Σχετικά με την διευθυντική αυθαιρεσία εναντίον μου με αφορμή την εξ’ αποστάσεως εκπαίδευση και την στάση της πλειοψηφίας του ΔΣ του ΣΕΠΕ Χανίων

Είμαι αναπληρώτρια εκπαιδευτικός εικαστικών ΠΕ08 και εργάζομαι στα Χανιά. Στέλνω αυτήν την ενημερωτική επιστολή προς ενημέρωση όλων των συναδέλφων, και ζητάω τη στήριξη της εκπαιδευτικής κοινότητας, στο θέμα που έχει προκύψει σχετικά με τα περιστατικά διοικητικής αυθαιρεσίας, πιέσεων και απειλών που έχω δεχτεί και έχουν βγει στο φως της δημοσιότητας. Είμαι σίγουρη ότι δεν είναι ένα «μεμονωμένο» περιστατικό, αλλά παρόμοια συμβαίνουν σε πολλές περιοχές και Δ/νσεις Εκπαίδευσης, τα οποία δεν βγαίνουν όλα στην επιφάνεια. Στη δική μου περίπτωση, το περιστατικό έχει πάρει αρκετή έκταση και δημοσιότητα (ανακοινώσεις, δημοσιεύματα, αναρτήσεις), καθώς η κατάσταση και οι απειλές έχουν φτάσει στα άκρα με απειλητικά έγγραφα και παρεμβάσεις στελεχών εκπαίδευσης. Παρά τη στήριξη της πλειοψηφίας των συναδέλφων, δεν εισπράττω την ίδια αντιμετώπιση και από την πλειοψηφία του Δ.Σ. του Συλλόγου μας. Με ευθύνη των παρατάξεων που πλειοψηφούν σε αυτό, αρνήθηκε εξ αρχής να πάρει θέση, παρά βγάζει 10 μέρες μετά μια ανακοίνωση που συγκαλύπτει τις ευθύνες της Δ/νσης και της διοίκησης θεωρώντας ότι δε συμβαίνει τίποτα μεμπτό, και «αγνοώντας» το επίμαχο έγγραφο. Αφήνει εμένα ακάλυπτη και έκθετη για αυτό οφείλω να ενημερώσω για τα περιστατικά, τα έγγραφα και τις απόπειρες απειλών και παρεμβάσεων από πλευράς διοίκησης, καλώντας συγχρόνως την εκπαιδευτική κοινότητα, το εκπαιδευτικό κίνημα και τους οργανωμένους φορείς του (Συλλόγους, ΔΟΕ, συλλογικότητες) να πάρουν θέση, να καταγγείλουν το περιστατικό και να με στηρίξουν.

Πριν αναφέρω τα γεγονότα που εκτυλίχθηκαν, θέλω να πω δυο λόγια γι’ αυτή την περίφημη “τηλεκπαίδευση”. Αρχικά, όπως έχει ειπωθεί πολλές φορές, η τηλεκπαίδευση, βάσει των εγκυκλιών και των οδηγιών του Υπουργείου είναι προαιρετική. Θα ήταν αντισυνταγματική η υποχρεωτικότητά της με το παρόν νομικό πλαίσιο και υποδομές. Πάμε όμως στην ουσία της. Ήδη από την αρχή του κλεισίματος των σχολείων ήταν έκδηλη η πρεμούρα του Υπουργείου να μας πείσει ότι όλα πάνε καλά. Ότι είμαστε όλοι και όλες σπίτι, τα σχολεία είναι ανενεργά, αλλά τα παιδιά μας μορφώνονται. Ποια παιδιά άραγε; Είναι η τηλεκπαίδευση για όλους; Πόσες οικογένειες έχουν ίντερνετ και η/υ ή τάμπλετ για κάθε παιδί; Τα προσφυγόπουλα στη Μόρια δε θα έπρεπε να εκπαιδεύονται κι αυτά όπως τα άλλα παιδια; Και στην τελική, σε ένα υποτιθέμενα δημόσιο και δωρεάν σχολείο, ο απαραίτητος υλικοτεχνικός εξοπλισμός δεν θα έπρεπε να παρέχεται δωρεάν; Και πώς μορφώνονται τα παιδιά μέσω της τηλεκπαίδευσης; Οι αλλεπάλληλες ασκήσεις, ή το προχώρημα της ύλης (προαιρετικά πάντα) διαμεσολαβημένα από μια οθόνη είναι μόρφωση; Γιατί η πρώτη κίνηση της κυβέρνησης σε σχέση με το πρότερο σχολικό περιβάλλον ήταν να επαναφέρει το μάθημα, αλλά όχι τα σχολικά γεύματα, με τα οποία σιτίζονται χιλιάδες παιδιά που ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας; (Και φυσικά, τώρα καλούνται με μηδαμινές υποδομές να παρακολουθούν την τηλεκπαίδευση) Δεκάδες άλλοι προβληματισμοί τριβελίζουν τα κεφάλια πολλών συναδέλφων, μαζί και το δικό μου ένα μήνα τώρα.

Αλλά επειδή εκτός από παιδαγωγοί είμαστε και εργαζόμενοι, θέλω ν’ αναρωτηθούμε λίγο ως προς το νομικό πλαίσιο της τηλεκπαίδευσης. Υπάρχει ωράριο; Υπάρχουν εργάσιμες και μη μέρες; Υπάρχουν άδειες; Υπάρχει παιδαγωγική ελευθερία; Προφυλασσόμαστε κάπως από την επερχόμενη αξιολόγηση, όταν καθημερινά το περιεχόμενο της διδασκαλίας μας, ή καλύτερα, της επικοινωνίας μας με τους μαθητές μας, είναι προσβάσιμο σε δ/ντες, διοίκηση και Υπουργείο; Μετά από έναν βαθύ προβληματισμό και σκέψη όλων αυτών των ζητημάτων, αποφάσισα να απέχω από τις πλατφόρμες του Υπουργείου και να δημιουργήσω έναν δίαυλο επικοινωνίας με γονείς και παιδιά ανάλογα με τις δυνατότητες του καθενός και με την προαιρετική συμμετοχή του κάθε μαθητή/τριας. Αλλά για να μην μακρηγορώ, θ’ αναφερθώ πιο συγκεκριμένα στο περιστατικό διευθυντικής αυθαιρεσίας σε ένα από τα 3 σχολεία που διδάσκω.

Η ιστορία εκτυλίσσεται ως εξής: Αρχικά, η διεύθυνση του σχολείου επί της ουσίας με απέκλεισε από τις συζητήσεις του συλλόγου διδασκόντων, αφού είτε δεν είχα πρόσβαση στην πλατφόρμα συνομιλίας είτε δεν μου δίνονταν οι κωδικοί πρόσβασης από εκείνη. Αρνήθηκα με γραπτή μου δήλωση στον σύλλογο διδασκόντων του εν λόγω σχολείου να συμμετάσχω στις επικοινωνιακές φιέστες του Υπουργείου Παιδείας, καλώντας και τους υπόλοιπους συναδέλφους της να πράξουν αναλόγως. Εξήγησα και τους λόγους αυτής μου της επιλογής, οι οποίοι αναφέρονται παραπάνω. Αντ’ αυτού επέλεξα να απασχολήσω δημιουργικά τους μαθητές και τις μαθήτριές μου με όποιον τρόπο μπορώ στέλνοντάς τους παιδαγωγικό υλικό (μέσω μέιλ και όχι χρησιμοποιώντας τις πλατφόρμες του ΥΠΑΙΘ, διότι αυτές δημιουργούν επιπλέον προβλήματα στην πρόσβαση σε γονείς και μαθητές), γνωρίζοντας όμως πολύ καλά ότι και με αυτόν τον τρόπο θα αποκλείονταν μερίδα τους.

Η διεύθυνση του εν λόγω σχολείου, μου απέστειλε έγγραφο με την επισήμανση κατεπείγον, με αριθμό πρωτοκόλλου, σφραγίδα και υπογραφή, το οποίο στην ουσία του στερείται νομιμότητας. Σύμφωνα με αυτό έχω προβεί σε άρνηση εκτέλεσης καθήκοντος (εννοώντας την προαιρετική τηλεκπαίδευση του υπουργείου), το οποίο θα έχει τις ανάλογες συνέπειες (ποιες και από ποιον;). Στην κατακλείδα του με καλεί ν’ απαντήσω γραπτώς γιατί δεν έχω εκτελέσει τα καθήκοντά μου.

Αμέσως απευθύνθηκα στο προεδρείο του Δ.Σ. του ΣΕΠΕ Χανίων, ώστε να προβεί σε επώνυμη καταγγελία εναντίον της δ/νσης του σχολείου. Αντ’ αυτού, η μόνη ενέργεια που έγινε ήταν η τηλεφωνική επικοινωνία του προέδρου με τη δ/νση του σχολείου και η προτροπή του πρώτου προς εμένα να σέβομαι τη διεύθυνση του σχολείου, ν’ απευθυνθώ μόνη μου στον προϊστάμενό, λέγοντάς μου πως κατά τη γνώμη του, το σωματείο πρέπει να κρατήσει ουδέτερη στάση, αφού και οι 2 είμαστε μέλη του (με άλλη εργασιακή σχέση βέβαια-διευθυντή και διευθυνόμενου). Η ιστορία συνεχίζεται με την επικοινωνία που είχα με τη συντονίστρια εκπαιδευτικού έργου του αντικειμένου μου, η οποία αφού μου ανέφερε ότι έχει γνώση του περιεχομένου των μέηλ που έστειλα στους μαθητές μου, κάτι που της το γνωστοποίησε η διευθύντρια, προσπαθούσε με διάφορους τρόπους να παρέμβει στην επικοινωνία μου με τους μαθητές μου και στο περιεχόμενο αυτής. Μετά την απόπειρα αξιολόγησης μέσω κλεμμένων mail από την συντονίστρια του αντικειμένου μου, απευθύνομαι ξανά στο διοικητικό συμβούλιο του ΣΕΠΕ Χανίων, αυτή τη φορά γραπτώς, απαιτώντας να πάρει θέση. Σιωπή…

Οι παρατάξεις της πλειοψηφίας του ΔΣ όλο αυτό το διάστημα έκαναν σαν να μη συμβαίνει τίποτα. Και επέλεξε να τοποθετηθεί μετά από δέκα μέρες, αφού το γεγονός πήρε έκταση μετά από ένα ρεπορτάζ ενός τοπικού site, λέγοντας ουσιαστικά ότι δεν τρέχει και τίποτα, ότι παρακολουθούν το θέμα κι ότι κρύβονται μικροπαραταξιακά οφέλη γύρω από τις καταγγελίες της διευθυντικής αυθαιρεσίας. Στην ουσία, με αυτήν τη στάση παρέχεται κάλυψη στη Δ/νση και στη Διοίκηση, και σαφές «μήνυμα» προς τα στελέχη «προχωρήστε», αντί να δώσει μήνυμα στήριξης όλων των συναδέλφων και καταγγελίας του περιστατικού ώστε να κοπεί ο αυταρχικός αέρας της Διοίκηση και οι βλέψεις όψιμων αξιολογητών. Εδώ να διευκρινίσω ότι η διεύθυνση του σχολείου δεν προχώρησε σε γραπτή αναφορά εναντίον μου, όπως αναφέρθηκε σε αυτό το τοπικό site, αλλά μικρή σημασία έχει. Δεν υπάρχει και μεγάλη διαφορά μιας αναφοράς και ενός απειλητικού εγγράφου από τη δ/νση του σχολείου, η ουσία είναι ίδια. Τα εκλεγμένα μέλη του Δ.Σ. είναι εκπρόσωποι των εργαζομένων και οφείλουν να ενημερώνεται από τα μέλη του σωματείου τα οποία πλήττονται και οφείλουν να εκπροσωπούν κι όχι από το τάδε ή το δείνα ειδησεογραφικό site. Επειδή αμφισβητείται λοιπόν και η ίδια η ύπαρξη του εγγράφου, το επισυνάπτω (με καλυμμένα τα ονόματα).

Άννα Μ., αναπληρώτρια εκπαιδευτικός ΠΕ08, μέλος του ΣΕΠΕ Χανίων

e-prologos.gr

Βρήκατε ενδιαφέρον το άρθρο; Μοιραστείτε το