Ότι τα κομμωτήρια και τα νυχάδικα άνοιξαν πρώτα απ’ όλα τα καταστήματα, στην αρχή μου φάνηκε μόνο γελοίο.
Περιμένοντας να πάρω ένα ζευγάρι καινούργιες παντόφλες, μιας και στον εγκλεισμό αποσβέστηκαν μέχρι τήξεως οι παλιές, περιμένοντας επίσης να επισκευάσω το ηχητικό μέρος του υπολογιστή μου, που στον εγκλεισμό έπαθε βαριά υπερκόπωση, κι εν πάση περιπτώσει, δίνοντας προτεραιότητα, μέσα στην πρωτόγνωρη περιπέτεια, σε άλλα πράγματα, τα κομμωτήρια και τα νυχάδικα δεν μου έλειψαν καθόλου.
Βέβαια δεν μου είχαν λείψει ποτέ και πριν από την πανδημική τρομοκρατία.
Η άσπρη ρίζα βολεύεται από πάντα με κατ’ οίκον χέννα, ενίοτε απ’ τα μπαχαροπωλεία, οι ουρές κόβονται με το ψαλίδι της κοπτικής ραπτικής και για τα νύχια, το ριζικό κλάδεμα συνάδει με τα γούστα μου περί αισθητικής, λειτουργικότητας και υγιεινής.
Το πρόταγμα λοιπόν των κομμωτηρίων και των νυχάδικων, το θεώρησα κατ’ αρχήν μια ακόμα αστειότητα στο άθροισμα της ιλαροτραγωδίας μας.
Η αναφορά του εντεταλμένου λοιμοξιολόγου στο δελτίο των 6μμ, πως τα κομμωτήρια προτάσσονται για λόγους υγιεινής, μου φάνηκε να υπογραμμίζει τη γελοιότητα ή τουλάχιστον τη διαφορετικότητα στις υγιεινιστικές αντιλήψεις.
Σα να λέμε δηλαδή, πως οι άντρες που μάκρυνε στην πανδημία το μαλλί τους απέκτησαν ευαλωτότητα, οι γυναίκες με κοτσίδα είναι υγειονομικές βόμβες και η άσπρη ρίζα δηλώνει έλλειψη “ατομικής ευθύνης”.
Σε μια δεύτερη σκέψη, το πρόταγμα των κομμωτηρίων – νυχάδικων το θεώρησα κάπως υποτιμητικό.
Σε καιρούς πανδημίας, η λακαρισμένη κουπ ή το α λα Πομπαντούρ με μάσκα και οι ανταύγειες ή η μοϊκάνα με πλαστικό γάντι, βγάζουν μια έντονη ελαφράδα.
Περνώντας έξω από τα πηγμένα και ρεζερβέ ως τις 11 το βράδυ, κομμωτήρια, γιατί μετά τις 12 βγαίνουν οι δράκουλες οι νυχτόβιοι κορoνοϊοί και οι αφηνιασμένοι μπάτσοι, το πρόταγμα των κομμωτηρίων πήρε τη διάσταση μιας βαριάς προσβολής.
Σκέφτηκα, ας πούμε, τους εκπαιδευτικούς που θα αποδεχτούν ασμένως κάμερες στην τάξη τους, να φροντίζουν με επιμέλεια το τριχωτό της κεφαλής, για μια εμφάνιση αντάξια της εμβέλειας τέτοιου reality και μ’ έπιασε θλίψη.
Όταν δε χτες διάβασα πως το ίδιο έγινε με τα κομμωτήρια, σε όλες τις χώρες της μεγάλης ευρωπαϊκής μας οικογένειας, φαντάστηκα το διευθυντήριο της Βρυξέλλας να θέτει το θέμα σε ημερήσια διάταξη, να εκδίδει οδηγία, να τη μοιράζει στα κράτη-μέλη κι εκεί που πήγα να γελάσω, μου ‘ρθε να ξεράσω.
Μάλλον, λέω, με όσα συμβαίνουν και δρομολογούνται από τη μια, τρομοκρατία δίχως τανκς, ξεπούλημα δίχως προηγούμενο και τη μονόπαντη “ατομική ευθύνη” απ’ την άλλη, μας έχουν κατατάξει στο επίπεδο της τρίχας.


Νίνα Γεωργιάδου​

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το

Παρόμοια αρθρογραφία