Πριν από περίπου ένα χρόνο ο Guardian είχε κάνει εκτενώς λόγο για τον μύθο της αξιοκρατίας θέτοντας το ερώτημα «Ποιος παίρνει πραγματικά ό,τι αξίζει;». Η έννοια της αξιοκρατίας βασίστηκε, ως γνωστόν, στην ιδέα πως, απ’ όπου και αν προέρχεται κάποιος, μπορεί να ανέλθει, εφόσον συνδυάσει ταλέντο και κόπο.

«Το παράδοξο της αξιοκρατίας» αποκαλύφθηκε με επιστημονικά εργαλεία μέσα από μία μελέτη του ΜΙΤ, πριν από δύο χρόνια. Οι ερευνητές απέδειξαν πως «αξιοκρατία δεν υπάρχει» και πως πρόκειται για μία κοινωνική κατασκευή, η οποία «ευνοεί τη μεροληψία και την αυτοϊκανοποίηση».

Ο Emilio Castilla, από το Τεχνολογικό Ινστιτούτο Μασαχουσέτης, μαζί με τον συνεργάτη του Stephen Benard από το Πανεπιστήμιο της Ιντιάνα κατέληξαν πως η υιοθέτηση της αξιοκρατίας ως θεμελιώδους αξίας είναι μια βολική ψυχική θέση που δικαιολογεί την υπάρχουσα κατάσταση των πραγμάτων –status quo– μέσα από την εγκαθίδρυση της πεποίθησης πως βρισκόμαστε εκεί που αξίζουμε μέσα στο κοινωνικό σύστημα.

Αν δεν υπάρχει, λοιπόν, αξιοκρατία, δεν υπάρχουν ούτε άριστοι με τον τρόπο που τους αντιλαμβάνεται το ισχύον σύστημα. Για ποιο λόγο επιμένουμε να μιλάμε σήμερα εκ νέου για αριστεία; Γιατί η Νέα Δημοκρατία επέλεξε να συστηθεί ως κυβέρνηση των αρίστων, εκφράζοντας, μεταξύ άλλων, την πρόθεση να θεσμοθετήσει μια ελάχιστη βάση εισαγωγής στα Πανεπιστήμια;

Η υιοθέτηση μιας τέτοιας ιδεολογικής θέσης –δίχως να έχουν προηγηθεί οι ενέργειες που θα βελτιώσουν συνολικά το εκπαιδευτικό σύστημα– εξυπηρετεί την καταπράυνση του αισθήματος της ενοχής και τον εφησυχασμό των συνειδήσεων. Αυτό ψυχολογικά επιτυγχάνεται μέσα από τη «βολική πίστη» πως ζούμε σε έναν δίκαιο κόσμο. Οσο για το αποτέλεσμα μιας τέτοιας πολιτικής απόφασης; Το δικαίωμα στην παιδεία -για «τα φτωχά παιδιά που ο κόσμος αντιμετωπίζει ως σκουπίδια», όπως έγραφε ο Ουρουγουανός συγγραφέας Εντουάρντο Γκαλεάνο, παύει αυτομάτως να είναι καθολικό.

Οι κοινωνικο-οικονομικές συνθήκες με τις οποίες γεννιέται κάποιος –υποστηρίζουν ομόφωνα οι έρευνες όλων των εποχών– έχουν επιπτώσεις στην υγεία και την ευημερία του. Τις επιστημονικές μελέτες έχει επιβεβαιώσει επανειλημμένως και η βιωματική εμπειρία. Ακόμα και μέσα από τις εξαιρέσεις της.

Κατά πόσο, λοιπόν, το να συνεχίσουμε να διαχωρίζουμε τους ανθρώπους με γνώμονα την περίφημη «αξία» τους, θα συμβάλει στη διόρθωση των ανισοτήτων σε έναν κόσμο μη ίσων ευκαιριών; Πριν από περίπου ένα χρόνο ο Guardian είχε κάνει εκτενώς λόγο για τον μύθο της αξιοκρατίας θέτοντας το ερώτημα «Ποιος παίρνει πραγματικά ό,τι αξίζει;». Η έννοια της αξιοκρατίας βασίστηκε, ως γνωστόν, στην ιδέα πως, απ’ όπου και αν προέρχεται κάποιος, μπορεί να ανέλθει, εφόσον συνδυάσει ταλέντο και κόπο.

Η συγγραφέας και ερευνήτρια Jo Littler είχε θίξει πρόσφατα τον μύθο περί κινητικότητας εξηγώντας πως η αξιοκρατία έχει μετεξελιχθεί σήμερα σε βασικό πολιτιστικό όχημα για τη νομιμοποίηση της νεοφιλελεύθερης κουλτούρας.

Ο μύθος της αξιοκρατίας υπόσχεται, δηλαδή, ευκαιρίες ενώ στην πραγματικότητα δημιουργεί νέες φόρμες κοινωνικού διαχωρισμού. Ενα παιδί που μεγαλώνει σε ασταθείς συνθήκες στέγασης δεν έχει το ίδιο σημείο εκκίνησης με ένα παιδί που μεγαλώνει σε ένα ασφαλές, σταθερό περιβάλλον. Συνεπώς δεν θα «τερματίσουν» με την ίδια ευκολία.

Αυτό δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση πως η αριστεία πρέπει να είναι ρετσινιά. Αντιθέτως, η αριστεία θα πρέπει είναι ευχή, μια ευχή που θα αφορά ολοένα και περισσότερους. Για να συμβεί αυτό θα πρέπει να έχει προηγηθεί η οικοδόμηση κριτικής σκέψης και η ανάπτυξη δεξιοτήτων των παιδιών όλων των σχολείων της χώρας.

Αν όμως οι άριστοι είναι οι κατέχοντες ενός ανώτερου εκπαιδευτικού κεφαλαίου, με ποιο τρόπο πραγματώνεται τελικά η πολυπόθητη αριστεία, η οποία βρίσκεται στο επίκεντρο του δημόσιου διαλόγου; Είναι σίγουρα ανέφικτο να ελέγξουμε εξ ολοκλήρου τη διανομή οικονομικού, κοινωνικού και ανθρώπινου κεφαλαίου. Είναι, ωστόσο, εφικτό να αναθεωρήσουμε τον τρόπο που σκεφτόμαστε πάνω στην ανθρώπινη αξία έτσι ώστε οι ταξικές ταυτότητες να μην εσωτερικοποιήσουν τις πληγές των τάξεων, όπως είχε επισημάνει και ο σύγχρονος φιλόσοφος Kwame Akroma-Ampim Kusi Anthony Appiah, γνωστός ως μεταμοντέρνος Σωκράτης.

Δεν είναι απαραίτητο να αναφερθούμε εκτενώς στη γενεαλογία της αξιοκρατίας στην κοινωνική θεωρία για να επισημάνουμε τα παράδοξά της μέσα στον χρόνο και τον χώρο. Μπορούμε όμως να προτάξουμε την ανάγκη επανασύλληψης της σημασίας της αξιοκρατίας στον σύγχρονο πολιτισμό και του επαναπροσδιορισμού του ρόλου του κράτους στην παραγωγή και διανομή ενός κορυφαίου αγαθού όπως είναι η παιδεία.

Τότε, αφού εντοπιστεί ο ρόλος της έννοιας του αξίζειν και ανιχνευτούν οι συνάφειές του με την τυχαιότητα και την ισότητα, ενδεχομένως να περιοριστεί και ο κίνδυνος εκτροφής ελιτισμού. Και τότε, ναι, θα μπορούμε να μιλάμε για αρίστους.

Εάν δε με τον όρο άριστος λογίζεται ο ενάρετος (όπως προκύπτει από κοινές ετυμολογικές ρίζες των λέξεων: το ρήμα αραρίσκω), τότε μοναδική προϋπόθεση είναι η μεγάλη καρδιά και το ανοιχτό πνεύμα. Αυτό φυσικά δεν καταργεί την επιτακτική ανάγκη αλλαγής της νοοτροπίας της ήσσονος προσπάθειας… σε κάθε δοκιμασία.

Πηγή: Δήμητρα Αθανασοπούλου – efsyn.gr

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το