα υπόλοιπα βαγόνια εκτινάχθηκαν στον αέρα σαν πεπονόφλουδες. Η έκρηξη ήταν πολύ ισχυρή. Κοµµάτια από τις ράγες εκσφενδονίζονταν εδώ κι εκεί. Απ’ ότι µπόρεσα να διακρίνω σ’ εκείνο το χαλασµό, είδα κορµιά ανάσκελα διαµελισµένα, κι άλλα µπρούµυτα, κι έναν Γερµανό τραυµατία να σέρνεται πλάι στο ανάχωµα. Αυτόν τον περιµαζέψαµε και τον πήραµε αιχµάλωτο.Ο ήλιος έπιασε κιόλας δυο µπόγια και η διµοιρία µας αντάµωσε την άλλη διµοιρία και τραβήξαµε για την Παναγίτσα. Στην επιχείρηση αυτή σκοτώθηκαν αρκετοί δικοί µας, όπως ο συγχωριανός µου Τσακίρης Γιώργος και ο αδελφός του Τσακίρης Σίµος. Τους άλλους δεν τους θυµάµαι.Ύστερα από λίγες µέρες, πάρθηκε απόφαση να χτυπήσουµε κι’ άλλο τρένο. Η επιχείρηση πραγµατοποιήθηκε, αλλά εγώ δε συµµετείχα λόγω τραυµατισµού. Ένα τραύµα από τα εφτά που είχα µε ταλαιπωρεί ακόµα, µιας και το βλήµα «περπατά» ασταµάτητα στο δεξί µου πόδι. 4

Ο καπετάνιος του 30ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ

Όμως οι αντάρτες του ΕΛΑΣ δεν περιορίζονται σ’ εκείνη τους την επιτυχία, αλλά αποφασίζουν να καταφέρουν ακόμη μεγαλύτερο χτύπημα στους Γερμανούς κατακτητές, πριν αυτοί σηκώσουν κεφάλι, και μάλιστα στο ίδιο σημείο που είχε γίνει το πρώτο σαμποτάζ. Η επιχείρηση οργανώνεται για τα ξημερώματα της 6ης Αυγούστου 1944. Τον όλο συντονισμό της, αναλαμβάνει η διοίκηση του Κλιμακίου της Χης Μεραρχίας του ΕΛΑΣ από τους αντισυνταγματάρχη Διονύση Καράντζο,  (Μελά) και Χρήστο Μόσχο (Πέτρο). Επίσης μετέχει στην επιχείρηση η διοίκηση του 30ου Συντάγματος που αποτελούνταν από τον ταγματάρχη Φώτη Ζησόπουλο (Παππού) και τον πολιτικό επίτροπο Γιάννη Καριοφύλλη (Στάθη). Συμμετέχει και ομάδα κομάντος, με επικεφαλής το σύνδεσμο της Συμμαχικής Στρατιωτικής Αποστολής στο 30ο Σύνταγμα, ταγματάρχη Τζακ Τζόνσον.Όπως εξιστόρησε παραστατικά ο Θανάσης Μητσόπουλος:«Στις 3:30 το πρωί, ακούστηκε μία τρομακτική έκρηξη και η αμαξοστοιχία τινάχτηκε στον αέρα. Τα βαγόνια πετάχτηκαν τρίζοντας έξω από τις ράγες. Ακολούθησε σκληρή και πεισματική μάχη από βαγόνι σε βαγόνι με τη γερμανοϊταλική φρουρά που συνόδευε την αμαξοστοιχία.Η μάχη κράτησε περίπου μία ώρα. Ο εχθρός συντρίφτηκε ολοκληρωτικά. 160 στρατιώτες και αξιωματικοί του εχθρού σκοτώθηκαν. Πιάσαμε 60 αιχμαλώτους. Η αμαξοστοιχία (2 ατμομηχανές, 28 βαγόνια, 2 σκευοφόρες, 6 αυτοκίνητα και 8 κάρα βλητοφόρα) πυρπολήθηκε ολόκληρη. Η συγκοινωνία διακόπηκε 24 ώρες. Πήραμε λάφυρα: 3 βαριά πολυβόλα, 4 οπλοπολυβόλα και ατομικό οπλισμό με άφθονα πυρομαχικά. Επίσης, άφθονο υγειονομικό υλικό και χειρουργικά εργαλεία ολόκληρου ορεινού γερμανικού χειρουργείου, και 22 μουλάρια ειδικού φόρτου που γλύτωσαν από τη φωτιά.Την ίδια μέρα, λίγο πιο πέρα από το μέρος που ανατινάχθηκε και κάηκε η αμαξοστοιχία αυτή, τμήματά μας χτύπησαν και δεύτερη γερμανική θωρακισμένη αμαξοστοιχία που έσπευσε σε ενίσχυση της πρώτης. Τα τμήματα κάλυψης της επιχείρησης, καθήλωσαν τη θωρακισμένη αυτή αμαξοστοιχία και την ανάγκασαν να γυρίσει πίσω». 5Για τη σημαντική εκείνη επιτυχία των ανταρτών του ΕΛΑΣ, τη μεγαλύτερη ίσως που σημειώθηκε σε όλη τη χώρα την περίοδο της Εθνικής Αντίστασης κατά των κατακτητών, έγραψε η εφημερίδα του ΕΑΜ Μακεδονίας-Θράκης Ελευθερία, στην επέτειο ενός έτους από τη διεξαγωγή της:«Το νέο καρτέρι, στήθηκε στο ίδιο μέρος, 200 μόλις μέτρα πιο πάνω από την προηγούμενη θέση. Σ’ αυτή μας την επιχείρηση πήραν μέρος και 40 Αγγλοαμερικανοί κομάντος, με επικεφαλής τον Νοτιοαφρικανό λοχαγό Κράνικ.

Το πρωί της 5ης προς 6η Αυγούστου 1944, μία τεράστια αμαξοστοιχία τραβάει αγκομαχώντας από το πολύ φορτίο το δρόμο του θανάτου. Το τρένο φθάνει, μόνο 20 μέτρα έμειναν, τώρα ένα μέτρο ακόμη, ένα χιλιοστό. Μια τεράστια αγωνία μας καταλαμβάνει όλους μας. Και να, μία φλόγα ανεβαίνει στον ουρανό. Βροντές, αστραπές, ουρλιαχτά πόνου, κραυγές απελπισίας, κομμάτια από χέρια, πόδια, κεφάλια τινάζονται ψηλά. Οι ηρωϊκοί αντάρτες μας μεσ’ στην αντάρα της μάχης και τον χαλασμό, χτυπάνε αλύπητα τους Ούνους, τρέχουν με αφάνταστη ορμή, πηδούν στα βαγόνια, χτυπούν, τσακίζουν κάθε αντίσταση και πιάνουν αιχμαλώτους όσους δεν βρήκε ο Χάρος στην τρομερή αυτή συμφορά.  175 πτώματα μετρήθηκαν, και πιάστηκαν 63 αιχμάλωτοι στη φοβερή αυτή σύγκρουση, ενώ πήραμε λάφυρα 40 μουλάρια, 235 όπλα, πολλά πιστόλια, φαρμακευτικό υλικό μιας Μεραρχίας,  εργαλεία  δύο χειρουργείων, πολύ ιματισμό και άλλα είδη. Για τη μεγάλη μας αυτή επιτυχία, το Συμμαχικό Στρατηγείο Μέσης Ανατολής, έστειλε συγχαρητήρια για την ανδρεία και την τόλμη που έδειξαν οι αντάρτες…». 6Στη μάχη του Μουχαρέμ Χάνι, έλαβαν μέρος το 2ο Τάγμα του 30ου Συντάγματος, με διοικητή τον καπετάν Κατσώνη, το 1ο Τάγμα του 16ου Συντάγματος με διοικητή τον καπετάν Μαύρο και το 3ο Τάγμα του 53ου Συντάγματος με διοικητή τον Σεραφείμ Καρασάββα. Στην επιχείρηση πήρε επίσης μέρος και ο διοικητής της 10ης Μεραρχίας του ΕΛΑΣ Χρήστος Μόσχος (καπετάν Πέτρος).

Η εξιστόρηση από τον αντάρτη Βασ. Ιωακειμίδη

Ένας από τους αντάρτες που μετείχαν σ’ εκείνη τη σκληρή όσο και ηρωϊκή επιχείρηση, ήταν ο επιλοχίας της 3ης Διμοιρίας του Τρίτου Τάγματος, Βασίλης Ιωακειμίδης, που περιέγραψε τη συγκλονιστική εμπειρία που έζησε. Όπως έγραψε:«Σύνθημα για την έναρξη της επιχειρήσεως, θα ήταν τρεις κόκκινες φωτοβολίδες που θα έριχνε ο καπετάνιος της Μεραρχίας μας, Πέτρος, που ήλθε στην περιοχή μας γι’ αυτή την επιχείρηση. Κατά τις πρώτες πρωϊνές ώρες, ακούεται από μακριά το σφύριγμα του τραίνου. Η αγωνία μας τελειώνει. Σε λίγο, ένα μεγάλο μαύρο φίδι σέρνεται πάνω στις γραμμές και μπαίνει στον κλοιό μας.
Σφυρίζει περνώντας τη στενωπό και μόλις η μηχανή έφτανε στην ανατολική έξοδο της στενωπού ρίχνονται οι τρεις κόκκινες φωτοβολίδες. Τα συμμαχικά μπαζούκας καταστρέφουν τις δύο ατμομηχανές μπρος και πίσω που είχε το τραίνο. Το μαύρο θεριό, μένει ακίνητο. Ένας πανζουρλισμός πυρών, αρχίνησε επάνω στο τραίνο από τους λόχους εξορμήσεως. Σε λίγο η σάλπιγγα, σημαίνει για μας προχωρείτε… προχωρείτε…Γίνεται η εξόρμησή μας. Προτού βρούμε αντίσταση, τρέχουμε σαν να πάμε σε πανηγύρι, φωνάζοντας «Αέρα». Ο ενθουσιασμός μας γίνεται ακόμα μεγαλύτερος όταν βλέπουμε όλοι μας επάνω στη σκεπή της αμαξοστοιχίας να τρέχει σαν φαντομάς, κρατώντας από ένα πιστόλι σε κάθε χέρι, τον καπετάνιο της Μεραρχίας Πέτρο. Βλέπει από εκεί επάνω τις φωλιές αντιστάσεως που πάνε να κάνουν οι Γερμανοί απ’ τη δεξιά πλευρά του τραίνου, καθώς  πετάχτηκαν έξω, ρίχνει προς αυτούς συνέχεια, ενώ φωνάζει σε μας με πολύ προφύλαξη: «Ανεβείτε στο τραίνο επάνω».
Σκέφθηκα αστραπιαία τη διαφορά διοικήσεως, γενναιότητας των ηγητόρων μας. Ένας Μέραρχος ολόκληρος του λαϊκού μας στρατού, πρώτος και καλύτερος απ’ τον απλό αντάρτη αγωνιστή, όρμησε και ανέβηκε πρώτος επάνω στο τραίνο κρατώντας δυο πιστόλια. Τι αυτοπεποίθηση, τι ηρωισμό και τι παράδειγμα ενεργείας έδειχνε εκείνη η πράξη του σε μας τους αγωνιστές. Σε αντίθεση με τη θέση που θα είχε ένας Μέραρχος του αστικού στρατού, που  κρατώντας τα κιάλια του στα χέρια, θα παρακολουθούσε την εξέλιξη της επιχείρησης από πολύ μακριά».

Πολύτιμο υλικό στα χέρια των ανταρτών

Αποτέλεσμα εκείνης της επιχείρησης, ήταν αφενός μεν να προμηθευτούν με παπούτσια οι αντάρτες, καθώς η υπόδησή τους ήταν με τσαρούχια και αφετέρου να πέσει στα χέρια τους πολύτιμο όσο και δυσεύρετο υγειονομικό υλικό, που οι Γερμανοί κατακτητές ετοιμάζονταν να το προωθήσουν στη χώρα τους. Σύμφωνα πάντα με τον Ιωακειμίδη:
«Σε μεγάλα κοφίνια που μαζεύουν καπνά οι καπνοπαραγωγοί, είχαν τις ασπιρίνες, κινίνα, αντιπυρίνες, σε ξύλινες κάσες τις ενέσεις, σορόπια, χάπια, χάρτινα τόπια από βαμβάκι, γάζες και τσιρότα και πολλά άλλα είδη υγειονομικού υλικού που το έκαναν πλιάτσικο οι Γερμανοί. Οι γιατροί του συντάγματος και των ταγμάτων, μαζί με τους νοσοκόμους ταξινομούσαν τα είδη και τα φορτώσαμε σε οκτώ βοϊδόκαρα, φίσκα φορτωμένα που πήγαν όλο το υγειονομικό υλικό στις ελεύθερες πλέον περιοχές μας. Γυρνώντας στο λημέρι μας, διακόσοι και πλέον αντάρτες, που ήμασταν ακόμα με τα τσαρούχια, παπουτσωθήκαμε απ’ τους σκοτωμένους και αιχμαλώτους Ιταλούς και Γερμανούς». 7Συνολικά στις μάχες του Μουχαρέμ – Χάνι, το τίμημα για τους ένδοξους μαχητές του ΕΛΑΣ, ήταν ο ηρωικός χαμός 18 παλικαριών του.

Νεκρός και Εβραίος ανθυπολοχαγός του ΕΛΑΣ

Στην μάχη αυτή σκοτώθηκε ο εβραϊκής καταγωγής έφεδρος ανθυπολοχαγός του ΕΛΑΣ Μάρκος Αλμπέρτο Καράσσο. Ο ελασίτης ανθυπολοχαγός γεννήθηκε στην Θεσσαλονίκη. Ο πατέρας του εκτελέστηκε από τους Γερμανούς στο στρατόπεδο του Παύλου Μελά το Γενάρη του 1943. Ο ίδιος αποφάσισε να μην ακολουθήσει την μοίρα των υπόλοιπων εβραίων της Θεσσαλονίκης και τον Μάρτη του 1943 βγήκε στο βουνό. Με απόφαση της ΠΕΕΑ προήχθη σε έφεδρο ανθυπολοχαγό για την εξαιρετική του ανδρεία στις μάχες του ΕΛΑΣ κατά των γερμανοφασιστών. Έπεσε πολεμώντας σώμα με σώμα έχοντας σημαντική συμβολή στην επιτυχή έκβαση της επιχείρησης.

Σημειώσεις: 1.     Μάρκος Μέσκος, Μουχαρέμ, εκδόσεις Νεφέλη, 1999

2.     Θανάσης Μητσόπουλος, «Οι τελευταίες μάχες του 30ου Συντάγματος», περιοδικό Εθνική Αντίσταση, τεύχος 7ο Αύγουστους 1964, σ.754

3.     Εφημερίδα Ελευθερία, Θεσσαλονίκη 27 Απριλίου 1945, δημοσίευμα με τίτλο «Τα δύο σαμποτάζ του Μουχαρέμ Χαν».

4.     Εφημερίδα Λίμνη Βεγορίτιδα, Περιοδική έκδοση του συλλόγου προστασίας Βεγορίτιδας, Φύλλο 20ο, έτος 6ο, σ.5η, Άρνισσα Σεπτέμβριος 2010.

5.     Θανάσης Μητσόπουλος, στο ίδιο

6.     Εφημερίδα Ελευθερία, στο ίδιο.

7.     Βασίλης Ιωακειμίδης, Είκοσι χιλιάδες μέρες, Αθήνα 1983, Εξάντας

Πηγή: Σπύρος Κουζινόπουλος – farosthermaikou.blogspot.com

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το