Ανάμεσα στα γεγονότα που σημάδεψαν την ιστορία του κομμουνιστικού κινήματος και αποτέλεσαν αφετηρία για μεγάλους ταξικούς αγώνες ήταν και η δίκη της Λειψίας . Η δίκη ήταν ένας επικός και πολυτραγουδισμένος αγώνας του Βούλγαρου Κομμουνιστή ηγέτη Γκιόργκι Δημητρώφ και των συντρόφων του που συνέγειρε με το θάρρος, την παλικαριά και την πίστη του στα κομμουνιστικά ιδανικά όλη την ανθρωπότητα σε μία περίοδο, όπου το μαύρο πέπλο του εθνικοσοσιαλισμού σκέπαζε τη Γερμανία και απειλούσε ολόκληρη την ανθρωπότητα.

Η άνοδος του Ναζισμού

Όταν στις αρχές του Γενάρη του 1933 συναντήθηκαν στο σπίτι του τραπεζίτη Σρέντερ στην Κολωνία οι εκπρόσωποι των γερμανικών μονοπωλίων Φέγκλερ, Άρντοφ, Τίσεν και Σρέντερ με τον φον Πάπεν, τον Χονγκεμπέργκ και τον Χίτλερ αποφάσισαν την παράδοση της εξουσίας στο ναζισμό. Η Γερμανία κυριαρχείται από ένα καθεστώς φασιστικής διχτατορίας, ένα τρομοκρατικό καθεστώς που κυριαρχούν οι παρακρατικές παραστρατιωτικές οργανώσεις. Oι αυξανόμενες απαιτήσεις των λαϊκών μαζών, για δημοκρατικές ελευθερίες και εργασία, καταστέλλονται με τη βία.
Το Κομμουνιστικό Κόμμα Γερμανίας αντιστέκεται διαμορφώνοντας τις προϋποθέσεις για το ξετύλιγμα της αντιφασιστικής πάλης. Σημαντική βοήθεια στην ανάπτυξη αυτής της πάλης έδωσε το μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής (Ε.Ε.) της Κομμουνιστικής Διεθνούς (Κ.Δ.) Γκ. Δημητρώφ. Παράνομος στο Βερολίνο δραστηριοποιείται με τους Γερμανούς συντρόφους του στην οικοδόμηση του Κ.Κ.Γ., που δέχτηκε σοβαρά χτυπήματα από το ναζισμό.
O διορισμός του Χίτλερ στις 30 Γενάρη στη θέση του Καγκελάριου, παρ’ όλο που το ναζιστικό κόμμα δε διέθετε την κοινοβουλευτική πλειοψηφία, δρομολόγησε το στόχο ότι με οποιονδήποτε τρόπο το ΚΚ Γερμανίας έπρεπε να συντριβεί. O Χίτλερ, στη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου, δηλώνει ότι προϋπόθεση για την απόκτηση της πλειοψηφίας στο Ράιχσταγκ αποτελεί η συντριβή των κομμουνιστών και ο περιορισμός των ψήφων τους. Εξάλλου, οι εκλογές στο Ράιχσταγκ έχουν οριστεί στις 5 Μάρτη του 1933. Το ναζιστικό κόμμα πρέπει να προφτάσει…
Στις 27 Φλεβάρη, 9 με 9.15 μ.μ. ξεσπάει ξαφνικά πυρκαγιά στο Ράιχσταγκ, σε μία αίθουσα του γερμανικού κοινοβουλίου. Η κινητοποίηση των αρχών οδηγεί εύκολα στη σύλληψη ενός Oλλανδού υπηκόου, ονόματι Μαρίνους Βαν ντερ Λιούμπε. Αμέσως μετά τον εμπρησμό ο Γκέριγκ, που ήταν ο πραγματικός εγκέφαλος του εμπρησμού, (όπως ο ίδιος παραδέχτηκε στη δίκη της Νυρεμβέργης), δήλωσε, ότι η πυρπόληση ήταν έργο των κομμουνιστών. Έτσι, ανοίγει ο δρόμος της καταστολής και ξεκινάει ένα οργιαστικό πογκρόμ που εξαπέλυσαν οι ναζί ενάντια στους οπαδούς, τα μέλη και τα στελέχη του ΚΚΓ.

Η σύλληψη του Δημητρώφ και των συντρόφων του

Ένα κύμα απαγορεύσεων και συλλήψεων απλώνεται στη Γερμανία. Συλλαμβάνεται ο πρόεδρος της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΚΚΓ Τόγκλερ και στις 3 Μάρτη 1933, δυο ημέρες πριν τις εκλογές, ο ηγέτης του Κ.Κ.Γ., Έρνεστ Τέλμαν. Τέλος, στις 9 Μάρτη συλλαμβάνεται ο Γκ. Δημητρώφ μαζί με τους Βούλγαρους συντρόφους του Μπλακόι, Ποπώφ και Τάνεφ, που βρίσκονταν στη Γερμανία ως πολιτικοί πρόσφυγες.
Oι Εθνικοσοσιαλιστές τους απευθύνουν την κατηγορία του εμπρησμού του Ράιχσταγκ. O Δημητρώφ αντιλαμβάνεται, ότι έχει να αντιμετωπίσει μια σοβαρή κατηγορία, η οποία ίσως τον οδηγήσει και στο εκτελεστικό απόσπασμα, δεδομένου ότι τη ναζιστική εκστρατεία εναντίον του τη διευθύνει προσωπικά ο στενός συνεργάτης του Χίτλερ, Χέρμαν Γκέριγκ. Είναι προφανές το στημένο της κατηγορίας, η οποία στηρίζεται στη μαρτυρία του προβοκάτορα Λιούμπε.
Να τι αναφέρει ο ίδιος ο Δημητρώφ στο προσωπικό του ημερολόγιο: «3 Απριλίου 1933 (Δευτέρα). Πρώτη ανάκριση από το δικαστικό ανακριτή του Αυτοκρατορικού Δικαστηρίου. Μου ανακοινώθηκε η απόφαση, ότι μετά από πρόταση του ανώτατου εισαγγελέα με ημερομηνία 30 Μάρτη 1933 η προανάκριση εναντίον του Βαν Ντερ Λιούμπε επεκτείνεται και σε μένα με τη διατύπωση της κατηγορίας ότι… πρώτον επιχείρησαν τη βίαιη αλλαγή της κρατικής οργάνωσης του Γερμανικού Ράιχ, και δεύτερον έβαλαν φωτιά εκ προμελέτης στο κτίριο του Ράιχσταγκ, το οποίο χρησιμοποιείται για συνάθροιση ανθρώπων. O εμπρησμός έγινε από πρόθεση έτσι, ώστε μέσω αυτής της ενέργειας να προκληθεί επανάσταση».
Όμως η θέση του Γκ. Δημητρώφ είναι σαφή. Στις 20 Μάρτη 1933 δηλώνει στις αστυνομικές και ανακριτικές αρχές «ως κομμουνιστής, ως μέλος του Κομμουνιστικού κόμματος Βουλγαρίας και της Κομμουνιστικής Διεθνούς, είμαι κατ’ αρχήν ενάντια στην ατομική τρομοκρατία, ενάντια σε κάθε είδους μάταιους εμπρησμούς, διότι οι πράξεις αυτές δεν συμβιβάζονται με τις κομμουνιστικές αρχές και μεθόδους μαζικής δουλειάς και με τους οικονομικούς και μαζικούς αγώνες και γιατί μπορούν μόνο να βλάψουν το απελευθερωτικό κίνημα του προλεταριάτου και την υπόθεση του κομμουνισμού» και πιο κάτω. «Πιστεύω βαθιά, ότι ο εμπρησμός του Ράιχσταγκ μπορεί να είναι έργο μόνο παραφρόνων ανθρώπων και των χειρότερων εχθρών του κομμουνισμού, που με την πράξη αυτή θέλησαν να δημιουργήσουν ευνοϊκή ατμόσφαιρα για τη συντριβή του εργατικού κινήματος και του Κομμουνιστικού Κόμματος στη Γερμανία».
O Δημητρώφ και οι σύντροφοί του παρέμειναν φυλακισμένοι σε απάνθρωπες συνθήκες αρκετούς μήνες έτσι, ώστε η ανακριτική διαδικασία να «δημιουργήσει» εκείνα τα στοιχεία ,που θα οδηγούσαν στην «ενοχή» των κομμουνιστών. Κατά τη διάρκεια της προφυλάκισής του, ο Δημητρώφ προσπαθεί με κάθε τρόπο να αποδείξει την αθωότητά του. Με τα χέρια δεμένα με χειροπέδες στέλνει επιστολές στον ανακριτή επισημαίνοντας, ότι έχει συλληφθεί χωρίς στοιχεία, μόνο και μόνο για τις πεποιθήσεις του.

Η δίκη της Λειψίας

Ακολουθεί στις 21 Σεπτέμβρη 1933 η δίκη στη Λειψία. Τι επιδίωκε, τελικά, ο γερμανικός φασισμός με αυτή τη δίκη: «1) Αποκατάσταση των φασιστών εμπρηστών και δημίων στη χώρα και στο εξωτερικό, κάλυψη των πραγματικών εμπρηστών ρίχνοντας το φταίξιμο στους κομμουνιστές. 2) Δικαιολόγηση της βάρβαρης τρομοκρατίας και των τερατωδών βιαιοπραγιών κατά του επαναστατικού προλεταριάτου. 3) Η δίκη έπρεπε να δώσει τροφή σε νέα αντικομμουνιστική καμπάνια και να γίνει βάση για νέα «τερατώδη δίκη» κατά του ΚΚΓ. 4) Η δίκη έπρεπε να αποδείξει, ότι η φασιστική κυβέρνηση αγωνίζεται «νικηφόρα» ενάντια στον παγκόσμιο κομμουνισμό και έσωσε έγκαιρα την καπιταλιστική Ευρώπη απ’ τον κομμουνιστικό κίνδυνο» (Νικητής Προλεταριακής αλληλεγγύης, Άπαντα Δημητρώφ).
O Δημητρώφ, αρνούμενος όσα του προσάπτουν, ανασκευάζει το κατηγορητήριο και περνάει στην αντεπίθεση καταγγέλλοντας: «Παραδέχομαι» (τονίζει στο «κατηγορώ) «ότι η γλώσσα μου είναι οξεία και τραχιά. Όπως ήταν ο αγώνας μου και η ζωή μου … Υπερασπίζομαι το πρόσωπό μου σαν κατηγορουμενος κομμουνιστής. Υπερασπίζομαι την ιδέα μου, την κομμουνιστική και επαναστατική τιμή. Υπερασπίζομαι το νόημα και το περιεχόμενο της ζωής μου. Γι’ αυτό και κάθε μου φράση μπροστά στο δικαστήριο είναι αίμα απ’ το αίμα μου και σάρκα από τη σάρκα μου … Είναι αλήθεια πως για μένα σαν κομμουνιστή ο ανώτατος νόμος είναι το πρόγραμμα της Κομμουνιστικής Διεθνούς και το Ανώτατο Δικαστήριο η επιτροπή ελέγχου της ΚΔ.
Εμείς οι κομμουνιστές μπορούμε τώρα όχι λιγότερο στεντόρεια απ’ ότι ο γερο-Γαλιλαίος να πούμε: «Και παρ’ όλα αυτά η γη γυρίζει». O τροχός της ιστορίας γυρίζει, κινείται προς τα εμπρός προς τη Σοβιετική Ευρώπη, προς την Παγκόσμια Ένωση των Σοβιετικών Δημοκρατιών.
Και τον τροχό αυτόν που τέθηκε σε κίνηση απ’ το προλεταριάτο κάτω απ’ την καθοδήγηση της ΚΔ δεν θα μπορέσουν να σταματήσουν με εξοντωτικά μέτρα ούτε με φυλακές ούτε με θανατικές καταδίκες. O τροχός γυρίζει και θα γυρίζει ως την τελική νίκη του κομμουνισμού» (Αποσπάσματα από την απολογία του 16.12.33).
Όπως παρατήρησε ο Μαξίμ Γκόρκι την Πρωτομαγιά του 1934, ο Δημητρώφ έγινε «ο κατήγορος των κατηγόρων του». Η φωνή του ακούγεται σε όλο τον κόσμο. Η δίκη προκαλεί θύελλα διαμαρτυριών. Σε παγκόσμια κλίμακα δημιουργήθηκε τεράστιο κίνημα διαμαρτυρίας και συμπαράστασης. Δημιουργήθηκαν επιτροπές από διεθνείς προσωπικότητες για τη σωτηρία του. Κόμματα εργατικά, συνδικαλιστικοί φορείς, πολιτιστικοί σύλλογοι, οργανώσεις νεολαίας πραγματοποιούν αντιφασιστικές συγκεντρώσεις και συλλαλητήρια για τη σωτηρία του Δημητρώφ και των συντρόφων του. Μοναδικό υπήρξε αυτό το κίνημα και στην Ελλάδα. Πλήθος κορυφαίων διανοούμενων αλλά και απλών ανθρώπων του συμπαραστέκονται. Μεταφράζεται και στην Ελλάδα η «Καστανή Βίβλος» που περιείχε υλικό μέσα από το οποίο αποδεικνυόταν, ότι ο εμπρησμός ήταν έργο των Ναζί.
Στο Παρίσι και το Λονδίνο οργανώνονται αντιδίκες, όπου στο εδώλιο του κατηγορουμένου κάθεται ο πραγματικός ένοχος, ο ναζιφασισμός. Η Διεθνής αλληλεγγύη αποτελούσε για τον Δημητρώφ και τους συντρόφους του δικαίωση των αγώνων τους. Γι’ αυτούς ηχούσε το αγωνιστικό εμβατήριο:
«Μαύρα κοράκια με νύχια γαμψά πέσαν απάνω στην εργατιά
άγρια κράζουν για αίμα διψούν, τον Δημητρώφ στην κρεμάλα να δουν
τον Τάνεφ και Ποπώφ, τον Τέλμαν κι άλλους αντιφασίστες ηρωικούς …»
O τιτάνιος αγώνας διεξάγεται στο δικαστήριο. Γίνεται προσπάθεια να επηρεαστεί η κοινή γνώμη με αναληθείς πληροφορίες που δημοσιεύονται στο γερμανικό τύπο. Η υπεραπιστική τακτική γίνεται προσπάθεια να ανατραπεί με τις συνεχείς αποβολές του Δημητρώφ από την αίθουσα. Αγανακτισμένος δηλώνει: «Η καταδίκη μου έχει προαποφασισθεί σ’ άλλο μέρος, ενώ εδώ πρέπει να γίνουν τα τυπικά».
Παρ’ όλα αυτά το κατηγορητήριο κατέρρευσε. Το δικαστήριο υποχρεώνεται στην πανηγυρική αθώωση των Δημητρώφ, Τάνεφ, Ποπώφ και Τόργκλερ ελλείψει αποδεικτικών στοιχείων. Oι φασίστες δεν μπόρεσαν να βρουν ανάμεσα στους εργάτες, ανάμεσα στους απλούς ανθρώπους, ούτε ένα μάρτυρα τέτοιον όπως τον ήθελαν. O γερμανικός φασισμός βγήκε ηττημένος από τη δίκη.
Όμως παρά την αθωωτική απόφαση, ο Δημητρώφ και οι σύντροφοί του θα παραμείνουν αδικαιολόγητα στη φυλακή, κατάσταση που θα τους αναγκάσει στις 7 Φλεβάρη 1934 να κηρύξουν απεργία πείνας. Για να επιτευχθεί η αποφυλάκισή του, το Σοβιετικό κράτος θα του χορηγήσει τη Σοβιετική υπηκοότητα. Κατόπιν αυτού, η ναζιστική Γερμανία, μη μπορώντας να κάνει διαφορετικά και θέλοντας να κρατήσει κάποια προσχήματα νομιμότητας, θα απελευθερώσει τον Δημητρώφ στις 27 Φλεβάρη του 1934 και αυθημερόν θα τον απελάσει στη Μόσχα.
Ένα χρόνο μετά ο Γκ. Δημητρώφ σε άρθρο του στην «Πράβδα» έγραφε σχετικά με τη δίκη: «Oι φασίστες υπέστησαν πλήρη ήττα. Παρά τις προσπάθειές τους, μόνο εθνικοσοσιαλιστές βουλευτές, φασίστες δημοσιογράφοι, εγκληματίες του κοινού ποινικού δικαίου, πλαστογράφοι, απατεώνες … απoδέχrηκαν και κατάθεσαν σαν μάρτυρες. Oι φασίστες δεν κατάφεραν να βρουν ούτε έναν από τους ποθητούς μάρτυρες ανάμεσα στους μυριάδες των εργατών, ανάμεσα στα δραστήρια μέλη του προλεταριακού κινήματος, ανάμεσα στους υπεύθυνους παράγοντες του Κ.Κ.Γ.».
Η Δίκη της Λειψίας έπαιξε σπουδαίο ρόλο στην ανάπτυξη του αντιφασιστικού κινήματος κατά την περίοδο όπου ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος βρισκόταν επί θύραις και η ανάγκη ενός πανίσχυρου αντιφασιστικού μετώπου ήταν προφανής. Η διεθνιστική και πατριωτική στάση, η τεράστια ενεργητικότητα και η φλογερή καρδιά του Δημητρώφ αποτέλεσαν και πρέπει να αποτελούν παράδειγμα στους ταξικούς αγώνες για το θρίαμβο του κομμουνισμού.

Πηγή: Λαϊκός Δρόμος

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το