Η πρώτη δημοσίευση του «Επιτάφιου» έγινε σα σημερα στις 12 Μάη

Μάης 1936. Οι καπνεργάτες της Θεσσαλονίκης απεργούν και διαδηλώνουν διεκδικώντας καλύτερη ζωή. Μέρα με τη μέρα εργάτες και από άλλους κλάδους ξεχύνονται σαν ποτάμια στους δρόμους.
Οι χωροφύλακες του Μεταξά πυροβολούν στο ψαχνό. Στις 9 Μάη το αίμα δέκα εργατών βάφει τους δρόμους. Από τις σφαίρες πρώτος πέφτει νεκρός ο αυτοκινητιστής Τάσος Τούσης.
Ο θρήνος της μάνας του «αποτυπώνεται» στη φωτογραφία που θα δημοσιευτεί την επόμενη μέρα της δολοφονίας, Κυριακή 10 Μαΐου, ο «Ριζοσπάστης» δημοσιεύει τη φωτογραφία της θρηνούσας μάνας στην πρώτη σελίδα και ο Γιάννης Ρίτσος διαβάζει το ρεπορτάζ. Ταράζεται. Τα μάτια του μεγάλου ποιητή δεν μπορούν να ξεκολλήσουν από την ανατριχιαστική εικόνα. Παρά το γεγονός ότι βασανίζεται από φυματίωση, κλείνεται δύο μερόνυχτα στη σοφίτα του σπιτιού του, επί της οδού Μεθώνης 30 στα Εξάρχεια, χωρίς να φάει. Εν μέσω αιμοπτύσεων ξεκινά να γράφει συγκλονισμένος τον «Επιτάφιο», μια σειρά από 14 θρηνητικά ποιήματα σε ομοιοκατάληκτο δεκαπεντασύλλαβο στίχο. «Γιέ μου, σπλάχνο τῶν σπλάχνων μου, καρδούλα τῆς καρδιᾶς μου, πουλάκι τῆς φτωχιᾶς αὐλῆς, ἀνθὲ τῆς ἐρημιᾶς μου. Πῶς κλείσαν τὰ ματάκια σου καὶ δὲ θωρεῖς ποὺ κλαίω καὶ δὲ σαλεύεις, δὲ γρικᾷς τὰ ποὺ πικρὰ σοῦ λέω;»…
Τα πρώτα τρία ποιήματα δημοσιεύονται στις 12 του μηνός στον «Ριζοσπάστη» και ολόκληρο το αριστούργημα κυκλοφορεί σύντομα από τον εκδοτικό οίκο της εφημερίδας σε 10.000 αντίτυπα – αριθμός-ρεκόρ για εκείνη την εποχή. Εξαντλούνται σχεδόν όλα.
Τα τελευταία 200 θα καούν λίγο καιρό αργότερα μπροστά στους Στύλους του Ολυμπίου Διός μαζί με άλλα «ανατρεπτικά» βιβλία, κατ’ επιταγή του δικτατορικού καθεστώς που έχει επιβάλει ο Ιωάννης Μεταξάς από τις 4 Αυγούστου. Η οριστική μορφή της συλλογής του «Επιτάφιου», όπως ονομάστηκε, θα εκδοθεί είκοσι χρόνια αργότερα, το 1956, περιλαμβάνοντας και επιπλέον έξι ποιήματα ως συνέχεια των προηγούμενων.
Το 1975 η Μαρίκα Μπόχαλη-Τούση, αδελφή του δολοφονημένου Τάσου, αν και αντιμετωπίζει σοβαρότατα προβλήματα όρασης, καταφέρνει να μάθει να γράφει. Το πρώτο της γράμμα ήταν μια ευχαριστήρια επιστολή προς τον Γιάννη Ρίτσο. Ο ποιητής θα της απαντήσει: «Με εξαιρετική συγκίνηση διάβασα το απρόσμενο γράμμα σας. Επιτρέψτε μου λοιπόν να σας θεωρώ αδελφή μου, όπως σαν αδελφό μου ένιωσα και τραγούδησα τον ήρωα και μάρτυρα αδελφό σας».

(Από τον σ. Αιμίλιο)

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το