Γιώργος Πολάκης- Γιώργος Τζωρτζακάκης

 Εισαγωγή

            Ίσως φαίνεται πολυτέλεια σε ένα πολιτικό περιοδικό να δημοσιεύονται αναφορές σε εκθέσεις που φτιάχτηκαν πριν 40 περίπου χρόνια. Θα μπορούσε να είναι ένα θέμα που αφορά τους ιστορικούς της εκπαίδευσης. Έχουμε διαφορετική άποψη για πολλούς λόγους.

            -Βρίσκουμε σε πρώτη μορφή όλα τα ιδεολογήματα που μέχρι σήμερα αποτελούν τις σταθερές της νεοφιλελεύθερης αντίληψης για την εκπαίδευση(σχολεία που αποτυχαίνουν, μοναδική αποστολή της  εκπαίδευσης η δημιουργία των προϋποθέσεων οικονομικής ανάπτυξης, ανάγκη για αυστηρές εξετάσεις και αξιολόγησης που θα απεικονίζουν την καλή ή κακή λειτουργία του συστήματος, την ανάγκη εισαγωγής διαφοροποιημένης αμοιβής με βάση τα αποτελέσματα) τα στοιχεία αυτά θα γίνουν κοινός τόπος και στην Ευρώπη με τη Λευκή Βίβλο την Συνθήκη της Μπολόνια την εργαλειοθήκη του ΟΟΣΑ, στην ερμηνεία των αποτελεσμάτων της PISA.

            -Ο τρόπος προσέγγισης μας στον νεοφιλελευθερισμό (ως ένα τσουνάμι, που μετά το 80 με Ρήγκαν και Θάτσερ σάρωσε τον αναπτυγμένο δυτικό κόσμο, ως αδιάκοπη συσσώρευση δεινών για τους εργαζόμενους) αφήνει εκτός οπτικής πως αυτό το ρεύμα κυριάρχησε, γιατί βρήκε τόσο λίγες αντιστάσεις σε ευρύτερα κοινωνικά στρώματα, γιατί εμφανίστηκε σαν απάντηση σε αδιέξοδα που αντιμετώπιζαν οι κοινωνίες, γιατί όσοι του έκαναν κριτική συνάντησαν τόσο μικρή αποδοχή. Βλέποντας τον νεοφιλελευθερισμό ως πολιτική που επιβάλλεται από τα πάνω (σαν μια ξένη δύναμη να τον επέβαλλε στη χώρα) μας κάνει τυφλούς να δούμε τις αλλαγές που έχουν συντελεστεί στην κοινωνία, την επικράτηση νέων αντιλήψεων των οποίων πολιτική έκφραση είναι ο νεοφιλελευθερισμός. Στην ουσία δεν βλέπεις πως άλλαξε το έδαφος που διεξάγεται η ταξική πάλη, γιατί είναι τόσο δύσκολο να συγκροτηθούν μαζικά κινήματα που θα υπερασπίζουν το παλιό θεσμικό πλαίσιο προστασίας της εργασίας, γιατί το υποκείμενο λαός διαρκώς αποπροσανατολίζεται και βρίσκεται σε διαρκή λήθαργο. Αδυνατούμε να δούμε την νεοφιλελεύθερη πολιτική ως έκφραση –  ενίσχυση τάσεων που υπάρχουν μέσα στην κοινωνία, την δια της πολιτικής οργάνωση νέου κοινωνικού συμβολαίου των κυρίαρχων τάξεων με στρώματα και μερίδες του πληθυσμού. Δεν είναι απλά μια κακή πολιτική που μπορεί να ανατραπεί με πολιτική αλλαγή χωρίς αντίστοιχο συνολικό σχέδιο για την κοινωνία.

             -Η έκθεση αυτή αποτελεί σημείο τομής στην ιστορία της εκπαίδευσης γιατί από το σημείο αυτό και πέρα η πρωτοβουλία στις εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις περνάει οριστικά και αμετάκλητα στα χέρια των νεοφιλελεύθερων.

Ιστορία και παρασκήνιο της έκθεσης

            Βρισκόμαστε στο 1981.  Οι ρεμπουμπλικάνοι με τον  Ρήγκαν έχουν κερδίσει τις εκλογές και ξεκινούν να εφαρμόσουν την ατζέντα τους. Στην εκπαίδευση η ατζέντα αυτή περιλαμβάνει τα εξής, την «επιστροφή του θεού στις τάξεις, την ενθάρρυνση φοροαπαλλαγών για τις οικογένειες που θα επιλέξουν την ιδιωτική εκπαίδευση, την υποστήριξη του συστήματος των κουπονιών(voucher), και την ανάθεση της ευθύνης για την εκπαίδευση των μαθητών στους γονείς. Βασική επιδίωξη ήταν το κλείσιμο του υπουργείου παιδείας(Department of Education), ή τουλάχιστον να μη διεκδικεί περισσότερο ομοσπονδιακό χρήμα για την εκπαίδευση (θα έπρεπε να καταφέρνει περισσότερα με λιγότερους πόρους).

            Την ίδια εποχή συνολικά η αμερικάνικη οικονομία βρίσκεται σε ύφεση. Τα εργοστάσια το ένα μετά το άλλο κλείνουν λόγω του ανταγωνισμού όχι από τους σοβιετικούς αλλά από συμμάχους των ΗΠΑ όπως η Γερμανία και η Ιαπωνία. Όσα δεν κλείνουν, μεταναστεύουν σε περιοχές με φθηνότερα εργατικά. Υπάρχει η αίσθηση ότι η Αμερική χάνει την πρωτοκαθεδρία στην οικονομία που κρατούσε από το τέλος του Β παγκοσμίου πολέμου.

            Ο υπεύθυνος του υπουργείου παιδείας Terry Bell στον οποίο ο Ρήγκαν στην ουσία αναθέτει να βρει τρόπο να κλείσει το υπουργείο του, επινοεί την δημιουργία μιας εθνικής επιτροπής ειδικών(επιτροπής σοφών θα λέγαμε σήμερα) η οποία θα μελετήσει  την ποιότητα της αμερικάνικης εκπαίδευσης  και θα κάνει προτάσεις για την βελτίωση της. Η ιδέα συνάντησε εχθρότητα από τον Ρήγκαν, ο οποίος θεώρησε ότι η έκθεση αυτή θα έδινε μεγάλο ρόλο στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση πάνω σε θέματα εκπαίδευσης και συνεπώς θα απαιτούσε περισσότερα χρήματα. Ο υπουργός συγκρότησε την επιτροπή από μόνος του επιλέγοντας καθηγητές πανεπιστημίου βραβευμένους με νόμπελ, κρατικούς αξιωματούχους, διευθυντές σχολείων, επιχειρηματίες κτλ.

            Μετά από δύο χρόνια περίπου η επιτροπή παραδίδει την έκθεση που είχε τίτλο ένα έθνος σε κίνδυνο και ξεκινούσε με τα παρακάτω λόγια:

            «Το έθνος μας βρίσκεται σε κίνδυνο. Η άλλοτε αδιαμφισβήτητη υπεροχή μας στο εμπόριο στη βιομηχανία στην επιστήμη στην τεχνολογική καινοτομία ξεπερνιέται από ανταγωνιστές από όλο τον κόσμο ….τα εκπαιδευτικά θεμέλια της κοινωνίας μας καταστρέφονται από ένα ολοένα αυξανόμενο κύμα μετριότητας το οποίο απειλεί το μέλλον μας ως χώρα. Ότι ήταν αδιανόητο πριν μία γενιά είναι τώρα πραγματικότητα- άλλοι φτάνουν και ξεπερνούν τις εκπαιδευτικές μας επιδόσεις. Εάν μία εχθρική χώρα είχε προσπαθήσει να επιβάλει στην Aμερική αυτήν την μετριότητα στις σχολικές επιδόσεις που υπάρχει σήμερα, θα το είχαμε θεωρήσει ως πράξη πολέμου …….. έχουμε διαπράξει ένα ανεπίτρεπτο εκπαιδευτικό αφοπλισμό» 

            Η έκθεση περιέγραφε την άνοδο ενός κύματος μετριότητας που υπονόμευε το οικονομικό μέλλον της χώρας παρουσιάζοντας μια σειρά ενδείξεων όπως η σταθερή  πτώση του  των επιδόσεων των μαθητών στα τεστ(SAT)  από το 1963 έως το 1980, τα υψηλά ποσοστά αναλφαβητισμού και τις φτωχές επιδόσεις στους διεθνείς διαγωνισμούς.

            Οι προτάσεις για την αντιστροφή αυτής της πορείας αφορούσαν το περιεχόμενο των μαθημάτων (λιγότερα επιλεγόμενα μαθήματα περισσότερα υποχρεωτικά, έμφαση στη διδασκαλία μαθηματικών, γλώσσας, επιστημών, κοινωνικές επιστήμες που οι συγγραφείς αποκαλούσαν «thenewbasics»). Επίσης καλούσε για μεγαλύτερη σχολική μέρα και σχολικό έτος (αύξηση των διδακτικών ωρών κατά μέρα και κατά έτος) αυστηρότερες διαδικασίες επιλογής για εισαγωγή σε κολέγια, περισσότερα τεστ για τους μαθητές ως ένδειξη της επάρκειας τους, αυστηρότερα στάνταρ για την επιλογή εκπαιδευτικών και αμοιβή των εκπαιδευτικών με βάση την επίδοση των μαθητών.

            Η έκθεση παρουσιάστηκε σε μια εκδήλωση στον Λευκό Οίκο στην οποία φάνηκε ότι ο Ρήγκαν την απαξίωσε χρησιμοποιώντας επιλεκτικά  στοιχεία από αυτήν που ταίριαζαν με το δικό του σχέδιο για τις σχολικές προσευχές, για τις φοροαπαλλαγές για το σταμάτημα της εισβολής της ομοσπονδιακής κυβέρνησης στην εκπαίδευση. Όμως τα ΜΜΕ εστίασαν στην άνοδο του κύματος μετριότητας και στα σχολεία που αποτυχαίνουν να φέρουν σε πέρας την αποστολή τους. Η έκθεση έκανε τεράστιο πάταγο, τυπώθηκαν πάνω από 6.000.000 αντίτυπα, οι  μεγάλης κυκλοφορίας εφημερίδες δημοσίευαν δύο άρθρα τη βδομάδα για ένα χρόνο πάνω στην έκθεση, δημιουργήθηκαν πάνω από 250 επιτροπές σε 50 πολιτείες για να μελετήσουν την κατάσταση στην εκπαίδευση και να προτείνουν αλλαγές με βάση την έκθεση. Δηλαδή δεν καθόρισε μόνο τους άξονες  αντιπαράθεσης για την εκπαίδευση αλλά και προδιέγραψε τις δράσεις (θέσπιση standard για να γίνεται ορατή η πρόοδος προς την αριστεία).

            Ο Ρήγκαν δεχόταν προτάσεις από τη μία  να απορρίψει την έκθεση μια και δεν συνάδει με το δικό του σχέδιο για την εκπαίδευση και από την άλλη να την ενσωματώσει στη νεοσυντηρητική λογική κλέβοντας το θέμα της εκπαίδευσης από τους δημοκρατικούς ως προνομιακό τους πεδίο. Ακολούθησε τη δεύτερη λογική και έτσι στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας για την δεύτερη προεδρία έδωσε 50 ομιλίες για την ανάγκη αυστηρότερων εκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων και εστιάζοντας στο γεγονός ότι υπό τους δημοκρατικούς η εκπαίδευση διαλύθηκε.

Μια νέα αφήγηση για την εκπαίδευση

            Για να καταλάβουμε το μέγεθος των αλλαγών που έφερε η έκθεση αυτή και πόσο άλλαξε τα πλαίσια σκέψης με τα οποία μιλάμε και σκεφτόμαστε το εκπαιδευτικό  σύστημα θα ήταν καλό να θυμηθούμε  την έκθεση Κοουλμαν και το sputnik shock.

ΕΚΘΕΣΗ ΚΟΟΥΛΜΑΝ

            Τη δεκαετία του 70 η συζήτηση για την εκπαίδευση περιστρεφόταν γύρω από την Έκθεση Coleman από  το όνομα του καθηγητή που ήταν υπεύθυνος για τη σύνταξη της και η οποία εκδόθηκε το 1966. Ο πλήρης τίτλος ήταν «Ισότητα των εκπαιδευτικών ευκαιριών»  αφορούσε τη συλλογή ενός τεράστιου όγκου δεδομένων(μελετήθηκαν στατιστικά 4000 σχολεία, ερευνήθηκαν 645.000 μαθητές ) και μελετούσε τη σχέση διάφορων παραγόντων(τόσο στα ίδια τα σχολεία –ποιότητα κτιρίων –χωρητικότητα υποδομές –τεχνικός εξοπλισμός δαπάνες ανά σχολική μονάδα-αριθμός εκπαιδευτικών και εκπαίδευση τους, όσο και στο κοινωνικό- οικογενειακό περιβάλλον των μαθητών) στην επίδοση τους. Η έκθεση ήταν προϊόν  των πιέσεων των κινημάτων για τα πολιτικά δικαιώματα των μαύρων. Όπως γράφει η Φραγκουδάκη «η έκθεση έχει προέλευση άμεσα πολιτική.Το 1964 το αμερικάνικο κογκρέσο ψηφίζει το νόμο Περί Δικαιωμάτων των Πολιτών. Ο νόμος κατοχυρώνει νομικά τα ίσα δικαιώματα και απαγορεύει τις διακρίσεις μεταξύ των πολιτών για οποιοδήποτε χαρακτηριστικό τους (φυλή, θρήσκευμα, εθνική προέλευση, χρώμα, φύλο). Δίνεται η εντολή να υποβληθεί σε δύο χρόνια έκθεση για τα εκπαιδευτικά δεδομένα της χώρας  στην οποία  να στηριχτεί το κογκρέσο για να προτείνει τις απαραίτητες κρατικές ενέργειες με στόχο την εφαρμογή του άρθρου αυτού Έτσι ανατέθηκε στον Κόουλμαν μελέτη με αντικείμενο να εντοπιστεί η απουσία ίσων εκπαιδευτικών ευκαιριών στα δημόσια εκπαιδευτικά ιδρύματα όλων των βαθμίδων για όλους τους πολίτες των ΗΠΑ ανεξαρτήτως φυλής χρώματος θρησκεύματος ή εθνικής προέλευσης.

Συνοπτικά τα ευρήματα της έρευνας είναι τα παρακάτω

-Φυλετική διαίρεση μαθητικού πληθυσμού στα σχολεία (αμιγής σύνθεση των σχολείων). Μεγάλες διαφορές των σχολείων ανά περιοχές και κοινωνικές ομάδες. –Τα σχολεία όπου η πλειοψηφία είναι λευκοί μαθητές είναι πολύ πιο προνομιούχα από εκείνα όπου φοιτούν μειονότητες. Επίδοση λευκών μαθητών πολύ ψηλότερη από τους μαθητές από μειονότητες, ιδίως τους Αφροαμερικανούς.

-Τα παιδιά των Αφροαμερικανών και λοιπών μειονοτήτων παρουσιάζουν: Χαμηλότερη επίδοση γενικά, ιδίως στα γλωσσικά μαθήματα. Μεγαλύτερο ποσοστό επανεγγραφών στην ίδια τάξη Ψηλότερα ποσοστά εγκατάλειψης του υποχρεωτικού σχολείου. Μικρότερα ποσοστά εγγραφής στη γενική δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Ελάχιστα παιδιά αυτών των ομάδων φτάνουν στα πανεπιστήμια.

– Βασικά συμπεράσματα: Οι διαφορές ανάμεσα στα σχολεία ερμηνεύουν μόνο ένα πολύ μικρό ποσοστό των διαφορών στην επίδοση μεταξύ μαθητών. Πολύ πιο σημαντική είναι συνάφεια της κοινωνικοοικονομικής προέλευσης των μαθητών με τη σχολική τους επίδοση.

-Η επίδοση των μαθητών επηρεάζεται ισχυρά από το μορφωτικό επίπεδο της οικογένειας και τις σχολικές προσδοκίες της πλειοψηφίας των συμμαθητών. Η επίδραση είναι κυρίως θετική. Η ποιότητα των σχολείων επηρεάζει πολύ περισσότερο την επίδοση των μαθητών που ανήκουν σε μειονότητες από όσο την επίδοση των λευκών μαθητών.

            Αυτό που η πιο πολυσυζητημένη έκθεση έφερε στο προσκήνιο είναι ότι δεν αρκεί η ισότητα ευκαιριών για εκπαίδευση όταν υπάρχουν άνισες αφετηρίες. Δεν αρκούν οι παρεμβάσεις στο σχολείο για να αλλάξει η μοίρα μεγάλων κομματιών του πληθυσμού. Χρειάζονται πολιτικές που να στοχεύουν στην κατοικία, στην εργασία, στην υγεία και στις προοπτικές των πληθυσμών αυτών (και υπήρξαν τέτοιες στην Αμερική με τις πολιτικές των θετικών διακρίσεων).Τα συμπεράσματα της έκθεσης μοιάζουν με τα ανάλογα στην Ευρώπη για το ρόλο του σχολείου στην αναπαραγωγή της κοινωνικής δομής, για τα εμπόδια που φέρνει ο γλωσσικός κώδικας που αφομοιώνουν τα παιδιά της εργατικής τάξης από το οικογενειακό περιβάλλον στην ανταπόκριση στα καθήκοντα του σχολείου.

             Στο κεφάλι όσων παράγγειλαν της έρευνα αυτό που υπάρχει σαν υπόστρωμα και σαν συνολικότερη αντίληψη είναι η θεωρία του «ανθρώπινου κεφαλαίου», δηλαδή η θεωρία ότι η οικονομική ανάπτυξη μιας χώρας θα προέλθει από την αύξηση του επιπέδου εκπαίδευσης. Η επένδυση στην εκπαίδευση είναι παραγωγική επένδυση. Μεταπολεμικά επικράτησε η άποψη ότι ο σημαντικότερος πλουτοπαραγωγικός πόρος δεν είναι η εύφορη γη ή ο ορυκτός πλούτος αλλά οι δεξιότητες του πληθυσμού. Συνεπώς η μαζικοποίηση της εκπαίδευσης όλων των βαθμίδων αποτελεί φάρμακο για όλα τα οικονομικά προβλήματα. Η έρευνα έδειξε ότι η επένδυση στην εκπαίδευση δεν αρκεί για αλλάξει η μοίρα των υποτελών στρωμάτων μιας κοινωνίας. Η επένδυση απλά στην παροχή μιας υπηρεσίας (στις υποδομές ,στη δωρεάν πρόσβαση)δεν αρκούν για να μπουν σε κίνηση μηχανισμοί κοινωνικής ανόδου. Η έκθεση δέχτηκε συστηματική κριτική από αυτούς που αργότερα θα συγκροτήσουν το ρεύμα των αποτελεσματικών σχολείων, δηλαδή ότι τα σχολεία κάνουν τη διαφορά στη ζωή των κατώτερων στρωμάτων και μπορούν να αλλάξουν την προοπτική τους μέσα στην κοινωνία. Η έκθεση απλά δεν εστίασε σε εκείνους τους παράγοντες που κάνουν τα σχολεία να παίζουν σημαντικό ρόλο στην ζωή των μαθητών και αυτά δεν είναι απλά τα υλικά οι αίθουσες αλλά οι προσδοκίες των εκπαιδευτικών η ποιότητα της δουλειάς τους κτλ.

            Ένα δεύτερο σημείο που πρέπει να προσέξουμε είναι ότι η κεντρική λέξη σ αυτή την έκθεση είναι η ισότητα, δηλαδή οι δυνατότητες που έχουν τα φτωχότερα στρώματα της κοινωνίας (συνήθως έγχρωμοι,μετανάστες τελευταίας γενιάς) να ανέλθουν κοινωνικά, να ζήσουν το αμερικάνικο όνειρο (το όνειρο μιας καλύτερης ζωής μέσα από σκληρή δουλειά και μόρφωση). Ο στόχος της πολιτικής της εκπαίδευσης είναι η ενσωμάτωση όλων των πολιτών στη «μεγάλη κοινωνία» η εκπαίδευση στην Αμερική (κάτω από την πίεση των κινημάτων και του υπαρκτού τότε αντίπαλου δέους της ΕΣΣΔ) ήταν η υπόσχεση της καλύτερης ζωής για όλους (χωρίς επανάσταση).

SPUTNIKSHOCK

            Οι σοβιετικοί έστειλαν το 1957 πρώτοι τεχνητό δορυφόρο γύρω από την γη. Το γεγονός αυτό βιώθηκε από τους Αμερικάνους ως αμφισβήτηση της πρωτοκαθεδρίας τους στην επιστήμη και  έθετε σ αμφισβήτηση την μέχρι τότε ισορροπία στρατιωτικών δυνάμεων (κάποιοι το σύγκριναν με την καταστροφή του αμερικάνικου στόλου στο Περλ Χαρμπορ στο Β παγκόσμιο πόλεμο).

            Το ενδιαφέρον είναι οι προσπάθειες να ερμηνεύσουν γιατί μια « καθυστερημένη»χώρα κατάφερε να βάλει πρώτη σε τροχιά δορυφόρο γύρω από τη γή. «Μήπως έχει κατασκόπους; Κάποιοι υποθέτουν ότι φταίει ο ευδαιμονισμός των Αμερικανών που τους κάνει να ενδιαφέρονται περισσότερο για την ανάπτυξη έγχρωμων τηλεοράσεων και τηλεφώνων με φωτάκια (princess phone) παρά για διαστημικά οχήματα. Τέτοιες ερμηνείες εξαφανίστηκαν γρήγορα και αυτή που κυριάρχησε ήταν η παρακάτω. «Οι Ρώσοι μας νίκησαν στην  κούρσα  του διαστήματος γιατί είχαν καλύτερα σχολεία». Μια σειρά βιβλίων και δημοσιευμάτων τεκμηρίωναν αυτό τον ισχυρισμό. Αναφέρουμε λίγα ενδεικτικά παραδείγματα .

            O Arthur Bestor συγγραφέας του «Άγονοι τόποι εκπαίδευσης. Η υποχώρηση της μάθησης στα δημόσια σχολεία» καλείται ξανά στο προσκήνιο για να υποστηρίξει ότι είμαστε λιγότερο εκπαιδευμένοι σήμερα από ότι ήμασταν πριν 50 χρόνια. Θεωρεί ότι η κατάσταση αυτή είναι παράγωγο των προοδευτικών μεταρρυθμίσεων με το όνομα «Life-adjustment education» (εκπαίδευση προετοιμασία για τη ζωή θα λέγαμε σήμερα) η οποία αντί να διδάσκει και να εκπαιδεύει διανοητικά τους μαθητές φέρνοντας τους σε επαφή με επιστήμες τους δίνει δεξιότητες αναγκαίες για την ζωή εκτός τάξης.

            Σ΄ ένα βιβλίο που εκδίδεται το 1961 με τίτλο «Τι γνωρίζει ο Ιβάν που δεν γνωρίζει ο Τζόνι» ο συγγραφέας κάνει μια καλά τεκμηριωμένη σύγκριση μεταξύ των σχολείων στην Αμερική και στην ΕΣΣΔ. Η θέση του είναι ότι τα σοβιετικά σχολεία προμηθεύουν  τους μαθητές τους με μια πολύ μεγαλύτερη γνώση στην λογοτεχνία στις ξένες γλώσσες στην ιστορία και στη γεωγραφία σε σύγκριση με τα αμερικάνικα σχολεία. Για τον συγγραφέα αυτό συμβαίνει για οι σοβιετικοί μαθητές περνούν πολλές ώρες και πολύ περισσότερα χρόνια μελετώντας αυτά τα βασικά αντικείμενα .Το περιεχόμενο των μαθημάτων οργανώνεται λογικά  με συστηματική διαδοχή και τα εγχειρίδια γράφονται από ικανούς συγγραφείς. Τέλος οι μαθητές διδάσκονται να διαβάζουν τόσο αποτελεσματικά στην Α τάξη ώστε στην Ε τάξη είναι προετοιμασμένοι να μελετούν λογοτεχνία ιστορία και άλλα απαιτητικά αντικείμενα.

            Όμως αυτό που κάνει την μεγαλύτερη εντύπωση είναι το αφιέρωμα(σε πέντε τεύχη) του περιοδικού Life το Μάρτιο του 1958 με τίτλο «Η κρίση στην εκπαίδευση» το οποίο παρέχει με αρκετές εικόνες την υπεροχή των σοβιετικών μαθητών έναντι των Αμερικάνων συναδέλφων τους. Το αφιέρωμα του περιοδικού δείχνει τον Αλεξέι να κάνει πολύπλοκα πειράματα φυσικής και χημείας  στο εργαστήριο του σχολείου  το κείμενο κάτω από τη φωτογραφία ενημερώνει τον αναγνώστη ότι ο Αλεξέι διαβάζει  το βιβλίο Sister Carrie του Theodore Dreiser (θεωρείται από τα καλύτερα αστικά μυθιστορήματα) κάτι που θεωρείται πολύ δύσκολο για τους μαθητές λυκείου στην Αμερική, επίσης διδάσκεται οργανική χημεία και θεωρία ανισοτήτων στα μαθηματικά. Αντίθετα ο Στήβεν φαίνεται σε φωτογραφίες να φεύγει από τον πίνακα αδυνατώντας να λύσει ένα προβλημα γεωμετρίας. Φωτογραφίες από τις εξωσχολικές δραστηριότητες των δύο λυκειόπαιδων δείχνουν το ρώσο να συζητά με συνθέτες να διαβάζει στο μετρό αγγλικά βιβλία πηγαίνοντας σε μουσείο φυσικής ιστορίας ενώ ο Αμερικάνος να κάνει πρόβες για το χορό του σχολείου.

            Ποια ήταν η απάντηση σ αυτή την κρίση; Η  αύξηση των κρατικών δαπανών. Πέρα από την δημιουργία και χρηματοδότηση της ΝΑΣΑ και την εκπόνηση προγραμμάτων που οδήγησαν στον πρώτο άνθρωπο στο φεγγάρι, υπήρξε μια πολύ γενναία αύξηση της κρατικής χρηματοδότησης σε ερευνητικά προγράμματα, παραγωγή νέων αναλυτικών προγραμμάτων για τις φυσικές επιστήμες.

            Για να συνοψίσουμε πριν την έκθεση ένα έθνος σε κίνδυνο η επίσημη εκπαιδευτική ατζέντα ήταν πολύ διαφορετική. Ο  κεντρικός πυλώνας  που καθοδηγούσε τις εκπαιδευτικές επιλογές ήταν η θεωρία του ανθρώπινου κεφαλαίου και η ισότητα ευκαιριών ώστε όλοι να μπορούν να συμμετάσχουν στο αμερικάνικο όνειρο. Το κράτος είχε ενεργό ρόλο στην ίδρυση και λειτουργία οργανισμών που θα διασφάλιζαν αυτό το δικαίωμα, κάθε πρόβλημα που εμφανιζόταν (αμφισβήτηση της τεχνολογικής πρωτοκαθεδρίας των ΗΠΑ) είχε ως απάντηση ένα νέο γύρω κρατικών δαπανών και επενδύσεων. Με την έκθεση της επιτροπής αυτά μένουν πια στο παρελθόν, μια νέα νοηματοδότηση τόσο της εκπαίδευσης όσο και της σχέσης με την κοινωνία έρχεται στο προσκήνιο, η μεγάλη αποδοχή που συνάντησε τόσο από πλευράς των πολιτικών και οικονομικών ελίτ του διοικητικού μηχανισμού αλλά και από απλό κόσμο δείχνει ότι οι αντιλήψεις μέσα στην κοινωνία είχαν αλλάξει, ένας νέος κοινός νους διαμορφωνόταν και η έκθεση συνέβαλλε στο να πάρει μορφή κρατικής πολιτικής.

            Ένα σημείο όμως που πρέπει να προσέξουμε είναι ότι τα υλικά με τα οποία είναι χτισμένη η έκθεση είναι ήδη παρόντα πολύ πριν το 1983, η σύνδεση εκπαίδευσης με οικονομία, η ανάγκη για αλλαγή της λειτουργίας του σχολείου, η έμφαση στην διδασκαλία των επιστημονικών αντικειμένων, η απαίτηση για μεγαλύτερη προσπάθεια από τους μαθητές,η  ανάγκη να αυξηθούν οι ώρες σχολείου κτλ.

ΠΟΙΑ ΚΑΙΝΟΥΡΙΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΦΕΡΝΕΙ Η ΕΚΘΕΣΗ ΕΝΑ ΕΘΝΟΣ ΣΕ ΚΙΝΔΥΝΟ

Α)ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΣΥΝΕΧΙΣΟΥΝ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΩΣ ΕΧΟΥΝ

            Η ευφυΐα των συντακτών της έκθεσης ήταν ότι δεν έφτιαξαν ένα συνηθισμένο  ακαδημαϊκό κείμενο. Το σχέδιο που παρέδωσαν ήταν ένα πολιτικό κείμενο το οποίο είχε ένα κεντρικό επιχείρημα(τα σχολεία αποτυχαίνουν στην αποστολή τους και αυτό υπονομεύει την ηγετική θέση της Αμερικής στον κόσμο),τ α δεδομένα υπηρετούσαν αυτό το στόχο(αποτελέσματα επίδοσης των μαθητών στα τεστ) και όλα αυτά ντυμένα με μια γλώσσα που αξιοποιούσε πολύ οικεία μοτίβα της λογοτεχνίας (ένας λαός που δέχεται επίθεση, κάλεσμα στα όπλα για άμεση δράση και ανάληψη πρωτοβουλιών για αντιστροφή της κατάστασης, το μοτίβο του λαού που είχε ένα ένδοξο παρελθόν και τώρα το έχασε). Είναι αφηγηματικές τεχνικές που τις συναντάμε πλέον σε πληθώρα κομμάτων σε όλο τον κόσμο που μιλούν για ένδοξο παρελθόν, για εσωτερικούς εχθρούς που υπονομεύουν την θέση μας, και καλούν σε άμεση δράση για αποκατάσταση του παλιού μεγαλείου. Όμως πρώτα και κύρια η έκθεση είναι ένα στρατηγικό κείμενο που συλλαμβάνει το κλίμα συγκυρίας(οικονομική κρίση, απώλεια θέσεων των ΗΠΑ στον ενδοκαπιταλιστικό ανταγωνισμό) και δίνει πειστικές σε απλή κατανοητή γλώσσα απαντήσεις και προδιαγράφει κατευθύνσεις για το μέλλον της. Αυτό που πρέπει να εστιάσουμε είναι ότι η έκθεση χτίζεται γύρω από ένα αίτημα τα πράγματα δεν μπορεί να είναι δικαιολογία για χαμηλή βαθμολογία και επιδόσεις, θα πρέπει να επιστρέψει δεν μπορούν να συνεχίσουν όπως είναι, το πρόβλημα δεν είναι ζήτημα πόρων αλλά τρόπου λειτουργίας του σχολείου. Δεν μπορεί να συνεχίσει να λειτουργεί όπως πριν. Το σχολείο όπως όλοι οι οργανισμοί του δημοσίου θα πρέπει να αποδεικνύει ότι κάνει σωστά τη δουλειά του, θα πρέπει να δίνει λόγο για τα χρήματα που απορροφά, θα πρέπει να εστιάσει σε μετρήσιμες επιδόσεις, το κοινωνικό περιβάλλον των μαθητών δεν είναι καθοριστικό δεν είναι αναπόδραστη μοίρα, η εκπαίδευση πρέπει να γυρίσει πίσω στα βασικά (ανάγνωση γραφή αριθμητική). Τίποτα από αυτά δεν ακούστηκαν πρώτη φορά, το καινούριο είναι ότι συσκευάστηκαν μαζί σε ένα νέο σχέδιο για την εκπαίδευση. Η  συμβολή της εκπαίδευσης στην οικονομική ανάπτυξη υπήρχε και πριν, τώρα όμως δεν μιλάμε απλά για διεύρυνση της παροχής υπηρεσιών εκπαίδευσης, δεν μιλάμε για πόρους που καταβάλλονται και την αύξηση του μορφωτικού επιπέδου ως εξερχόμενο, το επίκεντρο γίνεται η αλλαγή της λειτουργίας του οργανισμού μέσω μετρήσιμων στόχων. Η ισότητα υπήρχε και πριν μόνο που τώρα γίνεται ισότητα επιδόσεων. 

            Όλα τα παραπάνω συμπλέουν με ένα κλίμα αμφισβήτησης των δημόσιων υπηρεσιών κεντρικό στοιχείο του αναδυόμενου νεοφιλελευθερισμού. Τα ιδεολογήματα για δημόσιους υπαλλήλους που είναι μακριά και αδιάφοροι για τις ανάγκες των ανθρώπων που υπηρετούν, που δεν δίνουν λόγο σε κανένα, που χρησιμοποιούν για δικό τους όφελος των οργανισμό τότε αρχίζουν να γίνονται κυρίαρχα. Τα ζήτημα δεν είναι ότι πίσω από αυτό στοιχήθηκε ο διοικητικός μηχανισμός και οι πολιτικοί που βρήκαν νέο ρόλο, αλλά και πλήθος λαϊκών στρωμάτων που έβλεπε το σχολείο ως ένα γραφειοκρατικό οργανισμό αδιάφορο για τα παιδιά τους(αίσθημα πολύ έντονο στις κοινότητες των μαύρων)

Β)Τα σχολεία αποτυγχάνουν

            Η έκθεση αναδιοργανώνει τον μέχρι τότε λόγο της εκπαιδευτικής πολιτικής. Πρόβλημα, πρωταρχικό αντικείμενο, γίνεται το σχολείο που αποτυχαίνει, διαμέσου αυτού επανατοποθετούνται όλα τα υπόλοιπα ζητήματα(ισότητα,αποστολή σχολείου,ρόλος εκπαιδευτικών). Στρέφοντας τους προβολείς πάνω στα σχολεία έκανε αόρατο το κοινωνικό οικονομικό πλαίσιο λειτουργίας των σχολείων. Εστιάζοντας στο ερώτημα γιατί κάποια σχολεία είναι καλύτερα από κάποια άλλα, τι είναι αυτό που διαφοροποιεί τα σχολεία μεταξύ τους, μετατοπίζει την ευθύνη για τις κοινωνικές διαδρομές των μαθητών (αποτυχία ανοδικής κοινωνικής κινητικότητας) όχι στη λειτουργία των ευρύτερων κοινωνικών σχέσεων αλλά στο εκάστοτε σχολείο.

            Παρόλο που η έκθεση αναφέρει  ότι υπάρχουν πολλοί παράγοντες που επηρεάζουν τη λειτουργία του σχολείου όπως οι γονείς, τα συνδικάτα, τα επιχειρηματικά συμφέροντα, οι νομοθεσίες καλεί σε αριστεία εστιάζοντας αποκλειστικά στα σχολεία. «Η αριστεία χαρακτηρίζει ένα σχολείο ή ένα κολέγιο το οποίο θέτει υψηλές προσδοκίες για όλους τους μαθητές και δοκιμάζει όλους τους δυνατούς τρόπους για να τους βοηθήσει να τους φτάσουν». Στην ουσία η έκθεση κεφαλαιοποιούσε τα πορίσματα του κινήματος των αποτελεσματικών σχολείων (ρεύμα που έκανε κριτική στα πορίσματα της έκθεσης Coleman) το οποίο θεωρούσε ότι τα χαρακτηριστικά ενός ποιοτικού σχολείου είναι τα παρακάτω –ισχυρή ηγεσία, υψηλές προσδοκίες για τις επιδόσεις των μαθητών, τακτοποιημένο(χωρίς πειραματισμούς) περιβάλλον μάθησης, έμφαση στις βασικές δεξιότητες και συχνή απεικόνιση(παρακολούθηση) της προόδου των μαθητών. Με αυτόν τον τρόπο απέρριπτε το προηγούμενο πλαίσιο ερμηνείας της λειτουργίας του σχολείου. Π.χ η έκθεση College Board του  1977 ερμηνεύοντας την αντίστοιχη πτώση των επιδόσεων την απόδιδε σε μια ποικιλία παραγόντων όπως η αύξηση των ωρών που οι μαθητές βλέπουν τηλεόραση, η αύξηση των μαθητών από μονογονεικές οικογένειες, η αλλαγή της σύνθεσης των μαθητών που παίρνουν μέρος στις εξετάσεις, οι επιδράσεις που είχε η δεκαετία του 60 και 70 στην ψυχή και στην motivation των παιδιών και προειδοποιούσαν ότι δεν υπάρχει μια κυρίαρχη αιτία για αυτή την μείωση. Η μάθηση(και συνακόλουθα η επίδοση στο σχολείο) είναι μέρος της ευρύτερης ζωής των μαθητών, η σχολική μάθηση δεν μπορεί να απομονωθεί από το ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο.

            Όμως η έκθεση αντιστοιχούσε με τις εμπειρίες των γονιών που έβλεπαν τα σχολεία να μην ανταποκρίνονται στις προσδοκίες τους και το όνειρο της κοινωνικής ανόδου να απομακρύνεται. Από την άλλη ο διοικητικός μηχανισμός βρήκε ένα καινούριο ρόλο, αυτόν της εποπτείας, παρακολούθησης και απόδοσης ευθυνών.

Γ) Η αποτυχία της κριτικής

Το παράξενο και ακατανόητο γεγονός ήταν ότι η έκθεση βασιζόταν σε δύο πολύ μεγάλα λάθη,κ αι παρόλο που αυτά παρουσιάστηκαν αναλυτικά δεν μείωσαν στο ελάχιστο την  απήχηση της.

Το πρώτο και σημαντικότερο είναι ότι η πτώση του επιπέδου, το κύμα μετριότητας ,ήταν λάθος(εσκεμένο ) ερμηνεία των δεδομένων των επιδόσεων των μαθητών. Στην πραγματικότητα είχαμε άνοδο των επιδόσεων. Πως γίνεται αυτό; Τα τεστ περιελάμβαναν όλο και μεγαλύτερους αριθμούς που παλαιότερα δεν έδιναν εξετάσεις οι οποίοι έριχναν το μέσο όρο. Αν το γεγονός αυτό ληφθεί υπ΄ όψιν τότε εξετάζοντας τις επιδόσεις των ξεχωριστών ομάδων (λευκοί μαθητές, έγχρωμοι μαθητές ) βλέπουμε ότι οι επιδόσεις σε κάθε κατηγορία ανεβαίνουν διαρκώς τα χρόνια που περιγράφονται ως πτώση του επιπέδου. Πρόκειται για σκόπιμη λαθροχειρία πάνω στα δεδομένα και ένα γνωστό φαινόμενο στην στατιστική κατά το οποίο ο μέσος όρος επίδοσης πέφτει παρόλο που συγκεκριμένες ομάδες του δείγματος αυξάνουν της επίδοση τους.

Το δεύτερο λάθος είναι η γραμμική σύνδεση εκπαίδευσης οικονομικής ανάπτυξης. Αν η πτώση επιπέδου υπονομεύει την οικονομική ευρωστία της Αμερικής τότε γιατί την περίοδο της ανάπτυξης η εκπαίδευση δεν χρεώθηκε τα εύσημα. Οι ανταγωνιστές των ΗΠΑ δεν είχαν καλύτερη εκπαίδευση άλλοι ήταν οι παράγοντες που οδήγησαν στην ύφεση που ζούσε η Αμερική. Είναι το  πρόβλημα ότι το σχολείο δεν παράγει τους εργαζόμενους με τις κατάλληλες δεξιότητες ή ότι η δομή της οικονομίας αδυνατεί να παράγει θέσεις εργασίας;

Η δύναμη της έκθεσης δεν κλονίστηκε στο ελάχιστο από την κριτική, ή από άλλες εκθέσεις που ανέτρεπαν τα στοιχεία της. Η δύναμη της δεν ήταν η επιστημονική αυστηρότητα  και τα αδιάσειστα στοιχεία που παρουσίαζε, αλλά ήταν η ερμηνεία που έδινε για την κρίση και ο δρόμος που χάραζε. Πρότεινε μια απλή κατανοητή αφήγηση για αυτό που ζούσε ο κόσμος, ονόμαζε τον ένοχο και καλούσε στην υλοποίηση ενός σχεδίου αναγέννησης. Χρησιμοποίησε αφηγηματικές τεχνικές καλά δοκιμασμένες, έκτακτη κατάσταση κινδύνου-αποδυνάμωση από μέσα –ιστορία παρακμής –κάλεσμα στα όπλα –ιστορία αναγέννησης. Είχε όλα εκείνα τα στοιχεία που συγκροτούν αυτό που ο Γκράμσι έλεγε ηγεμονία. Ένα σχέδιο των κυρίαρχων που αποσπά την συναίνεση των κάτω.

Η έκθεση ξέφυγε από τη χώρα παραγωγής της, αποτέλεσε πρότυπο για πολλές άλλες χώρες (διαβάζοντας τη λευκή βίβλο, την συνθήκη της Λισσαβόνας  βλέπεις την ηχώ της σε ευρωπαϊκό πλαίσιο), ακόμα και σήμερα τα ίδια θέματα αποτελούν το επίκεντρο των συζητήσεων για την εκπαίδευση.

Βιβλιογραφία

Brasey, G. W.(2007). Why It Endures, 50 Years Later, Education Week, Oct 2007. Διαθέσιμο στο:https://www.edweek.org/ew/articles/2007/10/02/06bracey_web.h27.html

(πρόσβαση στις 6/12/2019)

Mehta, J. (2015). Escaping the shadow. A Nation at Risk and its far reaching influence, American Educator, 20-23

Διαθέσιμο στο: https://www.aft.org/sites/default/files/ae_summer2015mehta.pdf(Πρόσβαση στις 6/12/2019)

Sharpe, D. M. (1962). What Ivan Knows That Johnny Doesn’t. Arther S. Trace, Jr. The Elementary School Journal, 63(3), 168–169.

Sizer, T. R., Schen, M., & Bestor, A. (1987). Arthur Bestor’s Educational Wastelands. History of Education Quarterly, 27(2), 259

πηγή: e-lesxi.gr

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το