Η δολοφονία του καθηγητή Νίκου Τεμπονέρα τα μεσάνυχτα της 8ης Ιανουαρίου 1991 έχει μείνει στη σύγχρονη πολιτική ιστορία δίπλα σε ανάλογες τρομοκρατικές επιθέσεις παρακρατικών ομάδων, με κορυφαία βέβαια τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη τον Μάιο του 1963.

Ο 38χρονος μαθηματικός, μέλος του Εργατικού Αντιιμπεριαλιστικού Μετώπου, δολοφονήθηκε από ομάδα στελεχών της ΟΝΝΕΔ στο κατειλημμένο σχολικό συγκρότημα Βουδ της Πάτρας, όπου είχε προστρέξει για να συμπαρασταθεί στους καταληψίες μαθητές του. Η άγρια δολοφονία, το γεγονός ότι το θανάσιμο πλήγμα με σιδηρολοστό επήλθε όσο βρισκόταν ο καθηγητής ήδη σωριασμένος στο έδαφος από τα χτυπήματα, μαρτυρά την ανθρωποκτόνο πρόθεση του δράστη.

Η επίθεση της παρακρατικής ομάδας της ΟΝΝΕΔ έγινε στο πλαίσιο της επιχείρησης «ανακατάληψης» των σχολείων που οργάνωσε τότε η κυβέρνηση Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, ανίκανη να αντιδράσει με διαφορετικό τρόπο στο κύμα των καταλήψεων που είχε ξεκινήσει από τα τέλη του Οκτώβρη του 1990 σε εκπαιδευτικά ιδρύματα όλων των βαθμίδων και είχε κλιμακωθεί στα τέλη του χρόνου.

Βασικό αίτημα του κινήματος ήταν η απόσυρση του «πολυνομοσχεδίου» για την παιδεία που είχε συντάξει ο υπουργός Βασίλης Κοντογιαννόπουλος, με στόχο την «πειθάρχηση» του φοιτητικού και μαθητικού πληθυσμού, προκειμένου να ανοίξει ο δρόμος για την περιστολή της δωρεάν παιδείας, τον περιορισμό της φοιτητικής συμμετοχής στην ανάδειξη των πανεπιστημιακών οργάνων, καθώς και τη λειτουργία ιδιωτικών ΑΕΙ, μέσω ειδικής ερμηνείας του άρθρου 16 του Συντάγματος.

Το κίνημα στον χώρο της εκπαίδευσης δεν κάμφθηκε από την τρομοκρατία. Η είδηση της δολοφονίας προκάλεσε πανελλήνια συγκίνηση. Οι κινητοποιήσεις πολλαπλασιάστηκαν και η κυβέρνηση υποχρεώθηκε να αναδιπλωθεί. Ο υπουργός Παιδείας παραιτήθηκε και το «πολυνομοσχέδιο» αποσύρθηκε.

Για μια εκτενή περιγραφή του κινήματος, καθώς και για την υπόθεση της δολοφονίας μπορεί κανείς να συμβουλευτεί το σχετικό αφιέρωμα της «Εφ.Συν.» (Τάσος Κωστόπουλος, «Το φιλελεύθερο παρακράτος. 25 χρόνια από τη δολοφονία του καθηγητή Νίκου Τεμπονέρα», «Εφ.Συν.», 9.1.2016).

Ηταν σκέτο παρακράτος;
Τάσος Κωστόπουλος

Ο λόγος που η πολιτική αυτή δολοφονία πήρε τέτοιες διαστάσεις ήταν ότι, παρά την οξύτατη κομματική αντιπαλότητα εκείνης της περιόδου, υπήρχε διάχυτη η πεποίθηση ότι το ελληνικό πολιτικό σύστημα είχε ξεπεράσει τις φαιές επιβιώσεις του μετεμφυλιακού κράτους.

Ακόμα και οι ορκισμένοι αντίπαλοι του Κωνσταντίνου Καραμανλή αναγνώριζαν ότι ο ηγέτης της Δεξιάς, ιδρύοντας τη Νέα Δημοκρατία μετά την πτώση της δικτατορίας, θέλησε να εξαλείψει τις παθογένειες της προδικτατορικής ΕΡΕ.

Αλλωστε αυτός ήταν που υποτίθεται ότι αναρωτήθηκε «ποιος κυβερνά αυτόν τον τόπο;» όταν αντιλήφθηκε ότι τον καταπίνει το προδικτατορικό παρακράτος, το οποίο ο ίδιος υπέθαλψε. Υπήρξαν βέβαια κάποια φαινόμενα βίαιων ομάδων στο πλαίσιο της ΟΝΝΕΔ επί αρχηγίας Αβέρωφ (οι περίφημοι «Κένταυροι» και «Ρέιντζερς»), αλλά δεν είχαν πάρει διαστάσεις οργανωμένου παρακράτους, εφόσον το κόμμα τους βρισκόταν τότε στην αντιπολίτευση.

Επί κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ αναπτύχθηκε το φαινόμενο των λεγόμενων «αγανακτισμένων πολιτών», δηλαδή ομάδων κρούσης που αναλάμβαναν τον ρόλο του αντίβαρου απέναντι σε λαϊκές δυναμικές κινητοποιήσεις ως συμπλήρωμα των δυνάμεων καταστολής. Αλλά ούτε αυτοί οι μηχανισμοί έλαβαν ποτέ τη μορφή συγκροτημένου παρακρατικού μηχανισμού, λειτουργώντας περισσότερο ως ειδικές μονάδες με πολιτική περιβολή.

Με τη δολοφονία του Νίκου Τεμπονέρα είχαμε μια ποιοτική μεταβολή. Ο άνθρωπος που υποδείχτηκε ως δράστης ήταν ο επικεφαλής της ΟΝΝΕΔ Αχαΐας και δημοτικός σύμβουλος με την παράταξη της Ν.Δ. στην Πάτρα, ο τραπεζικός υπάλληλος Γιάννης Καλαμπόκας.

Συνεργοί του θεωρήθηκαν στελέχη της ΟΝΝΕΔ. Και το σημαντικότερο: μετά τη δημοσιοποίηση της ταυτότητας των δραστών, επιχειρήθηκε από κομματικούς παράγοντες της Ν.Δ. και φιλικά μέσα ενημέρωσης συντεταγμένη συγκάλυψη, ενώ την υπεράσπιση των κατηγορουμένων ανέλαβε καταρχάς ο πρόεδρος της Νομαρχιακής Διοικούσης Επιτροπής (ΝΟΔΕ) Αχαΐας της Ν.Δ., δικηγόρος Παύλος Μαρινάκης.

Τελικά ο Καλαμπόκας καταδικάστηκε για ανθρωποκτονία από πρόθεση σε ισόβια κάθειρξη το 1993, στο εφετείο η ποινή του μειώθηκε σε 17 χρόνια και τρεις μήνες, ενώ μετά από αναίρεση μειώθηκε κι άλλο (16 χρόνια και εννέα μήνες). Αποφυλακίστηκε τον Φεβρουάριο του 1998.

Χαρακτηριστικό πανό των διαδηλώσεων του πρώτου διημέρου μετά τη δολοφονία (Αθήνα, 9-10/1/1991)Χαρακτηριστικό πανό των διαδηλώσεων του πρώτου διημέρου μετά τη δολοφονία (Αθήνα, 9-10/1/1991) |Τάσος Κωστόπουλος

Στο πρώτο δικαστήριο του Βόλου τον υπερασπίστηκαν τρεις κορυφαίοι δικηγόροι, βουλευτές της Ν.Δ.ο Απ. Ανδρεουλάκος, ο Κ. Κωνσταντινίδης και ο Επ. Ζαφειρόπουλος.

Επισήμως, βέβαια, η Ν.Δ. προσπαθούσε τα χρόνια εκείνα να κρύψει την αλληλεγγύη της στο κατηγορούμενο στέλεχός της, αλλά οι προσπάθειές της δεν ήταν πάντοτε πετυχημένες. Μία βδομάδα μετά τη δολοφονία, κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στη Βουλή (16.1.1991), ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Μητσοτάκης προσπάθησε να αποσείσει τις ευθύνες του:

«Εγώ δεν είμαι αρμόδιος να πω ποιος φταίει. Τα πραγματικά περιστατικά είναι γνωστά. Eνα συγκρότημα τεσσάρων σχολείων είχε ένα Λύκειο που δεν ήθελε να λειτουργήσει, που ήταν κατειλημμένο – και δύο Γυμνάσια και ένα Λύκειο που ήθελαν να λειτουργήσουν. Εκεί υπήρξε αντιπαράθεση. Δεν μπαίνω σε λεπτομέρειες, δεν είναι δική μου δουλειά. Ηγείται ο δήμαρχος των Πατρέων κ. Καλαμπόκας, επικεφαλής…».

Η γλωσσική παραδρομή του πρωθυπουργού προκάλεσε φυσικά γέλια και ειρωνικά χειροκροτήματα της αντιπολίτευσης. Κι εκείνος συνέχισε«Αν σας ενοχλεί που έκανα λάθος, θα σας τον πω με το σωστό του όνομα. Ο κ. Ανδρέας Καράβολας, δήμαρχος Πατρέων. Και γίνεται συμπλοκή. Είναι βέβαιο ότι γίνεται συμπλοκή. Είναι βέβαιο ότι υπάρχουν από τη μια μεριά 25 και από την άλλη πάνω από διακόσιοι. Και στη συμπλοκή αυτή συμβαίνει το τραγικό περιστατικό να σκοτωθεί ένας καθηγητής».

Ο συνήθως ψύχραιμος Μητσοτάκης ήταν σ’ εκείνη τη συνεδρίαση ιδιαίτερα ταραγμένος. Λίγο αργότερα, και αφού προσπάθησε να αποδώσει τις ευθύνες στο ΠΑΣΟΚ, είπε ότι «η κυβέρνηση πυροδοτεί την οξύτητα», προκαλώντας νέα γέλια στα έδρανα της αντιπολίτευσης.

Ο εκνευρισμός οφειλόταν βέβαια στο γεγονός ότι ο ευφυής πολιτικός είχε αντιληφθεί πως είχαν ναυαγήσει τα νεοφιλελεύθερα σχέδιά του για την εκπαίδευση, ενώ η παρακρατική δράση είχε τορπιλίσει και τη σύμπραξη της Ν.Δ. με την Αριστερά, λίγες μέρες προτού ξεκινήσει η δίκη για την υπόθεση Κοσκωτά με βασικό κατηγορούμενο τον Ανδρέα Παπανδρέου.

Ο πρώτος δικηγόρος

Για τη δολοφονία του Νίκου Τεμπονέρα υπάρχει μεγάλος όγκος δημοσιευμάτων και αρθρογραφίας, καθώς και μια μελέτη για τη δράση της ομάδας Καλαμπόκα (Ακη Παλαιολόγου, «Στρατηγικές της βίας: η “ομάδα κρούσης” της ΟΝΝΕΔ Αχαΐας», περ. «Ουτοπία», τχ. 102, Ιαν.-Φεβρ. 2013).

Αλλά υπάρχει μόνο ένα βιβλίο που ασχολείται με την υπόθεση κι αυτό είναι γραμμένο από τον αρχικό νομικό παραστάτη του Γιάννη Καλαμπόκα, τον Μιχάλη Αρβανίτη («Ποιος σκότωσε τον Νίκο Τεμπονέρα. Το χρονικό ενός προσχεδιασμένου πολιτικού εγκλήματος και μιας προσχεδιασμένης ποινικής καταδίκης», εκδ. Πελασγός, Αθήνα 2002).

Ο συγγραφέας, στο πρώτο μέρος του βιβλίου, επιχειρεί να πείσει ότι ο θάνατος του Τεμπονέρα ήταν τυχαίος, ότι μπορεί να προκλήθηκε και «από αμέλεια (λάθος) συντρόφου του μέσα στην αναταραχή, είτε προκλήθηκε από τους παγιδευμένους (δηλ. τους ΟΝΝΕΔίτες) στην προσπάθειά τους ν’ αποτρέψουν τον κίνδυνο που τους απειλούσε, δηλαδή ήταν ένα τυχαίο φονικό, χωρίς κίνητρα και μάλιστα πολιτικά» (σ. 65).

Στο δεύτερο μέρος, υποδεικνύει ως δολοφόνο τον υπαρχηγό της τοπικής ΟΝΝΕΔ Αλέκο Μαραγκό, τον οποίο αποκαλεί «Ουρακοτάγκο», και βάζει στο στόμα του Καλαμπόκα τη σχετική «αποκάλυψη». Το πρωτοφανές στην περίπτωση αυτή είναι ότι ο εν λόγω δικηγόρος είχε αναλάβει αρχικά και την υπεράσπιση του Μαραγκού!

Ερωτας με την καραμπίνα
Τα νεοδημοκρατικά πρωτοσέλιδα αποκάλυπταν το «σχέδιο ανακαταλήψεων» την παραμονή της δολοφονίας (7.1.1991) και επέρριπταν τις ευθύνες στον Ανδρέα Παπανδρέου την επομένη (9.1.1991)Τα νεοδημοκρατικά πρωτοσέλιδα αποκάλυπταν το «σχέδιο ανακαταλήψεων» την παραμονή της δολοφονίας (7.1.1991) και επέρριπταν τις ευθύνες στον Ανδρέα Παπανδρέου την επομένη (9.1.1991) | 

Οποιος γνωρίζει ποιος είναι ο συγγραφέας αντιλαμβάνεται και τη σοβαρότητα του πονήματός του. Ο κ. Μιχάλης Αρβανίτης είναι σήμερα ο ίδιος κατηγορούμενος για διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης, μαζί με τους συναγωνιστές του βουλευτές της Χρυσής Αυγής και τα στελέχη των Ταγμάτων Εφόδου της ναζιστικής οργάνωσης.

Τη χρονιά που εκλέχθηκε με τη Χρυσή Αυγή στην Πάτρα, το 2012, κυκλοφόρησε το δεύτερο βιβλίο του («Το Φίδι. Περιούσιοι δολοφόνοι και γραικύλοι εθνοκτόνοι»), στο οποίο περιλαμβάνονται εκτενή αποσπάσματα του γνωστού αντισημιτικού πλαστογραφήματος «Τα Πρωτόκολλα των Σοφών της Σιών» και καταγράφεται η άποψή του για τους Ελληνες πολιτικούς: «δειλός εβραιόσπορος» ο Σημίτης, «προδότης» ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, «γραικυλόγρια» η Aννα Ψαρούδα-Μπενάκη, «γραικυλοκαθάρματα» οι πολιτικοί, «δημοκρατουρία» το πολίτευμα.

Ο Αρβανίτης είναι αυτός που δήλωνε στο «Νουβέλ Ομπσερβατέρ» ότι αγαπάει τόσο πολύ την καραμπίνα του ώστε το βράδυ που την αγόρασε έδιωξε απ’ το κρεβάτι τη γυναίκα του και κοιμήθηκε μ’ αυτήν (6.10.2013).

Μόνο που το βιβλίο του για τον Καλαμπόκα παρουσιάστηκε επισήμως στη δωδέκατη επέτειο της δολοφονίας (8.1.2003), από τον Μάκη Βορίδη και τους δημοσιογράφους της «παράταξης» Χρήστο Πασαλάρη και Γιάννη Βούλτεψη. Μάλιστα, ο Βούλτεψης, ο οποίος υπήρξε διευθυντής του γραφείου Τύπου της Ν.Δ., υιοθετεί πλήρως την άποψη του Αρβανίτη, τον οποίο αποκαλεί «φίλο του» («Δέκα σκληρά χρόνια στη Νέα Δημοκρατία», Αθήνα 2005, σ. 398-401).

Μη βιαστεί κανείς να πει ότι δεν ήξερε ο στενός συνεργάτης του Μητσοτάκη πως ο Αρβανίτης επρόκειτο να εκλεγεί με τους ναζιστές δέκα χρόνια αργότερα.

Ο Αρβανίτης είχε ήδη κατέβει στις Ευρωεκλογές του 1999 με το σχήμα «Πρώτη Γραμμή», μαζί με τον Πλεύρη και τον Μιχαλολιάκο. Αλλωστε στο επίμαχο βιβλίο του υποστηρίζει ότι αντικαταστάθηκε από τη Ν.Δ. με τους τρεις νεοδημοκράτες δικηγόρους επειδή είχε φροντίσει να συνεργαστεί για την υπεράσπιση του Καλαμπόκα με τον Κ[ώστα] Π[λεύρη].

Από τον Τεμπονέρα στον Φύσσα

Ο ιδιαίτερος ρόλος του χρυσαυγίτη Αρβανίτη στην υπόθεση αυτή έχει ξεχωριστή σημασία και για τη δίκη της Χρυσής Αυγής. Η πρώτη αντίδραση της οργάνωσης μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, το φθινόπωρο του 2013, ήταν να θυμίσει τη δολοφονία του Νίκου Τεμπονέρα.

Στον ιστότοπο και στην εφημερίδα της επαναλάμβανε επί μέρες ότι δεν πρέπει να τεθεί εκτός νόμου η ίδια, εφόσον δεν είχε τεθεί εκτός νόμου και η Ν.Δ. τότε. Η Χρυσή Αυγή μιλούσε για «τη δολοφονία του αριστερού καθηγητή Νίκου Τεμπονέρα στην Πάτρα τον Ιανουάριο του 1991 από ΟΝΝΕΔίτες, ύστερα από την επίσημη θέση της κυβερνώσας Ν.Δ. τότε να σπάσουν οι μαθητικές καταλήψεις» και υποστήριζε ότι, ενώ επρόκειτο «για ένα ξεκάθαρο πολιτικό έγκλημα, με σαφή εντολή στον δράστη της επίθεσης να καθαρίσει σπάζοντας την κατάληψη από τα ηγετικά κλιμάκια της Ν.Δ., δεν δόθηκε καμιά συνέχεια» (Γιώργος Μάστορας, «Τα αληθινά πολιτικά εγκλήματα του αντισυνταγματικού τόξου», 20.9.2013).

Μέσα σε λίγες λέξεις ο «θεωρητικός» και «εκπαιδευτής» της οργάνωσης, ο οποίος έχει διοριστεί από τον Αρχηγό και υπάλληλός του στη Βουλή, τα λέει όλα. Αφενός μεν αδειάζει τον «συναγωνιστή» του, τον Αρβανίτη, εφόσον πάει περίπατο η θεωρία του «αθώου Καλαμπόκα», τώρα που μιλάμε για «εντολή στον δράστη».

Αλλά το σημαντικότερο είναι ότι ο Μάστορας (πολιτογραφημένος ως Μισιάκας) συγκρίνει τη δράση της Χρυσής Αυγής με μια υπόθεση που περιλαμβάνει «εντολή σε δράστη από ηγετικά κλιμάκια»! Πάει περίπατο και η θεωρία ότι για τη δολοφονία Φύσσα ευθύνεται μόνο ο φυσικός αυτουργός.

Το χονδροειδές σφάλμα των στελεχών της Χρυσής Αυγής να προβούν στην έμμεση αυτή ομολογία οφείλεται στο γεγονός ότι εκείνες τις μέρες δεν είχε ακόμα ασκηθεί δίωξη για διεύθυνση ή ένταξη σε εγκληματική οργάνωση.

Εκείνο που φοβούνταν ο Μιχαλολιάκος και οι συνεργάτες του ήταν ότι μπορεί να τεθεί η οργάνωσή τους εκτός νόμου. Oταν πληροφορήθηκαν το περιεχόμενο της δίωξής τους ήταν πλέον αργά.

Πηγή: Δημήτρης Ψαρράς – Εφημερίδα των Συντακτών

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το